Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2017

Άρθρο του Reuters για την άνοιξη της ιταλικής οικονομίας


Η άνοιξη της ιταλικής οικονομίας
NEIL UNMACK / REUTERS BREAKINGVIEWS
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Η αποτυχία της ιταλικής εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου να προκριθεί στο επόμενο παγκόσμιο πρωτάθλημα μπορεί να αποτελεί εθνική ταπείνωση, ωστόσο η χώρα έχει άλλους λόγους ώστε να πανηγυρίσει.
Η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωπαϊκής Ενωσης αναπτύσσεται με ρυθμό που είχε να δει από την εποχή πριν από το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν πως η ανάκαμψη της οικονομίας της Ευρωζώνης ενισχύεται και εξαπλώνεται γεωγραφικά. Η ανάπτυξη της ιταλικής οικονομίας κατά 0,5% το τρίτο τρίμηνο του 2017 –ή κατά 1,8% σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του 2016– ήταν μία απλώς από τις καλές ειδήσεις που προήλθαν από την Ευρωζώνη αυτή την εβδομάδα. Η γερμανική οικονομία επίσης αναπτύχθηκε ταχύτερα από το αναμενόμενο το τρίτο τρίμηνο, κατά 0,8% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο. Η οικονομία ολόκληρης της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε με ρυθμό 0,6% το τρίτο τρίμηνο, δηλαδή με ελαφρώς χαμηλότερο ρυθμό απ’ ό,τι είχε αναπτυχθεί το δεύτερο τρίμηνο ωστόσο η ανάπτυξη ήταν ευρύτερη: το χάσμα μεταξύ του ρυθμού με τον οποίο αναπτύσσεται κάθε μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης έχει περιοριστεί στο μισό.
Η περιοχή ενισχύεται σε αρκετούς τομείς καθώς ανακάμπτει από τη βαριά κρίση. Η πτώση της ανεργίας ενισχύει την εσωτερική κατανάλωση, υποβοηθούμενη από το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ και από το αρνητικό επιτόκιο δανεισμού για τράπεζες. Η καλή κατάσταση στην οποία βρίσκεται η παγκόσμια οικονομία διασφαλίζει ζήτηση για εξαγωγές. Πολιτικές αναταράξεις όπως η προσπάθεια απόσχισης της Καταλωνίας ή η απόφαση της Βρετανίας να εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Ενωση δεν είχαν μέχρι σήμερα σημαντική επίπτωση: η καταναλωτική εμπιστοσύνη βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο από το 2000, σύμφωνα με στοιχεία της Bank of America Merrill Lynch. Ωστόσο η Ευρωζώνη έχει ακόμη πολλή δουλειά μπροστά της. Η ανεργία βρίσκεται στο 9,6%, δηλαδή δύο ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα απ’ ό,τι το 2015, ωστόσο εξακολουθεί να είναι υψηλότερη από το επίπεδο του 8,6% όπου βρισκόταν πριν από το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι σήμερα χαμηλότερες απ’ ό,τι ήταν το 2000, σύμφωνα με στοιχεία της UniCredit.
Ενας κίνδυνος είναι πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, της οποίας το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων και τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού συνέβαλαν στην ανάκαμψη της οικονομίας της Ευρωζώνης, θα «πνίξει» την οικονομική ανάκαμψη αυξάνοντας υπερβολικά γρήγορα τα επιτόκια δανεισμού. Μια τέτοια εξέλιξη θα ασκούσε πίεση σε χώρες με υψηλό επίπεδο δημοσίου χρέους, όπως είναι η Ιταλία. Βέβαια, οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρωζώνης δεν δέχονται ιδιαίτερη πίεση να αυξήσουν τα επιτόκια δανεισμού: έρευνα της ίδιας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μεταξύ επαγγελματιών οικονομολόγων έδειξε πως ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη θα διαμορφωθεί μόλις στο 1,4% τον επόμενο χρόνο.
Ακόμη και έτσι, η Ευρωζώνη παραμένει ημιτελής. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις στην οικονομία, ενώ η Ευρωζώνη θα πρέπει να βρει με ποιον τρόπο θα αντιμετωπίσει μελλοντικές κρίσεις, για παράδειγμα μέσω της ολοκλήρωσης της τραπεζικής ένωσης και μέσω της δημιουργίας μηχανισμού υποστήριξης οικονομιών που βρίσκονται σε ύφεση.