Παρασκευή 22 Απριλίου 2016

Εύστοχος Στ. Κασιμάτης για τον Τσακαλώτο και τους 53


Αν πρώτα δεν τρελαθεί...
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
Θα παραιτηθεί ο Τσακαλώτος; Το ερώτημα κυκλοφορεί πολύ την τελευταία εβδομάδα, αφότου δηλαδή δημοσιεύθηκε το μανιφέστο των «53». Θα παραιτηθεί ο επικεφαλής της διαπραγμάτευσης περί την αξιολόγηση, μετά την ολοκλήρωσή της; Aδηλον παντί πλην ή τω θεώ. Εγώ αυτό που μπορώ να προβλέψω είναι ότι, αν συνεχίσει έτσι, ο Γιούκλιντ θα τρελαθεί ή, χάριν ακριβείας, θα αποτρελαθεί. Εκτός, βέβαια, αν ο άνθρωπος προλάβει να παραιτηθεί προτού του στρίψει. Δεν χρειάζονται τίποτε ιδιαίτερες γνώσεις για να καταλήξει κάποιος στο δικό μου συμπέρασμα. Αρκεί να διαβάσει προσεκτικά το περί ου ο λόγος κείμενο, προϊόν πανελλαδικής συνδιάσκεψης των «53».
Η ομάδα «53+» (πενήντα τρεις πλας), στην οποία περίοπτο θέση έχει ο υπουργός Οικονομικών, είναι η πραγματική καρδιά του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που αντιστέκεται στον όποιο ελάχιστο ρεαλισμό της κυβέρνησης. Πρόκειται για μια τάση αμετακίνητων μαρξιστών, με καθαρό προσανατολισμό προς τον κομμουνισμό (το λένε αλλιώς, βέβαια...) και συνέπεια στις πιο ακραίες και παλαβές θέσεις που περιελάμβαναν τα κατά καιρούς προγράμματα του ΣΥΡΙΖΑ. Ως προς τη σύνθεσή τους, εκτός από τον προσφιλή μου Γιούκλιντ, μετέχουν άλλοι δέκα βουλευτές στην τάση, επιφανέστεροι των οποίων είναι ο Θ. Δρίτσας με την κυρία Τασία, η κυρία Θεανώ και ο Σάκης Παπαδόπουλος (αυτός που βλέπει εκλογές ή δημοψήφισμα). Από τους μη κοινοβουλευτικούς γνωστότερος είναι ο «δικαιωματιστής» Π. Λάμπρου με το μόρτικο καπελίνο του.
Με το τελευταίο κείμενό τους, οι «53+», κατά κάποιο τρόπο, χαρτογραφούν το εσωτερικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ, που εξακολουθεί να σοβεί, παρά την περυσινή διάσπαση και την αποχώρηση των Λαφαζανιστών. Από τις κάπου 4.000 λέξεις του κειμένου, αξιοπρόσεκτο είναι ότι περίπου το ένα τέταρτο απαντά στα ερωτήματα ποιοι είναι οι «53+» και γιατί παρεμβαίνουν τώρα. Με αυτή την τέλεια αφορμή και σε ύφος συγκρατημένου λυρισμού, οι συγγραφείς μάς εκθέτουν τα εσώψυχά τους, τις ευαισθησίες και τους καημούς τους. Στην πραγματικότητα, απαντούν στο ερώτημα «γιατί είμαστε αυτοί που είμαστε» – κάτι το οποίο προφανώς δεν ενδιαφέρει κανέναν εκτός από τους ίδιους. Αυτός ο ναρκισσισμός, όμως, είναι βασικό χαρακτηριστικό της σύγχρονης Αριστεράς, διότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που κατορθώνουν να στέκονται εκτός πραγματικότητας αισθάνονται φορείς της σωτηρίας των άλλων, οπότε η παρατεταμένη ενατένιση του εαυτού τους στον καθρέπτη είναι, κατά κάποιο τρόπο, απόδειξη της άδολης αγάπης τους για τους άλλους.
Ας δούμε πρώτα τι ενώνει τους «53+», με τα δικά τους λόγια. Τους ενώνουν το «ρεύμα του κριτικού μαρξισμού» και ο κοινός στρατηγικός στόχος, «που δεν είναι άλλος από τον κοινωνικό μετασχηματισμό, από τον σοσιαλισμό με ελευθερία και δημοκρατία». Εξίσου ευθέως δηλώνουν ότι τους ενώνει η επιδίωξη της πανευρωπαϊκής ανατροπής του καπιταλισμού: «Είναι απαραίτητο να αναζητήσουμε μαζί με τους Ευρωπαίους συντρόφους μας εναλλακτικές, δρόμους και τρόπους επαναθεμελίωσης (σ.σ. της Ευρώπης) σε ριζικά διαφορετική κατεύθυνση από τη σημερινή». Τους ενώνουν και διάφορα δευτερεύοντα, όπως «η μάχη για τις Σκουριές, που έχει κεντρικά πολιτικά και αξιακά στοιχεία».
Οι θέσεις στις οποίες καταλήγουν είναι ότι για να διασωθεί η αριστερή διακυβέρνηση (διότι γι’ αυτή νοιάζονται πρωτίστως...) πρέπει να τονίζεται πάντα ότι «το μνημόνιο δεν είναι δικό μας» και, ταυτοχρόνως, να εφαρμόζεται το παράλληλο πρόγραμμα της κυβέρνησης. Το τελευταίο «υπονομεύει το μνημόνιο ή, για να το πούμε διαφορετικά, λειτουργεί ανταγωνιστικά και εντάσσεται σαφώς σε μια συγκρουσιακή διαδικασία». Γιατί συγκρουσιακή; Διότι «το παράλληλο πρόγραμμα είναι η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, ταυτόχρονα με τον μετασχηματισμό του κράτους, αλλά και την αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος», δηλαδή σοσιαλισμός για όσους δεν καταλαβαίνουν την υγειονομική διατύπωση του Γιούκλιντ. Με λίγα λόγια, αντίσταση εκ των έσω και υπονόμευση των σχέσεων με τους εταίρους. Αυτό είναι το παιχνίδι για τους «53+».
Επειδή, δε, πιστεύουν ακράδαντα στον κοινό στρατηγικό στόχο, δεν τίθεται ζήτημα γι’ αυτούς αποχώρησης από την κυβέρνηση: «Το ερώτημα ως δίλημμα είναι κάλπικο. Ασφαλώς μας ενδιαφέρει να είμαστε στην κυβέρνηση όσο οι κοινωνικές μας συμμαχίες μας επιτρέπουν να παίζουμε τον ρόλο μας». Εξηγώντας τις συμμαχίες που εννοούν, κατ’ αρχάς απορρίπτουν μετά βδελυγμίας την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, «που έχει πρώτη ευθύνη για τις δραματικές εξελίξεις». Προκρίνουν, ειδικά για τη λειτουργία της κυβέρνησης, τις «ανοιχτές θύρες»· η κυβέρνηση, δηλαδή, «να εντάσσει στη λογική της τις πλατείες, την άμεση σχέση με τον κόσμο που κινείται και κάτι έχει να πει». (Παρεμπιπτόντως, ιδού πώς μας προέκυψαν Καρανίκας και άλλα ταλέντα...) Αλλωστε, συνεχίζουν, μόνον έτσι θα αντισταθούν και θα ξηλώσουν το «παλαιό». Το τελευταίο είναι ο μπαμπούλας: είναι «η αόρατη αυταρχική εξουσία», που «όσο παραμένει στη θέση της, στη λογική “το κράτος έχει συνέχεια”, τόσο θα ακυρώνονται νομοθετικές ή άλλες (σ.σ.: αγωνιστικές;) πρωτοβουλίες». Η απάντηση, λοιπόν, στο «παλαιό» μπορεί να είναι μόνο «η αντιαυταρχική, αντικατασταλτική και αντιαπαγορευτική πολιτική».
Ιδεώδης επίλογος γι’ αυτή την περίληψη μετά σχολιασμού είναι η παρακάτω εμβληματική και εμπνευσμένη πρόταση, που θα μπορούσε να ήταν και πολεμική ιαχή των «53+»: «Προτιμάμε να πέσουμε αντιστεκόμενοι ηρωικά από εσωτερική ή εξωτερική τρόικα και όχι ταπεινωτικά από την ίδια την κοινωνία». (Πολύ φλύαρη για πολεμική ιαχή, αλλά αυτή είναι η Αριστερά...)
Με τον Τσίπρα, λοιπόν, να δέχεται τέτοια πίεση εκ των έσω, οι πληροφορίες της γερμανικής Bild, που τον φέρουν να παρακαλεί τη Μέρκελ να κατανοήσει το πολιτικό πρόβλημά του, δεν πρέπει να απέχουν πολύ από την αλήθεια. Αλλωστε, τόσο κόπο έκανε χθες στη Βουλή, στη συζήτηση προ ημερησίας για τη δημόσια τάξη και την ασφάλεια, προκειμένου να ικανοποιήσει τις αντιαυταρχικές, αντικατασταλτικές και αντιαπαγορευτικές πεποιθήσεις των «53+». Το πολιτικό πρόβλημα της κυβέρνησης (αυτό που διαπιστώνει ο Δραγασάκης και διαψεύδει η Γεροβασίλη) είναι πραγματικό.
Αλλά ας κλείσουμε όπως αρχίσαμε, με την αγωνία μας για την τύχη του Γιούκλιντ, του πιο αγαπημένου μου καρτούν από αυτή την κυβέρνηση. Θα παραιτηθεί ή όχι; Ο εσωτερικός διχασμός του πρέπει να είναι αφόρητος! Είναι, αλλά ο Γιούκλιντ αντέχει. Κάθε public school boy με οικονομική άνεση που αγωνίζεται με την Αριστερά ξέρει να τα βγάζει πέρα με εσωτερικούς διχασμούς και αντιφάσεις...