Τετάρτη 27 Απριλίου 2016

Άρθρο του Αλ. Παπαχελά για το «κλόπι-paste» της ενημέρωσης


Το «κλόπι-paste» της ενημέρωσης
ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΠΑΧΕΛΑΣ
Οι εφημερίδες βρίσκονται παγκοσμίως αντιμέτωπες με μία χωρίς προηγούμενο κρίση. Οι έντυπες εκδόσεις συρρικνώνονται, ιστορικά φύλλα κλείνουν και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πόσα χρόνια θα αντέξει το «χαρτί».
Αυτή είναι η δομική κρίση. Μεγάλες διεθνείς εφημερίδες αναζητούν τρόπους για να ισορροπήσουν ανάμεσα στην ψηφιακή τους έκδοση και την έντυπη. Μέχρι στιγμής, λίγοι είναι εκείνοι που έχουν βρει τρόπο να κερδίζουν από το Διαδίκτυο.
Στην Ελλάδα, οι εφημερίδες περνούν την τέλεια καταιγίδα, γιατί μαζί με την παγκόσμια δομική κρίση ήλθε και η δική μας εγχώρια. Τα διαφημιστικά έσοδα έχουν μειωθεί δραματικά κατά τα χρόνια της κρίσης. Η συνήθεια της αγοράς τριών και τεσσάρων κυριακάτικων φύλλων έχει υποχωρήσει, αν όχι εξαφανισθεί. Οι κυκλοφορίες έχουν μειωθεί. Μέσα σε αυτήν την πραγματικότητα, το στοίχημα της επιβίωσης για την έντυπη ενημέρωση δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ο κλάδος δεν είχε ποτέ σοβαρή ηγεσία, δεν φρόντισε να νοικοκυρευτεί, παρότι τα σημάδια της επερχόμενης καταιγίδας φαίνονταν καθαρά στον ορίζοντα. Ενεπλάκη και σε ένα νεοπλουτίστικο κύκλο προσφορών και απεριόριστων ενθέτων που νόθευαν το προϊόν, καθώς πολλοί ψώνιζαν με βάση την προσφορά και όχι το περιεχόμενο της εφημερίδας.
Εχουμε, όμως, κι ένα βαθύτατα νεοελληνικό φαινόμενο, που δεν έχει αντιμετωπισθεί και προκαλεί τεράστια βλάβη, το λεγόμενο «κλόπι-paste». Δεκάδες sites αναπαράγουν ρεπορτάζ, αναλύσεις, σκίτσα διαφόρων εφημερίδων χωρίς να πληρώνουν κάποιο πνευματικό δικαίωμα. Αναφέρουν κάπου στην έβδομη παράγραφο τη Χ εφημερίδα ως πηγή, αλλά τίποτα παραπάνω. Αυτό το φαινόμενο είναι εκτεταμένο και ανεξέλεγκτο. Θα έπρεπε εμείς, ως δημοσιογράφοι και επιχειρήσεις, να βρούμε κάποια λύση.
Η κοινή γνώμη μετατοπίσθηκε, τα χρόνια της κρίσης, προς το Διαδίκτυο για την ενημέρωσή της. Ολο και πια συχνά άκουγες την κουβέντα «μα το είδα στο Ιντερνετ». Οι πολίτες που ένιωθαν ότι έχαναν τα κεκτημένα και τον τρόπο ζωής δεκαετιών δικαιολογημένα αντιμετώπιζαν με καχυποψία τα... συστημικά μέσα ενημέρωσης. Αλλοτε θύμωναν γιατί δεν ήθελαν να ακούσουν τα πράγματα όπως έχουν, άλλοτε γιατί θεωρούσαν ότι κάτι έκρυβαν. Ολα αυτά προφανώς συνέβησαν. Πάντοτε υπήρχαν καλές και κακές εφημερίδες, όπως και τώρα υπάρχουν καλά και κακά sites. Πάντοτε είχαμε στον μπαξέ θεσμικούς, αλλά και μικρομεσαίους εκβιαστές.
Σήμερα, ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης ενημερώνεται από το Διαδίκτυο με βάση τίτλους του τύπου «Βόμβα, ποιος πολιτικός έβηξε;» ή αναπαραγωγές εντελώς αναπόδεικτων «ειδήσεων». Διαβάζει, π.χ., κάποιος ότι «τα έψαλε ο Ομπάμα στη Μέρκελ για την Ελλάδα» και μετά ανακαλύπτει ότι ποτέ δεν έγινε κάτι τέτοιο. Απλώς κάποιος ανάρτησε ένα τέτοιο δημοσίευμα και οι υπόλοιποι το αναπαρήγαγαν χωρίς κανένα φίλτρο, βάζοντας από λίγη σάλτσα σε κάθε εκδοχή.
Μέσα σε αυτό το τοπίο, οι εφημερίδες δίνουν μια μάχη επιβίωσης. Οι διεθνείς ειδήμονες επιμένουν ότι το «χαρτί» θα αντέξει 10-15 χρόνια και πως ειδικά οι εφημερίδες που κρατούν υψηλά στάνταρντ θα επιβιώσουν και μετά, στην ψηφιακή τους μεταμόρφωση.