Τρίτη 17 Μαρτίου 2015

Εξαιρετικός Χρ. Γιανναράς αν τολμούσε ο πρωθυπουργός τα «ουσιώδη»


Αν τολμούσε ο πρωθυπουργός τα «ουσιώδη»
Χρήστος Γιανναράς 
Η λογική των δανειστών μας απλή, τετράγωνη: Δανειστήκατε, χρωστάτε, θα πληρώσετε. Αφού δεν έχετε χρήματα, θα υποστείτε κατάσχεση: κοινωνικής περιουσίας, εθνικού σας πλούτου. Εναλλακτική προσφορά μας: Να συνομολογήσετε την επιτρόπευση του κράτους σας, τον άμεσο, επιτόπιο έλεγχο της οικονομίας και κάθε πτυχής του κρατικού σας μηχανισμού. Οπως γίνεται πάντοτε σε κάθε χώρα νικημένη: Θα είσαστε υπό κατοχήν, όχι από στρατό κατοχής, από «θεσμούς».
Εξόφθαλμα δεδομένη η αδυναμία-ανημπόρια μας να αντισταθούμε: Δεν έχουμε ερείσματα αντίστασης, έρμα πίστης στην αξιοπρέπειά μας, στην Ιστορία μας, σε ποιότητες ζωής που χωρίς αυτές δεν έχει νόημα να υπάρχεις. Γλώσσα, κάλλος της γης μας, Τέχνη των προγόνων μας, λαϊκή βιωματική παράδοση «νοήματος», λογαριάζονται (στην καλύτερη περίπτωση) ρητορικός ρομαντισμός, αερολογία. Αυτό που προέχει στη ζωή μας είναι το χρήμα, χαρά ζωής και νόημα ζωής δίνει μόνο το χρήμα, ο κοινός τρόπος, η οργάνωση και οι προτεραιότητες του βίου δεν αφήνουν περιθώρια για άλλη πρωτεύουσα σκόπευση.
Βλέποντας ο Μάνος Χατζιδάκις, όταν ζούσε, τον συνεχή βυθισμό του μεταπρατικού μας κράτους στη διαφθορά και στη διάλυση, είχε πει το εκπληκτικό εκείνο: «Να φέρουμε τους Ευρωπαίους να μας κυβερνήσουν, ώστε να μπορέσουμε εμείς να ασχοληθούμε με τα ουσιώδη». Η τραγωδία είναι, σήμερα πια, ότι τα «ουσιώδη» για μας τους συμπτωματικά συμπατριώτες του μεγάλου μουσικού, είναι μόνο η καταναλωτική ευχέρεια, ο πρωτογονισμός της μονοτροπίας ιστορικο-υλιστικών προτεραιοτήτων.
Ο Αλέξης Τσίπρας έχει τη φρεσκάδα της νιότης και γερό μυαλό. Θα μπορούσε να «πιάσει» τον πολιτικό ρεαλισμό της ρήσης του Μάνου Χατζιδάκι. Να δει καθαρά το δίλημμα μπροστά μας: Ή θα σερνόμαστε, για πολλές δεκαετίες, στα παζαρέματα με τη βαναυσότητα (λογικά τετράγωνη) των δανειστών μας ή θα αλλάξουμε ρότα. Οχι για να διολισθήσουμε σε συνθηματολογίες παλικαρισμού και ρητορικά νταηλίκια για ψυχολογική κατανάλωση, αλλά ρισκάροντας το ρεαλιστικότατο δίλημμα: ή όλα ή τίποτα. Με το «όλα» να σημαίνει τα «ουσιώδη» του Μάνου Χατζιδάκι.
Θα λέγαμε στους δανειστές μας (με τη γλώσσα της πολιτικής, όχι της επιφυλλιδογραφίας): Ναι, δεχόμαστε να υποστούμε τις συνέπειες της αφροσύνης μας, δεχόμαστε να επιτροπεύεται κάθε κρατική λειτουργία, να κηδεμονεύεται ταπεινωτικά ο βιοπορισμός μας. Με μία μόνο εξαίρεση: Θα μας αφήσετε να διαχειριστούμε την Παιδεία μας. Χωρίς καμουφλαρισμένες επεμβάσεις των μυστικών υπηρεσιών σας, χωρίς να εξαγοράζετε «οργανικούς διανοουμένους» στον τόπο μας, παπαγαλάκια της αρνησιπατρίας, των παραχαράξεων της Ιστορίας, της υπονόμευσης του γλωσσικού μας κληρονομήματος.
Και όταν λέμε Παιδεία, δεν εννοούμε, βέβαια, τη σχολική μόνο και πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Εννοούμε και τον κοινωνικό έλεγχο των ΜΜΕ: τη θεσμική οργάνωση αυτού του ελέγχου, για να είναι ανυπότακτες σε ιδιωτικά βουλιμικά συμφέροντα η πληροφόρηση και η ψυχαγωγία.
Γιατί θα ήταν «ελληνική» μια τέτοια απάντηση στον διλημματικό εκβιασμό από τους δανειστές μας; Επειδή απηχεί την ιστορική εμπειρία μας, διδάγματα ρεαλιστικά από το παρελθόν μας: Οταν, το 146 π.Χ., οι Ρωμαίοι κατάκτησαν και την κυρίως Ελλάδα, όπως και το 1453 μ.Χ., όταν οι Τούρκοι εμπέδωναν την κυριαρχία τους στον «μέγα κόσμο» της ελληνορωμαϊκής «οικουμένης» (στην εξελληνισμένη αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης - Κωνσταντινούπολης), οι Ελληνες υποτάχθηκαν στον πολεμικά ισχυρότερο, αλλά δεν παραιτήθηκαν από τον δικό τους «τρόπο», τον δικό τους πολιτισμό. Η δυναμική του ελληνικού «τρόπου» (η ποιότητα της ανταπόκρισης στα «ουσιώδη» των αναγκών του ανθρώπου) κατόρθωσε «ανεπαισθήτως» να αλώσει ένδοθεν τη ρωμαϊκή παντοδυναμία, να καρπίσει, επί χίλια χρόνια, έναν κοσμοπολίτικο πολιτισμό ιστορικής πρωτοπορίας.
Δεν κατόρθωσε αυτός ο διεθνικός Ελληνισμός την ίδια δυναμική, όταν το 1453 υποδουλώθηκε στους Τούρκους. Οι Τούρκοι είχαν αδιάβροχες αντιστάσεις σε κάθε ενδεχόμενο να επηρεαστούν πολιτισμικά από τους Ελληνες: Είχαν τον πρωτογονισμό της θρησκείας του Ισλάμ (μιας θρησκείας χωρίς μεταφυσική) και καθόλου ή ελάχιστους εθισμούς σε κοινωνικό βίο με όρους ισονομίας και ισοτιμίας. Δεν αφομοιώθηκαν οι κατακτητές από τους κατακτημένους, όπως έγινε με τους Ρωμαίους. Αλλά και δεν εμπόδισαν ολοκληρωτικά τους κατακτημένους να συνεχίσουν, έστω και με συνθήκες εξουθενωτικής σκλαβιάς και φτώχειας, «να ασχολούνται με τα ουσιώδη»: Να παράγουν την έκπληξη ενός λαϊκού πολιτισμού, που τα επιτεύγματά του τα λογαριάζουμε σήμερα κορυφαία σε σοφία και αισθητική: Αρχιτεκτονική, χωροταξία, ποίηση και τραγούδι, φορεσιές, κοινοτικοί και συντεχνιακοί θεσμοί, χοροί, γιορτές, κοινωνική αλληλεγγύη.
Ο λαϊκός πολιτισμός των υπόδουλων στους Τούρκους Ελλήνων συνέχιζε, οργανικά και γόνιμα, τον ίδιο ελληνικό «τρόπο» που άρδευσε την ανθρώπινη Ιστορία από τον Ομηρο ώς τον Ρωμανό τον Μελωδό και ώς τον «Ερωτόκριτο». Ο «τρόπος» συνόψιζε τα «ουσιώδη» για τους Ελληνες που μπορούσαν να τα καλλιεργούν, δηλαδή να τα χαίρονται, έστω κι αν τους κυβερνούσαν στυγνοί τύραννοι. Σήμερα, το άλλοτε αίτημα του Μάνου Χατζιδάκι μοιάζει ουτοπικό (ή και ακατανόητο), γιατί ο «τρόπος» των Ελλήνων πια δεν λειτουργεί. Κυριάρχησε απόλυτα η εθελοδουλεία του μεταπρατισμού, της ξιπασιάς, του πιθηκισμού των «Ευρωπαίγων», όπως έλεγε ο Μακρυγιάννης.
Ο Αλέξης Τσίπρας έχει τη φρεσκάδα της νιότης και γερό μυαλό. Εφτιαξε κυβέρνηση επιστρατεύοντας, για πρώτη φορά, κοινωνικές δυνάμεις. Εκανε Πρόεδρο Δημοκρατίας κομματικό του αντίπαλο. Είναι φανερό ότι επιδιώκει, στις κρίσιμες αυτές ώρες, συνεργασίες, συστράτευση έντιμων και αποδεδειγμένα ικανών ανθρώπων. Θα διάβασε, δεν μπορεί, το άρθρο του Στέφανου Μάνου στην «Κ» της περασμένης Κυριακής (8.3.2015). Είναι στη στόφα του η τόλμη, να φωνάξει τον Μάνο και να του πει: «Αυτά ακριβώς που έγραψες στο άρθρο, μπες στην κυβέρνηση, να τα κάνεις πράξη».
Αν ο Μάνος δεχτεί και τολμήσει, η δόξα θα είναι περισσότερο του Τσίπρα, λιγότερο του Μάνου. Αν δεν δεχτεί ή αν δεχτεί και αποτύχει, τότε τον κοινό έπαινο θα τον εισπράξει και πάλι ο Τσίπρας, που τόλμησε.
Οι σάπιες φιγούρες του πράσινου και γαλάζιου παρελθόντος δεν ήταν ικανές ούτε καν να φιλοδοξήσουν τέτοια «ουσιώδη» τολμήματα.