Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

Απολαυστικός Στ. Κασιμάτης για το καλό παιδί και τον φύλακα άγγελό του


Το καλό παιδί και ο φύλακας άγγελός του
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
​​«Ο Τσίπρας είναι ένα καλό παιδί και παρασύρεται. Εμείς είμαστε εδώ για να τον επαναφέρουμε». Αυτή είναι η απάντηση που δίνει ο Παναγιώτης Λαφαζάνης σε παλιούς φίλους, όταν του θέτουν το ζήτημα των σχέσεων των ακροαριστερών Λαφαζανιστών με τους Τσιπριστές, στο εσωτερικό της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και της κυβέρνησης.
Το έχω ακούσει από δύο ανθρώπους (προς στιγμήν ένιωσα τον πειρασμό να πω τον πλεονασμό «δύο διαφορετικούς ανθρώπους»), όπου και οι δύο το λένε ως προσωπική μαρτυρία: ο καθένας τους, δηλαδή, υποστηρίζει ότι ήταν εκεί όταν αυτό ελέχθη από τον Λαφαζάνη.
Αντιστάθηκα παραπάνω στον πειρασμό του πλεονασμού, υποκύπτω όμως τώρα στον άλλο πειρασμό, της μεθοδολογικής παρέκβασης. Το γεγονός ότι δύο πρόσωπα το μαρτυρούν το περιστατικό ως προσωπική εμπειρία μπορεί να σημαίνει δύο διαφορετικά πράγματα. Κατ’ αρχάς, ότι τα λόγια αυτά είναι ένας αστικός μύθος, ο οποίος, αν συνεχίσει να διαδίδεται, σε λίγο θα αποκτήσουν παροιμιώδη χροιά και, πιθανόν, στο μέλλον ιστορικότητα. Εντούτοις, μπορεί και να σημαίνει ότι τα λόγια αυτά είναι η αλήθεια· ότι, δηλαδή, ο Λαφαζάνης τα είπε πράγματι σε δύο διαφορετικούς ανθρώπους, επειδή με αυτά εκφράζει τη θέση του ― στο κάτω κάτω, δεν έχει λόγο να κρύβεται από κανέναν.
Στην σκέψη του, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης είναι ένας απλός άνθρωπος: ένας κομμουνιστής. Με τον χαρακτηριστικό θεολογικό ντετερμινισμό τους είδους, πιστεύει ότι η ιστορία του ανθρώπινου γένους τελειούται με την επικράτηση του κομμουνισμού και αυτό τον σκοπό υπηρετεί με την πολιτική δράση του σαράντα τόσα χρόνια τώρα. Είναι γνωστό ότι είναι τίμιος, ολιγαρκής και, πάνω απ’ όλα, κολλημένος. Είτε τις εκστόμισε, λοιπόν, τις κουβέντες που του αποδίδονται είτε όχι, η ουσία είναι ότι εκφράζουν τους σκοπούς του και εξηγούν και την αδράνεια (επικοινωνιακά, τουλάχιστον) των Λαφαζανιστών.
Αδρανούν διότι όλα τους πάνε ρολόι. Γιατί να πετάγονται και να γκρινιάζουν για δήθεν ανοίγματα της κυβέρνησης προς τους εταίρους, που γίνονται με λόγια, όταν η κυβέρνηση στο σύνολό της, με τις πράξεις ή τις παραλείψεις της, κάνει όλο και πιο δύσκολο τον συμβιβασμό με τους εταίρους; Σιωπούν, επομένως, και περιμένουν στην όχθη του ποταμού (όχι του ποταμιού, προς Θεού) να δουν το ρεύμα να φέρνει το πτώμα του καπιταλισμού. Οι κομμουνιστές, όπως και οι χριστιανοί, ξέρουν να περιμένουν.
Από την Κύπρο
Η είδηση έρχεται από τη θαλασσοφίλητη Κύπρο, το χρυσοπράσινο φύλλο το ριγμένο στο πέλαγος, και εξηγεί πολλά. Η πρύτανης του ΤΕΠΑΚ (το τεχνικό πανεπιστήμιο της Κύπρου, να υποθέσω;) παραπέμπεται στην ποινική δικαιοσύνη, αφού προηγουμένως έμεινε υπό κράτηση επί τριήμερο για τις ανάγκες της αστυνομικής έρευνας. Το όνομά της δεν το συγκράτησα και, ειλικρινά, δεν έχει σημασία. Το αδίκημα για το οποίο παραπέμπεται είναι ότι παρενέβη στις προαγωγές οκτώ ατόμων από το προσωπικό του ΤΕΠΑΚ. Προσωπικώς, το βρίσκω εξωφρενικό για τα δικά μας χαλαρά δεδομένα, όπου οι παρεμβάσεις διευκολύνονται μέσω της κατάλληλης διαμόρφωσης των θεσμών, ώστε να ασκούνται νομοτύπως.
Το γεγονός εξηγεί κατ’ αρχάς γιατί η Κύπρος σοβαρεύτηκε τόσο γρήγορα και αντιμετώπισε την κρίση με επιτυχία: διότι είναι περισσότερο Ευρώπη από την Ελλάδα. Εξηγεί, επίσης, πόσο δίκιο είχε ο Τσαρούχης, ο οποίος είπε όταν ξέσπασε ο αγώνας της ανεξαρτησίας από τους Αγγλους: «Μία αγγλική αποικία έχει η Ελλάδα, γιατί θέλουμε να τη χάσουμε;». Διότι είναι μεν πιο ευρωπαϊκή ως προς τη λειτουργία κράτους και θεσμών, αλλά παραμένει και ελληνική, όπως αποδεικνύει η παράλογη επιδίωξη της ανεξαρτησίας και της ένωσης με την Ελλάδα...
Δεν λέγονται
Είναι κρίμα πως ο Γιάννης Μπουτάρης χάνει το δίκιο του όταν παρασύρεται και λέει κουβέντες που δεν πρέπει. Τις προάλλες, αναφερόμενος στον Π. Καμμένο, είπε: «Τον χοντρό δεν τον πάω με τίποτα. Κρεμασμένο να τον έβλεπα, δεν θα του έκοβα το σκοινί». Μα, για όνομα του Θεού, λέγονται τέτοια πράγματα; «Χοντρός» ο Καμμένος; Ο Καμμένος είναι κανονικός· απλώς, όλοι οι άλλοι είμαστε αφύσικα αδύνατοι, εξαιτίας της ανθρωπιστικής κρίσης...
Sancta simplicitas
Γεγονός: Τρίτη μεσημέρι 12.30 στη γωνία Κανάρη και Σέκερη, ένας νέος, όχι περισσότερο από είκοσι, με όψη που θα τον έλεγες φοιτητή, έχει στρέψει το βλέμμα ψηλά και κοιτάζει αγωνιωδώς δεξιά και αριστερά τις πινακίδες των οδών. Οπως φθάνω μπροστά του, με προλαβαίνει προτού τον παρακάμψω και, για κακή του τύχη, με ρωτά: «Συγγνώμη, η Τσακάλωφ πού είναι τώρα;». Δυστυχώς, δεν είχα χρόνο ― αλλιώς, πολύ θα το διασκέδαζα. Του είπα μόνο «τώρα πού είναι η Τσακάλωφ δεν ξέρω» και συνέχισα τον δρόμο μου, σκεπτόμενος πόσο αστείος θα ήταν ο κόσμος αν αποφασίζαμε να μεταφέρουμε το όνομα μιας οδού κάθε μέρα αλλού. Μαζί με τον καιρό και την κίνηση στους δρόμους, να ακούμε κάθε πρωί από το ραδιόφωνο και το δελτίο κίνησης του οδού Τσακάλωφ, π.χ. «σήμερα η οδός Τσακάλωφ έχει μεταφερθεί στην Αναστάσεως στο Περιστέρι»...


(Στην φωτογραφία : Εις τας δέλτους της Ιστορίας, ένθα είναι αναγεγραμμένες (με ολόχρυσα γράμματα) οι αξίες του Ελληνισμού, η λεγόμενη μερακλοσύνη κατέχει περίοπτον θέσιν. Εξ ου το γεγονός ότι ακόμη και αυτός ο Κατρούγκαλος έχει θαυμάστριες...)