Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2016

Άρθρο για την αλά κάρτ Συνταγματική τάξη


Συνταγματική τάξη στο περίπου;
Πάσχος Μανδραβέλης
Τ​​ο άρθρο 19 του Συντάγματος είναι σαφές: «Απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού και των άρθρων 9 και 9Α». Στα αναφερόμενα άρθρα προβλέπεται:
«H κατοικία του καθενός είναι άσυλο. H ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη. Kαμία έρευνα δεν γίνεται σε κατοικία, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος και πάντοτε με την παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας» και «Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως ο νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή...».
Ετσι, εκ της απλής ανάγνωσης του Συντάγματος, προκύπτει ότι το άρθρο 65 του νόμου 4356/2015, το οποίο προβλέπει τη χρήση παρανόμως αποκτηθέντων αποδεικτικών στοιχείων από τις Αρχές, είναι καταφανώς αντισυνταγματικό. Τα άρθρα 9, 9Α και 19 δεν έχουν αστερίσκους και παραπομπές για αδικήματα «υπάγονται στην αρμοδιότητα του εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος», ή για «βλάβη που προκαλείται με την κτήση του είναι σημαντικά κατώτερη κατά το είδος, τη σπουδαιότητα και την έκταση από τη βλάβη ή τον κίνδυνο που προκάλεσε η ερευνώμενη πράξη». Δηλώνει κατηγορηματικώς ότι:
«Απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση...».
Βεβαίως υπάρχει η διαφθορά και η φοροδιαφυγή. Δικαιολογημένα ανησυχεί ο υπουργός Δικαιοσύνης, Νίκος Παρασκευόπουλος, ο οποίος δήλωσε: «Ο ποινικός έλεγχος μιας μεγάλης εκτάσεως φοροδιαφυγής προφανώς και βαραίνει ως αίτημα απόδοσης δικαιοσύνης, επειδή εξυπηρετεί τόσο το κοινωνικό όσο και το δημόσιο - δημοσιονομικό συμφέρον και μάλιστα σε μια εποχή όπου τα δημόσια οικονομικά δοκιμάζονται» (6.1.2016). Αλλά, πάλι, αύριο μπορεί να υπάρξει και το αίτημα καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Θα μπορεί αυτή ή κάποια άλλη κυβέρνηση να περάσει έναν αντίστοιχο νόμο που θα προβλέπει έρευνες κατ’ οίκον χωρίς ένταλμα; Μην ξεχνάμε ότι οι βόμβες προκαλούν μεγαλύτερη κοινωνική βλάβη από τις λίστες των φοροφυγάδων και το κοινωνικό αίτημα αποκάλυψης των βομβιστών αυτοκτονίας μπορεί να είναι πιο ηχηρό από το σημερινό αίτημα αποκάλυψης των φοροφυγάδων.
Οι «ζυγαριές»
Η χώρα έχει πικρή εμπειρία από έκτακτες νομοθεσίες για αντιμετώπιση διαφόρων κινδύνων. Ολόκληρη η μετεμφυλιακή νομοθεσία ήταν αποτέλεσμα της «ζυγαριάς» που ανέφερε ο αρμόδιος υπουργός: «Σύμβολο της δικαιοσύνης είναι η ζυγαριά. Οι περισσότερες από τις κρίσεις της, αν όχι όλες, προϋποθέτουν σταθμίσεις συμφερόντων, αγαθών, αξιών». Να θυμίσουμε ότι τότε ήταν ο καθ’ όλα υπαρκτός κίνδυνος εκ Βορρά, ενώ υπήρχαν οι αποφάσεις της Κ.Ε. του ΚΚΕ που προέβλεπαν: «Δεν πρέπει να υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι σαν αποτέλεσμα της νίκης του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος (ΔΣΕ) και της λαϊκής επανάστασης, ο μακεδονικός λαός θα βρει την πλήρη εθνική αποκατάστασή του έτσι όπως το θέλει ο ίδιος, προσφέροντας σήμερα με το αίμα του για να την αποχτήσει» (απόφαση 5ης ολομέλειας της Κ.Ε. του ΚΚΕ 1949).
Σχετικοποιώντας, με «ζυγαριές», τα δικαιώματα και τις ρητές συνταγματικές προβλέψεις (πιο ρητή απαγόρευση από το άρθρο 19 δεν θα μπορούσε να υπάρξει), ξεκινά ένας κατηφορικός δρόμος που όλοι εκ της ιστορίας γνωρίζουμε πού μπορεί να καταλήξει. Ετσι, παρά το γεγονός ότι είναι αληθή όλα όσα –με περίσσιο λυρισμό– καταγράφει η ανακοίνωση 12 εκ των 15 μελών της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων για «μία χώρα, που έχει περιπέσει σε οικονομικό μαρασμό, στην οποία, καθημερινά, τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα συρρικνώνονται, η ανεργία καλπάζει, τα δάνεια “κοκκινίζουν”, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις κλείνουν, οι άστεγοι αυξάνονται...», παρόμοια ελέχθησαν για την ίδια χώρα η οποία μόλις είχε βγει από τον Εμφύλιο, με κατεστραμμένες υποδομές και χειρότερη φτώχεια, με κίνδυνο απώλειας εδαφών και τη ρητή απειλή του «όπλου παρά πόδα».
Στην ίδια λογική κινείται και ο ομότιμος καθηγητής και ακαδημαϊκός Μιχάλης Σταθόπουλος, ο οποίος σχεδόν ομολογεί ότι πρέπει να βαπτιστεί το κρέας ψάρι για να κριθεί συνταγματικός ο νόμος των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Επισημαίνει ότι «η διάταξη αυτή έχει πρόβλημα συνταγματικότητας, αφού το άρθρο 19 παρ. 3 του Συντάγματος ορίζει ότι “απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί κατά παράβαση του άρθρου αυτού και των άρθρων 9 και 9 Α”. Είναι, βέβαια, ατυχής η απόλυτη και άκαμπτη αυτή διάταξη του Συντάγματος, αλλά η διάταξη υπάρχει. Ετσι απαιτείται να αναζητηθεί, αν μπορεί να βρεθεί, τρόπος συνταγματικής θεμελίωσης της ηθικά αναγκαίας εξαίρεσης στον εν λόγω συνταγματικό κανόνα». Αντ’ αυτού προτείνει τη χρήση του άρθρου 25 παρ. 3 Συντάγματος, «κατά την οποία “η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος (και εννοούνται όλα τα ατομικά και κοινωνικά συνταγματικά δικαιώματα) δεν επιτρέπεται”... Ετσι, ο νομοθέτης θέτει κάποια όρια στην άσκηση του οποιουδήποτε δικαιώματος. Γιατί υπάρχουν και άλλες αξίες που δεν μπορεί να θυσιάζονται πάντοτε στον βωμό ενός ατομικού δικαιώματος» («Προσωπικά δεδομένα ή φορολογική δικαιοσύνη;» «Καθημερινή» 10.1.2016).
Ηθική... ρέουσα
Η ερμηνεία αυτή του άρθρου 25 θυμίζει λίγο τη λαϊκή ρήση «εγώ είμαι υπέρ της ελευθερίας του λόγου, αλλά όχι και να μπορεί να λέει ο καθένας ό,τι θέλει». Το χειρότερο είναι ότι θέτει όλα τα ατομικά δικαιώματα υπό απειλή. Ισως γι’ αυτό έχει επικριθεί σφοδρότατα από εξέχοντες συνταγματολόγους όπως οι Αρ. Μάνεσης, Γ. Βλάχος και Φ. Βεγλερής. Ο τελευταίος μάλιστα γράφει ότι η «αποτελεί το μέσο για να ανατραπεί όλο το σύστημα συνταγματικής προστασίας ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων “με μία διάταξη που θα τα έθετε όλα υπό αίρεση ατονίας”» («Η σύμβαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και το Σύνταγμα», 1977).
Το πρόβλημα με την περιρρέουσα ηθική, που επικαλείται ο κ. Σταθόπουλος, είναι πως παραείναι... ρέουσα. Γι’ αυτό και τα ατομικά δικαιώματα πρέπει να είναι απαραβίαστα. Γιατί, αν υπάρχουν «άλλες αξίες που δεν μπορεί να θυσιάζονται πάντοτε στον βωμό ενός ατομικού δικαιώματος», τότε οι βασανισμοί υπόπτων για βομβιστικές επιθέσεις μπορούν να νομιμοποιηθούν. Τι θα βαρύνει περισσότερο στη «ζυγαριά» του κ. Παρασκευόπουλου ή ενός μελλοντικού υπουργού Δικαιοσύνης; Η σωματική ακεραιότητα ενός υπόπτου ή ο θάνατος δεκάδων σε μια πλατεία;
Ακόμη πιο προβληματική είναι η παρέμβαση της κ. Βασιλικής Θάνου. Οχι επειδή επαναλαμβάνει την επιχειρηματολογία των προαναφερθέντων, αλλά διότι είναι πρόεδρος του Αρείου Πάγου. Ως γνωστόν, στην Ελλάδα ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων είναι διάχυτος. Ομως, αυτός γίνεται στα δικαστήρια (ύστερα από διαβούλευση και ακρόαση όλων των πλευρών) και όχι μεμονωμένα από δικαστές. Δηλαδή, πώς θα κρίνουν τα κατώτερα του Αρείου Πάγου τη συνταγματικότητα αυτού του νόμου όταν η πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου νομολόγησε προχείρως και ως μη ώφειλε; Τι θα συμβεί εάν αυτός ο νόμος φτάσει στον Αρειο Πάγο; Υπάρχει περίπτωση η κ. Θάνου να πειστεί από τα νομικά επιχειρήματα των αντιδίκων; Και αν ναι, θα το πει; Δυστυχώς, στην περίπτωση αυτή η πρόεδρος του Αρείου Πάγου λειτούργησε περισσότερο ως κυβερνητικός εκπρόσωπος παρά ως ανώτατος δικαστής.
Ο Ορσον Γουέλς είχε πει πως «μόνο σε ένα αστυνομικό κράτος η δουλειά των αστυνομικών είναι εύκολη». Γι’ αυτό και και στις ΗΠΑ ο Αλ Καπόνε –που όλοι γνώριζαν ότι είναι γκάνγκστερ, αλλά δεν υπήρχαν τα αποδεικτικά στοιχεία– πέθανε στη φυλακή καταδικασμένος για φοροδιαφυγή. Ουδείς τότε έκανε περίτεχνες θεωρίες περί «σχετικότητας των δικαιωμάτων» ή για το απαραβίαστο του Συντάγματος, αλλά στο περίπου...