Παρασκευή 29 Αυγούστου 2014

Άρθρο της Le Monde diplomatique ότι η σωτηρία της λίμνης του Τσαντ, ελπίδα για την ειρήνη


Η σωτηρία της λίμνης του Τσαντ, ελπίδα για την ειρήνη
par Kaimaki Valia, Prodi Romano, [Βασιλοπούλου Κορίνα (μτφ)]
(Πηγή : http://www.monde-diplomatique.gr/)
H λίμνη Τσαντ, σπάνια πηγή υδάτων για μια λεκάνη με 30 εκατομμύρια κατοίκους, στην καρδιά του Σαχέλ, κινδυνεύει με αφανισμό εξαιτίας της δραστηριότητας των παρόχθιων χωρών και της ερημοποίησης.
Η αναζωογόνησή της καθίσταται απαραίτητη, καθώς θα ευνοούσε την ειρήνη σε μια εύθραυστη περιοχή. O πρώην πρόεδρος της Κομισιόν, Ρομάνο Πρόντι, απευθύνει έκκληση για την επιτυχία του προγράμματος διάσωσης.
H λίμνη Τσαντ βρίσκεται στην καρδιά μιας περιοχής της Κεντρικής Αφρικής, η οποία χαρακτηρίζεται από ραγδαία ερημοποίηση και δημογραφική ανάπτυξη ρεκόρ. Βρίσκεται στις πύλες της Σαχάρας και είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στην κατάσταση των βροχοπτώσεων, εξαιτίας των οποίων η στάθμη της γνωρίζει έντονες μεταβολές. Η ιδιαίτερα επίπεδη τοπογραφία της λεκάνης της προκαλεί εντυπωσιακές διακυμάνσεις. Η μείωση της στάθμης του νερού κατά τέσσερα μέτρα από το 1962, έχει συρρικνώσει την επιφάνειά της κατά 90%. Εξάλλου, από τη δεκαετία του 1980 και μετά, οι κλιματικές αλλαγές, όπως η υγρασία και οι υπερβολικά ασθενείς βροχοπτώσεις, καθώς και η υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων από τις παρόχθιες χώρες –το 75% των υδάτων της έχουν εκτραπεί- έχουν περιορίσει το μέγεθός της σε λιγότερα από 2.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει σε τοπικό επίπεδο για μια πιο λογική διαχείριση των παραποτάμων (κυρίως του Σαρί και του Λογκόνε, οι οποίοι ενώνονται στην Τζαμένα), οι ανάγκες σε νερό τριάντα εκατομμυρίων ανθρώπων για την τροφή, το ψάρεμα, την κτηνοτροφία και τη γεωργία, μέσα σε ένα πλαίσιο αραίωσης των πόρων, υποδαυλίζουν εντάσεις και επιταχύνουν την εξαφάνιση αυτής της βασικής πηγής ζωής. Η λίμνη Τσαντ, σημαντική εστία βιοποικιλότητας για την συγκεκριμένη περιοχή της Αφρικής, κινδυνεύει να έχει την ίδια τύχη με τη λίμνη Αράλη στην Κεντρική Ασία. Αν δεν γίνει τίποτα, ενδέχεται να αφανιστεί σύντομα.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, τα κράτη της περιοχής ήρθαν αντιμέτωπα με πολιτικές κρίσεις, με την άνοδο της φτώχειας και διεθνείς παρεμβάσεις : πραξικοπήματα στον Νίγηρα και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, βιαιοπραγίες στη Νιγηρία, μετεκλογικές εντάσεις στο Καμερούν, στρατιωτικές επεμβάσεις στο Τσαντ.... Ο σταδιακός αφανισμός της λίμνης Τσαντ δεν θα μπορούσε παρά να επιδεινώσει αυτή την αστάθεια, γεγονός που θα έπρεπε να ωθήσει τις κυβερνήσεις να δράσουν. Πριν από δύο χρόνια, οι παρόχθιες χώρες, δηλαδή το Καμερούν, ο Νίγηρας, η Νιγηρία και το Τσαντ και τα άλλα μέλη της Επιτροπής της Λεκάνης της Λίμνης Τσαντ (CBLT) [1] υιοθέτησαν ένα πενταετές επενδυτικό σχέδιο (2013-2017) ύψους 900 εκατομμυρίων ευρώ. Περίπου το 10% του ποσού αφορούσε τις διασυνοριακές δραστηριότητες τις οποίες χειρίζεται απευθείας η CBLT, ενώ το υπόλοιπο το διαχειρίζονται οι χώρες-μέλη και προορίζεται για τις παραμεθόριες περιοχές της λίμνης. Στη διάσκεψη της Μπολόνια, τον περασμένο Απρίλιο, οι δωρητές εξέφρασαν την υποστήριξή τους στο το σχέδιο. Η Παγκόσμια Τράπεζα, κυρίως, θα μπορούσε να έχει ευρεία οικονομική συνεισφορά στα πλαίσιο της υποστήριξής της προς τις χώρες της περιοχής του Σαχέλ. Όσο για την Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης (BAD), έχει ήδη δεσμευθεί ότι θα καταβάλει 80 εκατομμύρια ευρώ.
Το σχέδιο προβλέπει παρεμβάσεις που στοχεύουν στη διατήρηση της λίμνης ως απαραίτητου εργαλείου για τον αγώνα κατά της φτώχειας, τη σταθεροποίηση και τη βελτίωση των οικονομικών και περιβαλλοντικών συνθηκών στην περιοχή. Δεν περιορίζεται μόνο στην απευθείας παρέμβαση στα αποθέματα νερού και στην ποιότητα των διαθέσιμων υδάτων, αλλά επιδιώκει επίσης να αυξήσει την παραγωγή των αγροτών, ψαράδων και κτηνοτρόφων της λεκάνης. Στόχος είναι επιπλέον να ενισχύσει τις διαδικασίες της τοπικής ενσωμάτωσης και συνεργασίας, με την έμπρακτη εμπλοκή του τοπικού πληθυσμού στη λήψη αποφάσεων και στη σωτηρία των πηγών των εισοδημάτων τους.
Δεν χρειάζεται να περιμένουμε καινούργιες μελέτες
Oι δραστηριότητες αυτές χωρίζονται σε διασυνοριακά και εθνικά υπο-προγράμματα, τα οποία διαχειρίζεται η κάθε μία παρόχθια χώρα. Πρόκειται, εν μέρει, για προστασία των οικοσυστημάτων και για στήριξη των τοπικών οικονομικών δραστηριοτήτων : αποκατάσταση των κέντρων αλιείας, ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, διάδοση νέων τεχνικών για την προστασία της συγκομιδής από τα έντομα, τα παράσιτα ή τους μύκητες, και της όχθης της λίμνης από την προέλαση των χόρτων. Τα σχέδια στοχεύουν στην αύξηση της παραγωγής με ταυτόχρονο περιορισμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, κυρίως λόγω της χρήσης εντομομοκτόνων, καθώς και στην προστασία της βιοποικιλότητας της χλωρίδας και της πανίδας.
Εξάλλου, θα πρέπει να βελτιωθεί ο υδροφόρος ορίζοντας της λεκάνης και σε ποιότητα και σε ποσότητα, τόσο μέσω της κατακράτησης και της βυθοκόρησης των Σαρί-Λογκόνε, όσο και από την –πολύ πιο φιλόδοξη– ιδέα μεταφοράς, κατά τη διάρκεια των ευνοϊκών εποχών, τμήματος των υδάτων του ποταμού Ουμπανγκουί, παραποτάμου του ποταμού Κονγκό. Το σχέδιο Transaqua, το οποίο συνέλαβε πριν από περισσότερα από 30 χρόνια ο Ιταλός μηχανικός Μαρτσέλο Βίκι, προέβλεπε μια υποδομή πολλαπλών λειτουργιών, που να είναι σε θέση να μεταφέρει σημαντικό όγκο νερού από τη λεκάνη του Κονγκό στην παραμεθόρια λεκάνη της λίμνης Τσαντ.
Για να επιταχύνουν τα σχέδια, οι χώρες μέλη της CBLT δεσμεύτηκαν να μη λάβουν άλλες αποφάσεις για την πραγματοποίηση νέων μελετών ύστερα από εκείνες, τις ήδη πολυάριθμες, οι οποίες σημάδεψαν τα 50 χρόνια ζωής της Επιτροπής. Κι αυτό, γιατί ο χρόνος είναι μετρημένος μπροστά στην απειλή για άμεσο θάνατο της λίμνης : οφείλουμε να δράσουμε για να ανατρέψουμε την παρούσα τάση και να ξαναδώσουμε ελπίδα στους κατοίκους. Έχει επικαιροποιηθεί το Πρόγραμμα Αέναης Ανάπτυξης της Λίμνης Τσαντ (Prodebalt), το οποίο ξεκίνησε το 2008, με προϋπολογισμό 60 εκατομμυρίων ευρώ, και χρηματοδοτήθηκε κατά το ήμισυ από την BAD, με τη συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προβλέπει κατά κύριο λόγο εργασίες για την προστασία και αποκατάσταση του εδάφους, καθώς και τη σταθεροποίηση αμμόλοφων σε έκταση 8.000 εκταρίων ή την αναγέννηση οικοσυστημάτων για βοσκότοπους σε 23.000 εκτάρια.
Παρ’ όλο που οι χώρες μέλη της CBLT συμβάλλουν οι ίδιες στην υλοποίηση του πενταετούς προγράμματος, απευθύνουν ταυτόχρονα μια διεθνή έκκληση χωρίς προηγούμενο. Η αποστολή συγκέντρωσης των εισφορών –δημοσίων και ιδιωτικών– ανατέθηκε σε δύο προσωπικότητες πρώτου μεγέθους από την Αφρική : τον πρώην πρόεδρο της Νιγηρίας, Ολουσέγκουν Οσαμπάνιο και τον πρώην υπουργό Εξωτερικών της Μπουρκίνα-Φάσο, Άμα Άρμπα Ντιάλο. Ο εν ενεργεία πρόεδρος της Αφρικανικής Ένωσης, ο Μαυριτανός Μοχάμεντ Ουλντ Αμπντέλ Αζίζ και η πρόεδρος της Επιτροπής της Αφρικανικής Ένωσης (κάτι αντίστοιχο με την Ευρωπαϊκή Κομισιόν), η Νοτιοαφρικανή Νκοσαζάνα Ντλαμίνι–Ζούμα, υποστηρίζουν την πρωτοβουλία.
Το σχέδιο φιλοδοξεί να αποδείξει ότι οι αφρικανικές χώρες είναι ικανές να αντιμετωπίσουν κρίσεις μεγάλου βεληνεκούς. Θα δώσει επίσης το έναυσμα για μια ισχυρότερη διεθνή αλληλεγγύη, όχι μόνο μέσω οικονομικής βοήθειας, αλλά και χάρη στη διάθεση έμπειρων τεχνικών και επιστημόνων εκ μέρους της CBLT.
Για όλους αυτούς τους λόγους, στις 4 και 5 του περασμένου Απριλίου έγινε μια διεθνής διάσκεψη στην Μπολόνια, που είχε σκοπό την άντληση χρηματοδότησης για τη σωτηρία της λίμνης Τσαντ [2]. Κατέληξε στη Διακήρυξη της Μπολόνια, η οποία ορίζει τις προτεραιότητες. Προβλέπει τη σύνταξη μιας επιτροπής παρακολούθησης, με καθήκον να επιδιώξει την παγκόσμια κινητοποίηση. Θα πρέπει να ακολουθήσει η δημιουργία μιας διεθνούς επιστημονικής επιτροπής, η οποία θα εξασφαλίζει τις πλέον ενδεδειγμένες αρμοδιότητες για το πρόγραμμα.
Η έκθεση που υπέβαλα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, στο πέρας μιας αποστολής μου ως ειδικού απεσταλμένου του γενικού γραμματέα για το Σαχέλ, κατά τη διάρκεια της οποίας μου είχαν αναθέσει να αναζητήσω λύσεις για τη μείωση των εντάσεων, την ενίσχυση του διαλόγου και την υπέρβαση των συγκρούσεων, προτείνει πέντε βασικές προτεραιότητες παρέμβασης, αρχής γενομένης από την αναγκαιότητα να διασφαλιστεί η παροχή νερού στον πληθυσμό και, βέβαια, τροφής. Επίσης, τόνισα τις απαιτήσεις τους σε ό,τι αφορά τις υποδομές, την υγεία, την εκπαίδευση και την ενέργεια.
Το σχέδιο αυτό συγκεκριμενοποιείται, ενώ την ίδια στιγμή προκύπτουν ολοένα και περισσότερο εκτεταμένες εστίες βίας σε γειτονικά εδάφη. Μετά το Νταρφούρ, τη Λιβύη, το Σουδάν και το Μάλι, η περιοχή γνωρίζει μια νέα μείζονα κρίση με την αποσταθεροποίηση της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας και τον πολλαπλασιασμό των τρομοκρατικών επιθέσεων της οργάνωσης Μπόκο Χαράμ, οι οποίες προκαλούν καταστροφές κυρίως στις βόρειες επαρχίες της Νιγηρίας και του Καμερούν. Ένα σχέδιο όπως αυτό, για αναζωογόνηση της λίμνης Τσαντ, απαντά ακριβώς σε μια στρατηγική πρόληψης ή συγκράτησης των συγκρούσεων. Συνιστά μια από τις μεγαλύτερες ελπίδες στην περιοχή απέναντι στη φτώχεια και την απελπισία της νεολαίας, αλλά και απέναντι στους πολέμους και στην τρομοκρατία.
Πολιτικός και στρατιωτικός συντονισμός
Ο νέος πολιτικός προσανατολισμός των χωρών της CBLT έχει δώσει ήδη τα πρώτα αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την ενίσχυση της δημόσιας τάξης και της συλλογικής ασφάλειας. Οι πρόεδροι της Μαυριτανίας, της Μπουρκίνα-Φάσο, του Μάλι, του Τσαντ και του Νίγηρα, οι οποίοι συναντήθηκαν σε μια μίνι σύνοδο στο Νουακσότ, στις 16 Φεβρουαρίου, δημιούργησαν την « G5 του Σαχέλ », με στόχο να συντονίσουν τις πολιτικές τους για την ανάπτυξη και την ασφάλεια. Ο ορισμός που δίνει για αυτή την ομάδα ο επικεφαλής της, ο πρόεδρος της Μαυριτανίας, Μοχάμεντ Ουλντ Αμπντέλ Αζίζ, εν ενεργεία πρόεδρος της Αφρικανικής Ένωσης, είναι « το θεσμικό πλαίσιο συντονισμού και επίβλεψης της περιφερειακής συνεργασίας, η οποία φιλοδοξεί να ανταποκριθεί στη διπλή πρόκληση της υλοποίησης προγραμμάτων οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και του συντονισμού των πολιτικών της ασφάλειας ». Για πρώτη φορά, τoν περασμένο Μάρτιο εγκαινιάστηκε στο Καμερούν μια κοινή στρατιωτική δύναμη τριών χιλιάδων αντρών για τη διασφάλιση των περιοχών που συνορεύουν με τη λίμνη Τσαντ, στο πλαίσιο μιας συνάντησης υπουργών Άμυνας με αντικείμενο την ασφάλεια της λίμνης. Ο συντονισμός ανάμεσα στις χώρες–μέλη της Επιτροπής ενισχύθηκε και μέσα από άλλες διεθνείς πρωτοβουλίες, όπως η Διάσκεψη των Παρισίων, η οποία οργανώθηκε στις 17 του περασμένου Μαΐου, για την αντιμετώπιση της απειλής της Μπόκο Χαράμ [3].
Είναι η αφετηρία ενός ευρύτατου προγράμματος σωτηρίας, η πραγματοποίηση του οποίου απαιτεί τη μεγαλύτερη δυνατή σοβαρότητα και τη μεγαλύτερη διαφάνεια. Με τη βοήθεια των δωρητών και κυρίως της BAD και της Παγκόσμιας Τράπεζας, θα είναι σημαντικό να δημιουργηθεί μια μονάδα ελέγχου, η οποία θα εγγυηθεί την υγιή διαχείριση του εν λόγω προγράμματος. Το ίδιο ισχύει για την αξιοπιστία της και το μέλλον της.
Βέβαια, η υλοποίηση του σχεδίου δεν θα επιλύσει από μόνη της τα προβλήματα του Σαχέλ και των νοτιότερων περιοχών –ιδιαίτερα στη λεκάνη της λίμνης Τσαντ. Μπορεί, όμως, να γίνει η αρχή για μια διαδικασία αλλαγής στις μεθόδους χειρισμού σε τοπικό, εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Γεγονός που, με τη σειρά του, θα εξαπέλυε μια δυναμική οικονομικής ανάπτυξης, ανοίγοντας νέες προοπτικές για τους ντόπιους πληθυσμούς, κατεστραμμένους από τη φτώχεια και τις συγκρούσεις.
Το να εργαστούμε μαζί για να βελτιώσουμε τις συνθήκες ζωής των λαών είναι το καλύτερο εργαλείο που έχουμε στη διάθεσή μας για να ξεπεράσουμε την καχυποψία, τα μίση και τις διαχωριστικές γραμμές, που σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης αποτελούν ανυπέρβλητα εμπόδια για τη διασφάλιση της ειρήνης και της ανάπτυξης.

Notes
[1] Η Επιτροπή της Λεκάνης της Λίμνης του Τσαντ ιδρύθηκε το 1964 από τα τέσσερα παρόχθια κράτη, στα οποία προστέθηκαν η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και η Λιβύη. Στάτους παρατηρητή έχουν και άλλες χώρες οι οποίες ενδιαφέρονται για την τύχη της, όπως το Σουδάν, η Αίγυπτος, το Κονγκό και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό.
[2] Διάσκεψη, η οποία οργανώθηκε στο Ίδρυμα για τη Συνεργασία Μεταξύ των Λαών.
[3] Γεγονός που επίσης διευκόλυνε τη συμφιλίωση μεταξύ Καμερούν και Νιγηρίας.