Τετάρτη 5 Απριλίου 2017

Εξαιρετικός Τ. Θεοδωρόπουλος περί Φιλελεύθερου ή Συντηρητικού


Φιλελεύθερος ή Συντηρητικός;
ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
«Η​​​​ Υποταγή» του Μισέλ Ουελμπέκ κυκλοφορεί εδώ και καιρό. Υποθέτω λοιπόν ότι πολλοί θα την έχετε διαβάσει. Η υπόθεση είναι απλή. Σε ένα μέλλον όχι και τόσο μακρινό, τις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία τις κερδίζουν οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι».
Ο υποψήφιός τους έχει απέναντί του τη Μαρίν Λεπέν, με αποτέλεσμα οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις να συνταχθούν μαζί τους. Οπως λέει ο Ουελμπέκ οι μουσουλμάνοι δεν ενδιαφέρονται για την οικονομία, οπότε τα αφήνουν στους σοσιαλιστές. Στη σκηνή βρίσκονται ακόμη ο Βαλς και ο Μπαϊρού, ο οποίος γίνεται πρωθυπουργός. Οι «Αδελφοί Μουσουλμάνοι» ασχολούνται κυρίως με την παιδεία.
Ο αφηγητής, καθηγητής Λογοτεχνίας στη Σορβόννη, είναι ειδικός στον Ουισμάν, συγγραφέα και κριτικό τέχνης, έναν από τους απολογητές της παρακμής του δυτικού πολιτισμού ο οποίος ακολούθησε τον δρόμο του καθολικισμού. Η νέα κυβέρνηση νομοθετεί ότι όσοι διδάσκουν οφείλουν να έχουν ασπασθεί τον μουσουλμανισμό, ο αφηγητής παραιτείται, επισκέπτεται το μοναστήρι όπου είχε ζήσει ο Ουισμάν, κάπου στο Πουατιέ όπου ο Κάρολος Μαρτέλ σταμάτησε την αραβική επέκταση τον όγδοο αιώνα. Επιστρέφοντας στο Παρίσι, εργένης, αφού η τελευταία του ερωμένη, Εβραία, έχει ήδη μεταναστεύσει στο Ισραήλ, επισκέπτεται πρώην συνάδελφό του ο οποίος έχει γίνει μουσουλμάνος, έχει δύο νόμιμες συζύγους –η μία δεκαπεντάχρονη– και έχει γράψει έναν εκλαϊκευμένον οδηγό για το Ισλάμ. Με τον Νίτσε ανά χείρας ξηλώνει ένα ένα τα επιχειρήματα υπέρ του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Μαθαίνει βέβαια ότι, χάρη στη Σαουδική Αραβία, η Σορβόννη είναι πλέον πλούσια και ξέρει να αμείβει το διδακτικό της προσωπικό, όμως η απόφασή του να αφεθεί στον πειρασμό δεν έχει οικονομικά κίνητρα. Στην τελική του απόφαση τον οδηγεί το πνευματικό και υπαρξιακό κενό που αισθάνεται. Εχοντας, όπως ομολογεί, ολοκληρώσει το έργο του, μόνος του, σ’ ένα Παρίσι όπου κυκλοφορούν γυναίκες με μαντίλες, σκέφτεται ότι η αλλαγή δεν είναι και τόσο τραγική. Στο κάτω κάτω, αν ξαναμπεί στην αίθουσα διδασκαλίας θα έρθει και πάλι σε επαφή με τις νέες φοιτήτριες, και μπορεί να διαλέξει μία απ’ αυτές για σύζυγο, μία από τις συζύγους του. Το ενδιαφέρον με την αφήγηση του Ουελμπέκ είναι ότι την απόφαση του ήρωά του να γίνει μουσουλμάνος τη μεταφέρει σε δυνητικό λόγο. «Θα πήγαινα στο Μεγάλο Τέμενος, θα ήταν παρών και ο πρύτανης…» Η υπόθεση παραμένει ανοικτή.
Στην πραγματικότητα, υπάρχουν δύο υποθέσεις. Η πρώτη είναι η πολιτική δυστοπία. Υπάρχει περίπτωση στο ορατό μέλλον στην καρδιά της Ευρώπης να επικρατήσουν μουσουλμάνοι; Ο συγγραφέας, που δεν διακρίνεται για την πολιτική του ορθότητα, συνδέει τη μουσουλμανική επικράτηση με τη σύγκρουση ευρωπαϊκού Νότου με τον Βορρά. Μια ανασύσταση της Αυτοκρατορίας του Αυγούστου που θα περιλαμβάνει και το Μαγκρέμπ. Ομως αυτό είναι το εύκολο. Το δύσκολο είναι η δεύτερη υπόθεση.
Η δεύτερη υπόθεση αφορά στη συνείδηση του ήρωα και στην ευκολία, ή μάλλον στην αδράνεια, η οποία τον οδηγεί στην «Υπακοή». Μια παράδοση η οποία δεν έχει μόνον πολιτικά χαρακτηριστικά, όπως αυτά που οδήγησαν πολλούς να συμβιβασθούν με τα ολοκληρωτικά καθεστώτα του Μεσοπολέμου, τον κομφορμισμό που καταγράφει ο Μπερτολούτσι στον «Κομφορμίστα» ή τον ήρωα του Κέσλερ στο «Μηδέν και το Απειρο» που έως το τέλος δεν αρνείται την ιδεολογία του, τον κομμουνισμό. Η παράδοσή του είναι πολιτισμική. Στην «Υπακοή», ο καθηγητής της Σορβόννης δεν προβάλλει καμιά πολιτισμική αντίσταση. Δεν υπάρχει τίποτε στον δικό του πολιτισμό, στη «σοσιαλδημοκρατική του παιδεία», όπως την αποκαλεί, το οποίο να του επιτρέπει να αντισταθεί στη θεοκρατική υπακοή.
Είναι η συνείδηση του δυτικού ανθρώπου τόσο ευάλωτη; Η απάντηση του φιλελευθερισμού είναι απλή. Η πρόοδος μπορεί να έχει παρόδους, όμως δεν έχει όπισθεν. Οι δυτικές κοινωνίες μπορεί να έχουν προβλήματα, μπορεί να περνούν κρίσεις, όμως δεν μπορούν να οπισθοδρομήσουν. Είμαστε παιδιά του Διαφωτισμού, και ως παιδιά του Διαφωτισμού μπορούμε να κρίνουμε την αξία των περιουσιακών μας στοιχείων. Το ανθρώπινο σύμπαν δεν μπορεί να αρκεσθεί στην υπόσχεση καταπολέμησης της ανεργίας, στα χαμηλά επιτόκια και στον καθαγιασμό της ανοχής απέναντι στο διαφορετικό. Ο κόσμος, όση καλή θέληση κι αν έχουμε, δεν είναι ένα απέραντο κοκτέιλ πάρτι δημοσίων σχέσεων και επιχειρηματικών σχεδίων. Η Ιστορία δεν έχει τελειώσει. Η Ιστορία κουβαλάει την αρχαϊκή ιλύ της. Κάποτε η πολιτική Ευρώπη θα το αντιληφθεί. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα είναι αργά.
Η Ελλάδα, ως συνήθως, ακολουθεί με καθυστέρηση. Ο φιλελευθερισμός, που μέχρι πριν από μερικά χρόνια ήταν στην παρανομία, θεωρείται η τελευταία ανακάλυψη της κοινωνικής τεχνολογίας. Αντιμετωπίζεται ως πολιτικό γκάτζετ, αποτροπαϊκό του βρικολακιασμένου αριστερού φρονήματος. Υπάρχουν και οι Κνίτες του φιλελευθερισμού. Οσοι τον αντιμετωπίζουν ως ιδεολογία παραγνωρίζοντας ότι η αξία του έγκειται στο γεγονός ότι ο φιλελευθερισμός δεν γεννήθηκε για να διορθώσει τον κόσμο, αλλά για να τον διαχειρισθεί. Και η διαχείριση σημαίνει αποδοχή ορισμένων αξιών που ξεπερνούν τη συγκυρία. Ποιες είναι αυτές οι αξίες για την ελληνική κοινωνία, και ποιες για την ευρωπαϊκή, τώρα που τελειώνουμε με το αριστερόμετρο; Αυτές πάντως θα μας βοηθήσουν να αντισταθούμε στην υπακοή.
Φιλελεύθερος ή συντηρητικός; Φιλελεύθερος και συντηρητικός. Είπα και ελάλησα και αμαρτίαν ουκ έχω.