Τρίτη 23 Ιουνίου 2015

Εξαιρετικός Τ. Θεοδωρόπουλος για τα 100 χρόνια εθνικής μοναξιάς


Εκατό χρόνια μοναξιάς
ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
Π​​έντε χρόνια πριν, όταν ομολογήσαμε πως το ελληνικό κράτος πτώχευσε και μαζί του η «κρίσιμη μάζα» της πελατείας του, θεωρούσα πως η δοκιμασία θα θεράπευε, αν όχι όλες, τουλάχιστον αρκετές απ’ τις αναπηρίες μας. Πίστη στην παλιά καλή ιδέα του Διαφωτισμού, που επιβάλλει την ενεργοποίηση της λογικής ως άμυνα απέναντι στις αντιξοότητες; Ψευδαίσθηση; Πέστε το όπως θέλετε. Αισθανόμουν κι εγώ, όπως πολλοί, πως ο ευδαιμονικός παροξυσμός δεν μπορούσε να κρατήσει για πάντα, πως ο πατριωτισμός της Μυκόνου είχε τα όριά του, όπως και ο νεόπλουτος ηδονισμός που εξεφράσθη με τον πληρέστερο τρόπο στα περίφημα γεγονότα του 2008. Τότε η «νέα γενιά», γερασμένη εκ γενετής, κατέστρεψε με ολοκληρωτική μανία το κέντρο της Αθήνας. Εκανε ό,τι δεν τόλμησαν να κάνουν οι πατεράδες της, που εγκατέλειψαν τα διαμερίσματα των δικών τους πατεράδων στη δεκαετία του ’80, για να χτίσουν μεζονέτες με γούρνες και γκαράζ. Οπως όλοι οι νεόπλουτοι, στην πρώτη δεκαετία του 2000, η Ελλάδα δεν ήθελε να θυμάται το παρελθόν της Ψωροκώσταινας.
Πέντε χρόνια μετά, οι αριθμοί της ανεργίας μπορεί να μοιάζουν αφηρημένοι για όσους δεν υφίστανται το μαρτύριο, τα καταστήματα όμως, που κλείνουν κάθε μέρα, μοιάζουν με κενοτάφια μιας χώρας που αργοπεθαίνει, οι άστεγοι με φαντάσματα, οι ρακοσυλλέκτες με τους κομπάρσους ενός δράματος που δεν έχει πρωταγωνιστές. Οι ελίτ της χώρας, πολιτικές, πνευματικές, θρησκευτικές, αποδείχθηκαν αντάξιες μιας δημοκρατίας που αναγνώριζε ως μέτρο επιτυχίας το «πρώτο τραπέζι πίστα» και την αυθαιρεσία του τυχάρπαστου τενεκέ που το καταλάμβανε, γιατί είχε μετρητά στην τσέπη. Πέντε χρόνια μετά, η Ελλάδα έχει αναδείξει σε πρωταγωνιστές του δράματός της τα χειρότερα υλικά της. Εργάστηκαν πολλοί για να το επιτύχουν. Εργάστηκε η πολιτική τάξη με τη φοβική της συμπεριφορά, την κατεστημένη της υποκρισία που την εμπόδιζε να κοιτάξει κατάματα την αναξιοπιστία της. Ποια πολιτική πρόταση ακούστηκε όλα αυτά τα χρόνια; Nada. Εργάστηκε ο καλλιτεχνικός κόσμος με τους διάφορους σαλτιμπάγκους, σαν εκείνον τον υπέρβαρο λερό που παριστάνει τον χιουμορίστα και πάει στη Βουλή ντυμένος σαν την ψυχή του, οι οποίοι κολάκευαν το κοινό τους αποκαλώντας τη Μέρκελ «Μερκέλα». Εργάστηκε ο πνευματικός κόσμος με την εμμονή του στα στερεότυπα, από τον ανθυπομαρξισμό της ηλίθιας αριστεράς ώς τον δογματικό φιλελευθερισμό. Εργάστηκε το βαθύ κράτος της εκπαίδευσης, η βλακώδης νοοτροπία των πελατών της που δεν τους ενδιαφέρει τι θα μάθουν τα παιδιά τους, αλλά πόσα θα πληρώσουν σε ιδιαίτερα. Αντί να σκεφτούμε σοβαρά γιατί το κοινωνικό κράτος δεν λειτούργησε ποτέ, ήταν μια ακόμη απάτη ανάμεσα στις άλλες, χτίσαμε χαρακώματα για να το υπερασπιστούμε.
Ας το πάρουμε απόφαση. Η κ. Κωνσταντοπούλου, δυσμενής εκδοχή της ανθρώπινης κατάστασης, με την αγένειά της, τη δικολαβίστικη αυθαιρεσία της, συνδυασμός παλιάς Αρσακειάδας πουριτανής και ανακρίτριας στη Μόσχα του 1937, είναι η απολύτως ταιριαστή πρόεδρος σε μια Βουλή που έχει προ πολλού τσαλαπατήσει τους όρους της δημοκρατικής ευπρέπειας. Ναι, λυπάμαι, σε πείσμα του προοδευτικού ξυπόλητου που παριστάνει τον οικονομολόγο, του απίθανου κ. Τουσέν, υπάρχει μια δημοκρατική ευπρέπεια, όπως υπάρχει και μια κοινωνική ευπρέπεια, όπως υπάρχει και μια πνευματική ευπρέπεια. Ο κ. Λαφαζάνης, ανακυκλώσιμο προϊόν της κάποτε αριστεράς, είναι ο καταλληλότερος για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα του παρακρατικού Φωτόπουλου. Και ο περιφερόμενος νάρκισσος, που η μόνη ιδέα που έχει στο φαλακρό του κεφάλι είναι το ίδιο το φαλακρό του κεφάλι, είναι ο καταλληλότερος υπερασπιστής μιας ανύπαρκτης οικονομίας. Ολοι αυτοί, και πολλοί ακόμη, είναι οι παράπλευρες απώλειες μιας Δημοκρατίας που φρόντισε να μην αποκτήσει ποτέ δημοκρατική παιδεία.
Μια κοινωνία γερασμένη, όπου ενάμισι εκατομμύριο εργαζόμενοι συντηρούν τρία εκατομμύρια συνταξιούχους, μια κοινωνία απαίδευτη, κοινώς αμέτοχη στα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου, εάν αφεθεί στον εαυτό της είναι καταδικασμένη να πεθάνει. Δεν ξέρω αν θα φροντίσουν γι’ αυτό τα κύματα των λαθρομεταναστών ή οι συμμορίες των μπαχαλάκηδων και τα πακέτα από μυς με τους αγκυλωτούς σταυρούς. Εκείνο που ξέρω είναι ότι «η μοναξιά» που μας ετοιμάζουν οι απατεωνίσκοι της κυβέρνησης οδηγεί εκεί με μαθηματική ακρίβεια.
Κι αν κάτι παίζεται αυτές τις ημέρες, δεν είναι ούτε τα επιτόκια δανεισμού, ούτε τα χρόνια της συνταξιοδότησης. Αυτό που παίζεται είναι τα εκατό χρόνια της μοναξιάς που περιμένουν την Ελλάδα. Ακούγοντας τον κ. Τσίπρα προχθές να λέει στη Μόσχα περί «θαλασσινού λαού» που ξέρει να αντιμετωπίζει τις τρικυμίες, έχασα και την τελευταία αμφιβολία περί τούτου. Οι άνθρωποι αυτό επεδίωκαν εξ αρχής και αυτό προσπαθούν να επιτύχουν, την απομόνωση της χώρας, που θα επιτρέψει στο τσούρμο να εδραιώσει το καθεστώς του. Είναι τυχαίο ότι κάθε μέρα κάποιος από δαύτους προσπαθεί να υπενθυμίσει στην πελατεία του πως η χώρα είναι μοιρασμένη στα δύο, ή στα τρία, ή σε όσα κομμάτια σκορπίσει ό,τι έχει απομείνει από κοινωνική συνοχή;
Γελάσαμε, τους απολαύσαμε, ώρα να σοβαρευτούμε τώρα. Κοινώς ώρα να συγκροτηθούν σε μέτωπο όσες δυνάμεις έχουν απομείνει και πιστεύουν ότι η χώρα δεν πρέπει να αποκοπεί από τον σύγχρονο κόσμο, όσοι δεν θέλουν να ζήσουν στο στρατόπεδο της εξαθλίωσης που μας ετοιμάζουν οι ανεπάγγελτοι της εξουσίας.
ΥΓ.: Παράκαμψη από τα γλωσσικά λόγω δημοσίων έργων που απειλούν να εκτρέψουν τη χώρα προς τη χωματερή της καθ’ ημάς Ανατολής. Θα επανέλθω εν ευθέτω χρόνω.