Τρίτη 13 Ιουνίου 2017

Iστορικό άρθρο για την απελευθέρωση του Βελιγραδίου το 1944


H απελευθέρωση του Βελιγραδίου
Η εκδίωξη των Γερμανών από τη Σερβία και τα Βαλκάνια, μαζί με τη συντριβή των τσέτνικς, συνέβαλε στην οριστική νίκη του Τίτο 67 χρόνια πριν
Επιμέλεια: Νικος Xρυσολωρας
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Στις αρχές φθινοπώρου 1944, η ήττα της ναζιστικής Γερμανίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο φαινόταν πλέον αναπόφευκτη.
H Ιταλία είχε αλλάξει στρατόπεδο, η Βουλγαρία είχε επίσης προσχωρήσει στους Συμμάχους μετά το αντιμοναρχικό πραξικόπημα, το ίδιο και η Ρουμανία. Τα μόνα ερωτήματα που έμενε να απαντηθούν ήταν το πότε θα συνθηκολογoύσε η Γερμανία και υπό ποιες συνθήκες. Ιδιαίτερα στα Βαλκάνια, οι ναζιστικές δυνάμεις βρίσκονταν σχεδόν περικυκλωμένες από πρώην συμμάχους τους, οι οποίοι πλέον λογίζονταν ως εχθροί, ενώ ο Κόκκινος Στρατός προέλαυνε ακάθεκτος. Η απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και της Ελλάδας ήταν θέμα εβδομάδων. Εντούτοις, είχε μεγάλη σημασία τόσο για την ΕΣΣΔ, όσο και για τη Δύση, να μην επιτραπεί στο 5ο και στο 6ο γερμανικό Σώμα Στρατού που ακόμη κατείχαν τη χώρα μας και τη Γιουγκοσλαβία να υποχωρήσουν συντεταγμένα, προς τα βόρεια και με τελική κατεύθυνση την πατρίδα τους. Ο στόχος αυτός επετεύχθη εν μέρει, χάρη στην αποφασιστική συνδρομή που παρείχε ο Σοβιετικός Στρατός στην επιχείρηση απελευθέρωσης της Σερβίας. Η συνδρομή αυτή παραγνωρίστηκε επί μακρόν στη γειτονική μας χώρα - κυρίως για πολιτικούς λόγους. Αυτό βέβαια σε τίποτα δεν υποβαθμίζει τον ηρωισμό και την αποφασιστικότητα των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων. Γεγονός όμως παραμένει ότι οι γερμανικές δυνάμεις δεν είχαν εξασθενήσει τόσο ώστε να τις αντιμετωπίσουν μόνοι τους οι αντιστασιακοί. Αντιθέτως, η σκληρή αντίσταση που προέβαλαν οι ναζί έδειξε ότι θα χρειάζονταν ακόμη αρκετοί μήνες και αναρίθμητες ανθρώπινες ζωές για να τελειώσει επιτέλους η μεγαλύτερη πολεμική σύγκρουση της ανθρώπινης ιστορίας.

Ο Τίτο, ο Τσώρτσιλ και ο Στάλιν
Του Σπυριδωνα Σφετα
Στις 6 το πρωί της 20ής Οκτωβρίου 1944 η Πρώτη Προλεταριακή Ταξιαρχία των παρτιζάνων του Τίτο διαβίβαζε το εξής τηλεφωνικό μήνυμα: «Το Καλεμέγκνταν απελευθερώθηκε… Οι προλετάριοι κατέλαβαν το οχυρό εξ εφόδου. Οι Γερμανοί πολέμησαν αιματηρά για κάθε πέτρα, για κάθε γέφυρα, για κάθε τούνελ, για κάθε τούβλο, λες και επρόκειτο για το Βερολίνο τους». Ο διοικητής της Ταξιαρχίας, ο στρατηγός Πέτκο Ντάπτσεβιτς, ήταν συγκλονισμένος από το φρικαλέο θέαμα. «Ηταν φοβερό. Ολα ήταν σκεπασμένα με πτώματα Γερμανών αξιωματικών και στρατιωτών, ο εξοπλισμός τους ντουμάνιαζε, καθώς φλεγόταν… Η δυσοσμία ήταν αηδιαστική».
Γρήγορα όμως άρχισε η ζωή στο κατεστραμμένο Βελιγράδι, οι άνθρωποι ξετρύπωναν από τα σπίτια τους και γιόρταζαν το τέλος του πολέμου. Σύντομα ο Τίτο απευθύνθηκε στο πλήθος από το άλλοτε βασιλικό παλάτι του Αλέξανδρου Καραγιώργη. Εξύμνησε τον Στάλιν, θαύμασε τη Σοβιετική Ενωση και εξέφρασε την πίστη του στην υπεροχή του κομμουνισμού. Αλλά για την επίτευξη αυτού του στόχου έπρεπε ο εχθρός να συντριβεί οριστικά, οι πολιτικοί αντίπαλοι να εξουδετερωθούν και οι Σύμμαχοι να αναγνωρίσουν το νέο καθεστώς, επισήμανε ο Τίτο. Ωστόσο, ο Τίτο γνώριζε ότι η απελευθέρωση του Βελιγραδίου δεν ήταν επίτευγμα των παρτιζάνων του, αλλά κυρίως του σοβιετικού στρατού και ότι η μάχη για την εξουσία είχε ουσιαστικά κριθεί στη Σερβία.
Μέχρι τον θάνατό του (1980) κυριαρχούσε η άποψη ότι ο Τίτο ανήλθε στην εξουσία αποκλειστικά με τις δυνάμεις των παρτιζάνων του και παραβλεπόταν η ουσιαστική συμμετοχή του σοβιετικού και του υπό σοβιετικό έλεγχο τελούντος βουλγαρικού στρατού στην απελευθέρωση της Σερβίας και της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας.
Διορατικός
Aν και δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί στρατιωτική ιδιοφυΐα, ο Τίτο διέθετε το σπάνιο χάρισμα της πολιτικής διορατικότητας και της όσφρησης των παγίδων των εχθρών, αλλά και των «κακοπροαίρετων» φίλων του. Παρόλο που οι Αγγλοι στα τέλη του 1943 είχαν σταματήσει την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στους Τσέτνικς του Μιχαήλοβιτς και ενίσχυσαν αποκλειστικά τους παρτιζάνους του Τίτο για στρατιωτικούς κυρίως λόγους, ο Τσώρτσιλ διατηρούσε τις επαφές με την εξόριστη γιουγκοσλαβική κυβέρνηση του Λονδίνου και επιδίωκε στο μέλλον να έχει επιρροή στη Γιουγκοσλαβία, άσχετα από το πολιτικό καθεστώς που θα επέβαλε ο Τίτο.
Και στη γιουγκοσλαβική περίπτωση οι Αγγλοι επιχείρησαν να εφαρμόσουν το ελληνικό πρότυπο της συμφωνίας Λιβάνου, παρακινώντας τον Τίτο και τον Σούμπασιτς (πρωθυπουργό της εξόριστης γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης) να σχηματίσουν κοινό κοινοβούλιο και κοινή κυβέρνηση. Οι Αγγλοι ενδιαφέρονταν να ασκούν έλεγχο στις ακτές της Δαλματίας και στην Ιστρία. Αμφιβάλλοντας για τις ειλικρινείς προθέσεις του Τσώρτσιλ, ο Τίτο αναζήτησε στήριγμα στη Σοβιετική Ενωση.
Ελιγμοί
H άφιξη σοβιετικής στρατιωτικής αποστολής υπό τον στρατηγό Νικολάι Κορνέεφ στο στρατηγείο του Τίτο στο Ντάρβαρ της Βοσνίας (Φεβρουάριος 1944) και η ίδρυση μια στοιχειώδους σοβιετικής αεροπορικής βάσης στο Μπάρι της Ιταλίας εξασφάλισαν στον Τίτο τη δυνατότητα πολιτικών ελιγμών.
Μετά την καταστροφή του στρατηγείου του από τους Γερμανούς (25 Μαΐου 1944) με την επιχείρηση «η Κίνηση του Ιππότη-R?sselsprungaktion» ο Τίτο, σοβαρά τραυματισμένος, μεταφέρθηκε με σοβιετικό αεροπλάνο στο Μπάρι και από εκεί με πλοιάριο στο νησί της Αδριατικής Βις, όπου εγκατέστησε το νέο του στρατηγείο.
Καθώς το μεγαλύτερο μέρος της Ιταλίας είχε απελευθερωθεί, στο Βις ο Τίτο ήταν υπό στην «προστασία» των Αγγλων. Kατά τη συνάντησή του με τον Τσώρτσιλ στη Νάπολη, τον Αύγουστο του 1944, διέγνωσε τα σχέδια των Αγγλων για συμμαχική απόβαση στη Δαλματία με την εμπλοκή και της εξόριστης γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης.
Ο κίνδυνος για τον Τίτο συνίστατο στο ακόλουθο σενάριο: αν οι Αγγλοι αποβιβάζονταν στη Δαλματία, θα μετέφραζαν τη στρατιωτική τους νίκη σε πολιτική και ίσως θα εφάρμοζαν τη Συνθήκη του Λονδίνου του 1915 για την εκχώρηση της Δαλματίας στην Ιταλία. Ταυτόχρονα, θα δραστηριοποιούνταν και οι Τσέτνικς του Μιχαήλοβιτς, ο οποίος πάντα ανέμενε συμμαχική απόβαση. Αν οι παρτιζάνοι του Τίτο απελευθέρωναν το Βελιγράδι και τη Σερβία και συνέτριβαν τους Τσέντικς, θα μπορούσαν κατόπιν να επικεντρωθούν σε επιχειρήσεις στη Δαλματία για να προκαταλάβουν συμμαχική απόβαση. Αλλά στην κατεχόμενη Σερβία του Νέντιτς η επιρροή των παρτιζάνων του Τίτο ήταν ασήμαντη. Εκεί υπερίσχυε ο Μιχαήλοβιτς. Δεν υπήρχε περίπτωση οι παρτιζάνοι να απελευθερώσουν το Βελιγράδι με τις δικές τους δυνάμεις και να αναμετρηθούν με τον ισχυρό γερμανικό στρατό. Η αδυναμία έγκαιρης απελευθέρωσης του Βελιγραδίου και της Σερβίας ενείχε απρόβλεπτο πολιτικό κόστος κατά τον Τίτο.
Η πολιτικοποίηση της επιχείρησης
Μετά την είσοδο των Σοβιετικών στη Ρουμανία (Αύγουστος 1944) και τη Βουλγαρία (Σεπτέμβριος 1944) ο Τίτο έκρινε απαραίτητη τη συμμετοχή του Κόκκινου Στρατού στις επιχειρήσεις απελευθέρωσης του Βελιγραδίου. Υπό την καθοδήγηση της σοβιετικής στρατιωτικής αποστολής, στις 19 Σεπτεμβρίου 1944 ο Τίτο και το Ανώτατο Επιτελείο της Λαϊκής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας μεταφέρθηκαν αεροπορικώς στη ρουμανική πόλη Κραϊόβα. Οι Γιουγκοσλάβοι επιτελικοί εγκαταστάθηκαν εκεί, συνεργαζόμενοι με τους Σοβιετικούς. Στις 21 Σεπτεμβρίου 1944 ο Τίτο, συνοδευόμενος από τον Κορνέεφ, πέταξε για τη Μόσχα. Στην πρώτη του επίσημη συνάντηση με τον Στάλιν και τον Μολότωφ ζήτησε επίσημα τη σοβιετική βοήθεια για την απελευθέρωση του Βελιγραδίου. Ο Στάλιν ικανοποίησε το αίτημα του Τίτο για πολιτικούς λόγους.
Ηταν μια ευκαιρία για τον σοβιετικό ηγέτη να αποδείξει ότι συνέβαλε στη νίκη του Τίτο, διότι στη διάρκεια του πολέμου οι Αγγλοι ενίσχυσαν στρατιωτικά τους παρτιζάνους. Από τη Μόσχα και το Κίεβο ο Τίτο επέστρεψε στην Κραϊόβα. Εκεί καταστρώθηκε το επιτελικό σχέδιο απελευθέρωσης του Βελιγραδίου από τους Σοβιετικούς διοικητές Φεοντώρ Τολμπούχιν και Σεργκέι Μπιργιουζώφ: Τμήματα του Τρίτου Ουκρανικού Μετώπου (Βουλγαρία) θα διείσδυαν στη Σερβία από το Βιδίν, τμήματα του Δεύτερου Ουκρανικού Μετώπου (Ρουμανία) από τη Βοϊβοδίνα (Πάντσεβο), ο βουλγαρικός στρατός θα διείσδυε στη Νότιο Σερβία (Λέσκοβατς, Ναϊσσός), ο σοβιετικός ποτάμιος στόλος στον Δούναβη και η σοβιετική αεροπορία θα παρείχε υποστήριξη. Ταυτόχρονα, οι παρτιζάνοι του Τίτο θα εμπλέκονταν στις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Το σχέδιο εφαρμόστηκε με επιτυχία τον Οκτώβριο του 1944.
Στις 25 Οκτωβρίου ο Τίτο εισήλθε στο απελευθερωμένο Βελιγράδι, εγκαταστάθηκε στην αριστοκρατική συνοικία Ντέντινγιε και η κυβέρνησή του είχε πλέον έδρα. Η απελευθέρωση της Σερβίας και του Βελιγραδίου, όπως και η επακόλουθη συντριβή των τσέτνικς, είχε μεγάλη στρατιωτική και πολιτική σημασία για την οριστική νίκη του Τίτο. Χωρίς τον κίνδυνο πλευροκόπησης από τους τσέτνικς, οι παρτιζάνοι μπορούσαν τώρα να επιδοθούν στην απελευθέρωση της Δαλματίας και της Συρμίας, όπου οι σοβιετικοί πιλότοι παρείχαν πάλι τη βοήθειά τους.
Η είσοδος των Σοβιετικών στη Σερβία δημιούργησε στην ηγεσία του ΚΚΕ την εσφαλμένη εντύπωση ότι θα ήταν εφικτή η κάθοδος του σοβιετικού στρατού και στην Ελλάδα, όταν αποφάσισε να ξεκινήσει τη σύγκρουση του Δεκεμβρίου του 1944. Αλλά το ελληνικό και το ρουμανικό ζήτημα είχε στην ουσία διευθετηθεί τον Μάιο του 1944 μεταξύ Αγγλων και Σοβιετικών και η συμφωνία του Οκτωβρίου του 1944 επικύρωσε μια προειλημμένη απόφαση.
Αντίθετα, η συμφωνία 50%-50% για τη Γιουγκοσλαβία δεν εφαρμόστηκε όπως την είχαν σχεδιάσει ο Τσώρτσιλ και ο Στάλιν, αλλά όπως την επέβαλε ο Τίτο για μια σειρά από λόγους: ίση απόσταση από Ανατολή και Δύση, αδέσμευτη εξωτερική πολιτική. Την παράδοση αυτή συνεχίζει και η σημερινή Σερβία. Η συμμετοχή του σοβιετικού στρατού στην απελευθέρωση του Βελιγραδίου δεν τονιζόταν στην Τιτοϊκή Γιουγκοσλαβία για ευεξήγητους λόγους, γιορτάστηκε όμως πανηγυρικά στις 20 Οκτωβρίου 2009 κατά την επίσκεψη του Μεντβέντεφ στη σερβική πρωτεύουσα, πάλι για ευνόητους λόγους.
Τα εγκλήματα των Ουστάσε στην Κροατία
Αρκετούς μήνες αργότερα, στις 21 Μαΐου 1945, ο Τίτο εισήλθε στο Ζάγκρεμπ. Σε αντίθεση με τη Σερβία, η Ανεξάρτητη Κροατία των Ουστάσε του Αντε Πάβελιτς δεν γνώρισε τις καταστροφές του πολέμου. Οι Ουστάσε επέβαλαν την ιδεολογία τους για την πολιτισμική σύγκρουση Ορθοδοξίας - Καθολικισμού, Βυζαντίου και Δύσης. Οι Σέρβοι, ως ανήκοντες στον κατώτερο βυζαντινο-ορθόδοξο πολιτισμό, είτε υποβλήθηκαν σε βίαιο προσηλυτισμό στον καθολικισμό, είτε εκτοπίστηκαν στη Σερβία, είτε εκτελέστηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Γιασένοβατς. Τα εγκλήματα των Ουστάσε προκάλεσαν την απέχθεια και των Γερμανών αξιωματικών.

* Ο κ. Σπυρίδων Σφέτας είναι Βαλκανιολόγος.