Τρίτη 9 Αυγούστου 2016

Άρθρο του Foreign Affairs περί Brexit και οικονομικού ανταγωνισμού


Brexit και οικονομικός ανταγωνισμός
Τα καλά νέα για την ψήφο υπέρ του «εκτός»
Kevin Hassett και R. Glenn Hubbard
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr/)
Η νέα Βρετανίδα πρωθυπουργός Theresa May και το υπουργικό συμβούλιό της από το Συντηρητικό Κόμμα θα ξεκινήσουν σύντομα το δύσκολο έργο της διαχείρισης του Brexit.
Ο άμεσος πανικός στις χρηματοπιστωτικές αγορές είναι πίσω μας, και τώρα που η σκόνη έχει καθίσει, οι πολιτικοί στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο θα πρέπει να κοιτάξουν μπροστά για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες του διαχωρισμού του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα καλά νέα είναι ότι ένα προσεκτικά μελετημένο Brexit –που θα καθοδηγείται από τα διδάγματα της οικονομικής ιστορίας- μπορεί να είναι σημαντικά θετικό τόσο για το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και για την Ευρώπη.
Το εμπόριο και η κινητικότητα του κεφαλαίου, της εργασίας και των ιδεών έχουν αυξηθεί δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες, ειδικά στην Ευρώπη. Αλλά ακόμα ευρύτερα, η εμφάνιση της αγγλικής ως κύρια γλώσσα του εμπορίου, η πρόοδος στο Internet, στην εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη, και μυριάδες άλλες εξελίξεις, έχουν κάνει το Βερολίνο, το Χονγκ Κονγκ και το Λονδίνο κοντινά υποκατάστατα του ενός με το άλλο για τις σημερινές επιχειρήσεις και τους εργαζομένους, από όσο ήταν η Βοστώνη, η Νέα Υόρκη και η Φιλαδέλφεια πριν από εκατό χρόνια.
Ο πιο επίπεδος κόσμος έκανε απαραίτητους υπερεθνικούς οργανισμούς όπως η ΕΕ, και η οικονομική θεωρία έχει πολλά να πει για το πώς πρέπει να λειτουργούν. Η άποψή μας, όπως για πρώτη φορά την σκιαγραφήσαμε σε έγγραφο του 2012 που συγγράψαμε με τον Matthew Jensen του American Enterprise Institute, είναι ότι οι εν λόγω φορείς μπορούν να διαδραματίσουν έναν εξαιρετικά θετικό ρόλο στην εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομίας. Στην πράξη, ωστόσο, δεν έχουν πετύχει όλες τις υποσχέσεις τους, κυρίως επειδή οι εν λόγω οργανισμοί δεν έχουν ακόμη κατανοήσει πλήρως τον ρόλο που πρέπει να παίξουν στον διασυνδεδεμένο κόσμο. Η επίγνωση-κλειδί ανάγεται πίσω σε ένα σκονισμένο δωμάτιο οικονομικού σεμιναρίου στις αρχές του 1950, όταν ο μεταπτυχιακός φοιτητής Charles Tiebout στο Πανεπιστήμιο του Michigan υποτίθεται ότι έκανε ένα αστείο που κατέληξε να φέρει επανάσταση στην οικονομία και την οικονομική πολιτική.
Η παρουσίαση εκείνη την ημέρα γινόταν από τον οικονομολόγο του Χάρβαρντ Richard Musgrave, που συζητούσε το αναδυόμενο σώμα της έρευνας σχετικά με το πώς λειτουργούν οι οικονομίες της αγοράς. Αν πάρουμε ένα τυπικό ιδιωτικό αγαθό, ας πούμε ένα μήλο, δεν έχουμε να ανησυχούμε ότι η κοινωνία δεν θα παράγει αρκετά από αυτά. Αν οι άνθρωποι αγαπούν τα μήλα, θα πληρώσουν ακριβά γι’ αυτά, και οι προμηθευτές θα είναι πρόθυμοι να παράγουν περισσότερα. Το πρόβλημα με τις κυβερνήσεις, παρατήρησε ο Musgrave, ήταν ότι παράγουν δημόσια αγαθά όπως, ας πούμε, πάρκα. Αλλά τα δημόσια αγαθά έρχονται με το «πρόβλημα του λαθρεπιβάτη» [στμ: πιο σωστά, το πρόβλημα του «τζαμπατζή»] (free rider problem). Οι πολίτες μάλλον δεν θα έμπαιναν στον κόπο να επενδύσουν τα δικά τους κεφάλαια σε ένα όμορφο πάρκο, ελπίζοντας ότι θα το χρηματοδοτήσουν όλοι οι άλλοι. Σε αυτή την περίπτωση, τίποτα δεν εγγυάται ότι οι κυβερνήσεις θα παράγουν την σωστή ποσότητα δημόσιων αγαθών.
Εκείνη την στιγμή, ο Tiebout, σύμφωνα με κάποιες αναμνήσεις, δήλωσε ότι οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν να οδηγηθούν σε αποδοτική συμπεριφορά, αν οι άνθρωποι μπορούσαν να αλλάζουν τόπο. Ένα μεγάλο σπάταλο μέρος για να ζει κανείς, που γειτνιάζει με ένα [τόπο σαν] ουτοπικό όνειρο θα χάνει πολίτες. Στο τέλος, μια αδέξια κυβέρνηση που δεν μπορεί να ανταγωνίζεται για πολίτες με άλλες κυβερνήσεις θα εξαφανιστεί, όπως ακριβώς και μια αναποτελεσματική επιχείρηση εξωθείται από τις αγορές από μια άλλη που μπορεί να προσφέρει καλύτερα προϊόντα σε χαμηλότερη τιμή.
Αυτή η παρατήρηση, την οποία ο Tiebout ανέπτυξε πλήρως σε ένα έγγραφο-ορόσημο που δημοσιεύθηκε το 1956, οδήγησε σε μια έκρηξη εργασιών από τους οικονομολόγους, πολλή από αυτήν εστιάζοντας στις επιπτώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ των τοπικών κυβερνήσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό το σώμα της έρευνας είναι μεγάλο και περιέχει μια ποικιλία συμπερασμάτων, αλλά υπάρχουν πολλά κομμάτια αποδεικτικών στοιχείων που επιβεβαιώνουν τα σημαντικά ευεργετικά αποτελέσματα που μπορεί να προκύψουν όταν ανταγωνίζονται οι κυβερνήσεις. Ίσως το πιο αξιοσημείωτο επεισόδιο ήταν το μεταναστευτικό κύμα του 20ου αιώνα από τις νότιες Ηνωμένες Πολιτείες προς τον βορρά, ως απάντηση στις τρομακτικές πολιτικές διακρίσεις. Η ποιότητα των σχολείων, η παροχή δημόσιων υπηρεσιών όπως η ασφάλεια, και η χαμηλή φορολογία, έχουν επίσης αποδειχθεί ότι έχουν αντίκτυπο στις αποφάσεις επιλογής τοποθεσίας [για να ζει κάποιος].
Ένας πιο επίπεδος κόσμος πρέπει να κάνει τον ανταγωνισμό μεταξύ των εθνικών κυβερνήσεων όλο και περισσότερο σαν τον ανταγωνισμό μεταξύ των μικρότερων κοινοτήτων. Ένας τέτοιος ανταγωνισμός μπορεί να παρέχει στους πολίτες του κόσμου μια ασφαλιστική δικλείδα απέναντι στην ανεξέλεγκτη ανάπτυξη των μαζικών και αναποτελεσματικών γραφειοκρατιών. Σε αυτόν τον κόσμο, υπερεθνικοί οργανισμοί όπως η ΕΕ μπορεί να διαδραματίσουν ζωτικό ρόλο. Ακριβώς όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι τόσο πολύ καλύτερα σήμερα επειδή εκείνοι που υπέστησαν διακρίσεις στον νότο μπορούσαν να μετακινηθούν, οι Ευρωπαίοι που έρχονται αντιμέτωποι με ανεπιθύμητες οικονομικές ή κοινωνικές πολιτικές μπορούν, λόγω της κοινής αγοράς εργασίας, απλά να μετακινηθούν σε μια καλύτερη χώρα. Με τον καιρό, ακόμη και η απειλή μιας τέτοιας μετακίνησης θα πρέπει να παρέχει μια θετική δύναμη που θα περιορίζει την ανάπτυξη ευρωπαϊκών «Λεβιάθαν»: Οι χώρες που θα ανησυχούν ότι θα χάσουν πολίτες θα πρέπει να μεταρρυθμιστούν.
Αυτή είναι η θεωρία. Αλλά, όπως δείχνει το Brexit, η ΕΕ δεν έχει επικεντρωθεί με επιτυχία μόνο στον δυνητικά θετικό ρόλο που θα μπορούσε να διαδραματίσει. Πράγματι, αρκετά συχνά, μπορεί κανείς να δει τις ενέργειες της διοίκησης της ΕΕ ως μια προσπάθεια να σχηματίσει ένα καρτέλ για την εναρμόνιση των πολιτικών μεταξύ των κρατών-μελών, και στέκεται εμπόδιο στον ανταγωνισμό, αντί να τον προωθεί. Η ΕΕ έχει μια απλή δουλειά να κάνει: Να βοηθήσει τον ανταγωνισμό του Tiebout. Αντ’ αυτού, χρησιμοποιεί την ρυθμιστική ισχύ της σχεδόν χωρίς όριο, φορτώνοντας τα κράτη με μεγάλο ρυθμιστικό κόστος με -μερικές φορές- αμφισβητήσιμα οφέλη. Αυτά εκτείνονται από τον τομέα της ενέργειας μέχρι τις αγορές εργασίας μέχρι το οτιδήποτε τρελό. Η ΕΕ μέχρι που πέρασε πρόσφατα και κανονισμούς που μειώνουν σημαντικά την ισχύ των ηλεκτρικών σκουπών, ξεκινώντας έναν αγώνα για τις συσκευές. Βάλτε τα όλα μαζί, και παίρνετε ένα Brexit.
Με δεδομένη την περίπλοκη ιστορία των εθνικών κρατών της Ευρώπης, φαίνεται πιθανό ότι μια ΕΕ που λειτουργεί ως καρτέλ που πνίγει τον ανταγωνισμό, θα γίνει όλο και πιο αντιδημοφιλής και θα την εγκαταλείψουν περισσότερες χώρες. Οι αρχικές σκληρές -ακόμα και απειλητικές- αντιδράσεις για το Brexit από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Jean-Claude Juncker και την Γερμανίδα καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, υπονόησαν μια ανεξέλεγκτη κεντρική Αρχή που προστατεύει τις σαρωτικές εξουσίες της. Ωστόσο, θα πρέπει να είναι σχετικά εύκολο να διαχειριστεί το ελεύθερο και ανοικτό εμπόριο με το Ηνωμένο Βασίλειο, όπως κάνουν και τα μέλη της ΕΕ με πολλές άλλες χώρες. Προς τι λοιπόν οι απειλές; Οι πολίτες των ευρωπαϊκών δημοκρατιών θα έχουν όλο και περισσότερο (και, στην περίπτωση αυτή, δικαίως) την αίσθηση ότι έχουν χάσει την αυτονομία τους, αν κρατιούνται μαζί αναγκαστικά. Εάν αντί γι’ αυτό η ΕΕ επικεντρωθεί στην μεγιστοποίηση της κινητικότητας και την ενίσχυση του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών, επιτρέποντας στις χώρες να ανταγωνίζονται για τις ρυθμίσεις, την φορολογία και άλλους τομείς πολιτικής, τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση θα γίνει το όνειρο κάθε λαϊκιστή και η καλύτερη οικονομική φίλη των πολιτών της.
Εν τω μεταξύ, το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να εξυπηρετήσει τόσο τους δικούς του στόχους όσο και να προωθήσει την μακροπρόθεσμη υγεία της παγκόσμιας οικονομίας, αν ανταγωνιστεί επιθετικά με την ΕΕ. Οι Βρετανοί πολιτικοί μπορούν να μελετήσουν τις πολιτικές της ΕΕ, να εντοπίσουν εκείνες που είναι πιο εχθρικές προς την οικονομική δραστηριότητα, και να προσελκύσουν επενδυτές και εργαζόμενους με την υπόσχεση ανώτερων πολιτικών: Μεταρρυθμισμένους φόρους, καλύτερες υποδομές και πιο λογικούς κυβερνητικούς κανονισμούς. Τέτοιες πολιτικές θα αναγκάσουν την ΕΕ να μειώσει τους δικούς της κανόνες που εμποδίζουν τον ανταγωνισμό και να γίνει η θετική δύναμη που θα μπορούσε να είναι. Όταν αυτή η πολιτική «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» συμβεί, ο Tiebout, ο οποίος πέθανε το 1968, θα είναι κάπου και θα χαμογελά, όπως θα κάνουν και οι επενδυτές παντού.

* Ο KEVIN HASSETT κατέχει την έδρα State Farm James Q. Wilson για την Αμερικανική Πολιτική και Κουλτούρα στο American Enterprise Institute.
Ο R. GLENN HUBBARD, είναι πρύτανης στο Columbia Business School, ήταν πρόεδρος του Council of Economic Advisers υπό τον πρόεδρο των ΗΠΑ, George W. Bush.

(Υποστηρικτές του «εκτός» ανεμίζουν σημαίες της Ένωσης, μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για την ΕΕ, έξω από την Downing Street στο Λονδίνο, στις 24 Ιουνίου του 2016. NEIL HALL / REUTERS)


Copyright © 2016 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/united-kingdom/2016-07-26/brexit...