Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

Ανάλυση του Foreign Affairs γιατί βελτιώνονται οι οικονομικές σχέσεις Κίνας – Ιαπωνίας


Γιατί βελτιώνονται οι οικονομικές σχέσεις Κίνας – Ιαπωνίας
Αποσυνδέοντας το εμπόριο από την πολιτική
Richard Katz
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr)
Όταν πρόκειται για την Ιαπωνία, η Κίνα φαίνεται διχασμένη. Σε θέματα ασφάλειας, γίνεται ολοένα και πιο επιθετική – δείτε την πρόσφατη δήλωση για την Ζώνη Αναγνώρισης Αεράμυνας (Air Defense Identification Zone, ADIZ) [1] πάνω από τα νησιά Σενκάκου (Ντιαόγιου) στην Ανατολική Θάλασσα της Κίνας.
Αλλά, σχετικά με τους οικονομικούς δεσμούς - από τις ιαπωνικές εισαγωγές ως τις ιαπωνικές επενδύσεις - γίνεται ολοένα και πιο «περιστερά». Με λίγα λόγια, η Κίνα έχει αρχίσει να αποσυνδέει την οικονομία από την πολιτική.
Αυτό αντιπροσωπεύει μια μεγάλη ανατροπή από το περασμένο διάστημα, όταν το Μέσο Βασίλειο πίστευε ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την εξάρτηση της Ιαπωνίας από την κινεζική αγορά για να αποσπάσει εδαφικές παραχωρήσεις από την Ιαπωνία. Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2012, ταραχές και μποϊκοτάζ των ιαπωνικών προϊόντων - κάποια από αυτά με την ενθάρρυνση της κινεζικής κυβέρνησης - εξαπλώθηκαν σε όλη την Κίνα αφότου ο Γιοσιχίκο Νόντα, ο οποίος ήταν τότε πρωθυπουργός τής Ιαπωνίας, εξαγόρασε από τον Ιάπωνα ιδιώτη ιδιοκτήτη τους μερικά από τα νησιά Σενκάκου (Ντιαόγιου), τα οποία ελέγχονται από την Ιαπωνία αλλά επίσης διεκδικούνται από την Κίνα.
Ένα σημάδι ότι η Κίνα έχει παραιτηθεί από αυτό το παιχνίδι παρατηρήθηκε σε ρεπορτάζ κινεζικών μέσων ενημέρωσης σχετικά με την επίσκεψη μιας υψηλού επιπέδου αντιπροσωπείας ιαπωνικών επιχειρήσεων στο Πεκίνο το Νοέμβριο. Το κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο της Κίνας, CCTV, ανέφερε, «Αφήνοντας κατά μέρος το διπλωματικό αδιέξοδο των χωρών τους, οι δύο πλευρές αναζητούν καλύτερες οικονομικές σχέσεις». Σίγουρα, η εξομάλυνση των οικονομικών σχέσεων θα μπορούσε να διακοπεί από την ευρέως επικριθείσα επίσκεψη του Ιάπωνα πρωθυπουργού Σίνζο Άμπε στο μνημείο Γιασουκούνι στις 26 Δεκέμβρη, η οποία είναι αμφιλεγόμενη επειδή τιμά, μεταξύ άλλων, 14 πρωτοκλασάτους εγκληματίες πολέμου τού Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως, κατά τα άλλα, οι κινεζο-ιαπωνικές οικονομικές σχέσεις (αλλά όχι οι πολιτικοί δεσμοί) πηγαίνουν καλύτερα, όχι χειρότερα.
Η αποδέσμευση περιορίζει τους τρόπους που το Πεκίνο μπορεί να πιέσει το Τόκιο - ή βάζει τις ιαπωνικές επιχειρήσεις να πιέσουν τον Άμπε. Με τη σειρά της, η αποδέσμευση αναγκάζει την Κίνα να βασίζεται σε πολιτικές όπως η ADIZ, που θα μπορούσαν να αποξενώσουν άλλους Ασιάτες γείτονες. Για παράδειγμα, στην ADIZ της, η Κίνα έχει συμπεριλάβει τον εναέριο χώρο όχι μόνο πάνω από τα νησιά Σενκάκου / Ντιαόγιου αλλά και πάνω από ένα νησί κορεατικής δικαιοδοσίας. Επιπλέον, η κινεζική ADIZ, σε αντίθεση με εκείνες άλλων εθνών, επηρεάζει τα πολιτικά επιβατικά αεροσκάφη πολλών χωρών, που απλά διέρχονται από την περιοχή. Αυτό εντείνει την αίσθηση στην περιοχή ότι η Κίνα έχει μετατοπιστεί από μια επίθεση γοητείας, όλο και περισσότερο σε τακτικές τριβής ώστε να πετύχει τις εδαφικές και θαλάσσιες φιλοδοξίες της.
Στην καρδιά τής αντιστροφής τής Κίνας από τις τακτικές τού περασμένου έτους προς την Ιαπωνία είναι η οικονομική πραγματικότητα: η Κίνα χρειάζεται την Ιαπωνία, όπως ακριβώς και η Ιαπωνία χρειάζεται την Κίνα. Ο εξαγωγικός τομέας τής Κίνας εξαρτάται από ανταλλακτικά που έρχονται από την Ιαπωνία (για παράδειγμα, οι μονάδες flash τής Toshiba χρησιμοποιούνται στα iPhones που συναρμολογούνται στην Κίνα). Αντιμετωπίζοντας ήδη μια οικονομική επιβράδυνση, η χώρα είναι απρόθυμη να εγκαταλείψει τις θέσεις εργασίας, τις επενδύσεις και τη μεταφορά τεχνολογίας [2] που προέρχονται από την επέκταση των εγκαταστάσεων των ιαπωνικών επιχειρήσεων στην Κίνα. Τον Οκτώβριο, στελέχη από δέκα κορυφαίες κινεζικές εταιρείες στην επαρχία Γκουανγκντόνγκ μέχρι που επισκέφθηκαν την Ιαπωνία για να αναζητήσουν περισσότερες ιαπωνικές επενδύσεις. Συναντήθηκαν με τον Γιοσιχίντε Σούγκα, τον γενικό γραμματέα τού υπουργικού συμβουλίου και βασικό στέλεχος στην διοίκηση Άμπε, και τον Χιρομάσα Γιονεκούρα, τον επικεφαλής τής Ιαπωνικής Ομοσπονδίας Επιχειρήσεων. Στη συνέχεια, το Νοέμβριο, ο Γιονεκούρα ετέθη επικεφαλής μιας επιχειρηματικής αποστολής στο Πεκίνο, όπου τον υποδέχθηκε ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Γουάνγκ Γιάνγκ. Ο κινεζικός Τύπος δημοσιοποίησε ένα σχόλιο τού Xu Dunxin, πρώην πρέσβη τής Κίνας στην Ιαπωνία: «Ελπίζουμε ότι η επικοινωνία μεταξύ των υψηλού προφίλ επιχειρηματιών θα βοηθήσει να οδηγηθούν σε ανάκαμψη οι τεταμένες σχέσεις Κίνας-Ιαπωνίας».
Οι ιδιαιτερότητες της αποστολής τής Γκουανγκντόνγκ δείχνουν ότι η πρωτοβουλία αποσύνδεσης της οικονομίας από την πολιτική προέρχεται από την κινεζική επιχειρηματική κοινότητα και την επαρχιακή και τοπική πολιτική ηγεσία και όχι από το Πεκίνο. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι ηγέτες τής Γκουανγκντόνγκ έπρεπε να ζητήσουν από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα την άδεια να ταξιδέψουν στην Ιαπωνία τρεις φορές πριν τους την χορηγήσει - και μόνο αν συμφωνούσαν να μην συναντηθούν με τον Άμπε. Ως και ορισμένες κινεζικές εταιρείες που λέγεται ότι βρίσκονται κοντά στον στρατό, όπως η Huawei Technologies, φαίνονται έτοιμες να δώσει προτεραιότητα στα οικονομικά. Η Huawei έχει δηλώσει ότι θα ενισχύσει το μερίδιο των ιαπωνικών εξαρτημάτων στα υψηλών επιδόσεων smartphones της από το 50% στο 70%, στο πλαίσιο της προσπάθειάς της να αναβαθμίσει την σειρά προϊόντων της σε υψηλότερης απόδοσης, ακριβότερα μοντέλα.
Η εξομάλυνση των οικονομικών σχέσεων είναι εμφανής στα κινεζικά στοιχεία εισαγωγών: ως συνέπεια των ταραχών και των μποϋκοτάζ το φθινόπωρο του 2012 οι πραγματικές (προσαρμοσμένες στις τιμές) εξαγωγές τής Ιαπωνίας προς την Κίνα υποχώρησαν κατά 26% από τον Ιούλιο του 2012 - όταν ο Νόντα ανακοίνωσε την εξαγορά των νησιών Σενκάκου (Ντιαόγιου) – ως τον Φεβρουάριο του 2013. Από τότε, οι εξαγωγές προς την Κίνα έχουν ανακάμψει σχεδόν στα προ της κρίσης επίπεδα. Κατά συνέπεια, οι εξαγωγές τής Ιαπωνίας προς την Κίνα είναι και πάλι σε υψηλότερη τροχιά ανάπτυξης από ό, τι οι εξαγωγές της προς τον υπόλοιπο κόσμο.
Ομοίως, οι τοπικές πωλήσεις των ιαπωνικών θυγατρικών στην Κίνα, τόσο προς τις εταιρίες όσο και προς τους καταναλωτές, ανακάμπτουν. Το μεγαλύτερο παράδειγμα είναι οι πωλήσεις αυτοκινήτων, οι οποίες έπεσαν κατά 50% στην διάρκεια του μποϋκοτάζ, αλλά βρίσκονται τώρα πάνω από τα επίπεδα της προ-μποϊκοτάζ εποχής. Η Toyota είναι σε τροχιά για ένα έτος-ρεκόρ. Η Nissan, η μεγαλύτερη ιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανία στην Κίνα, διπλασίασε τις πωλήσεις της από τον περασμένο Νοέμβριο και η Honda έχει κάνει το ίδιο. Έπειτα, υπάρχουν και όλοι οι Κινέζοι και ξένοι κατασκευαστές που χρειάζονται ιαπωνικό εξοπλισμό και εξαρτήματα για τα προϊόντα που παράγουν ή συναρμολογούν στην Κίνα. Περίπου τα δύο τρίτα των ιαπωνικών εξαγωγών προς την Κίνα αποτελούνται από τέτοιο εξοπλισμό και εξαρτήματα.
Οι αριθμοί αυτοί φαίνονται ελπιδοφόροι. Όμως, οι επαρχιακές και τοπικές κινεζικές Αρχές εξακολουθούν να έχουν ένα λόγο να ανησυχούν, δηλαδή για μια επιβράδυνση των ιαπωνικών Άμεσων Ξένων Επενδύσεων (ΑΞΕ) στην Κίνα. Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα αναβαθμίζει τον μεταποιητικό τομέα της από την κλωστοϋφαντουργία σε υψηλής τεχνολογίας βιομηχανία, σε μεγάλο βαθμό χάρη στις άμεσες ξένες επενδύσεις πολυεθνικών σε κινεζικές εγκαταστάσεις. Οι ιαπωνικές επιχειρήσεις παραδοσιακά υπήρξαν οι μεγαλύτεροι ξένοι επενδυτές στην Κίνα. Ωστόσο, αν τα τρία πρώτα τρίμηνα του τρέχοντος έτους αποτελούν κάποιου είδους οδηγό, οι ιαπωνικές ΞΑΕ στην Κίνα θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 36% από το επίπεδο ρεκόρ τού 2012. Σίγουρα, η πτώση έρχεται μετά από μια απότομη αύξηση το 2011 και το 2012, όπου σχεδόν διπλασιάστηκαν οι ΑΞΕ από το επίπεδο του 2010. Έτσι, αν και οι συνολικές ΑΞΕ το 2013 φαίνεται ότι θα είναι χαμηλότερες από το σύνολο του περασμένου έτους, το 2013, στην πραγματικότητα, ήταν η τρίτη καλύτερη χρονιά που έχει ποτέ καταγραφεί. Στα 6,5 δισεκατομμύρια δολάρια, οι ιαπωνικές άμεσες ξένες επενδύσεις στην Κίνα κατά τους πρώτους δέκα μήνες τού 2013 ήταν ελαφρώς μεγαλύτερες από εκείνες από την ΕΕ και οι διπλάσιες από εκείνες από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το πιο σημαντικό είναι ότι δεν είναι σαφές αν η μείωση του 2013 αντικατοπτρίζει μια προσωρινή ανάπαυλα ή μια πιο μόνιμη μεταβολή. Βέβαια, ορισμένες εταιρείες υιοθετούν στάση αναμονής πριν τοποθετήσουν νέα κεφάλαια στην Κίνα. Και πολλοί έχουν υιοθετήσει μια στρατηγική «Κίνα συν ένα» για να διασφαλίσουν ότι θα χρηματοδοτήσουν εγκαταστάσεις σε τουλάχιστον μια άλλη ασιατική χώρα εκτός από την Κίνα. Αλλά τα δύο τρίτα τού συνόλου των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν από ιαπωνικές θυγατρικές είναι σε πελάτες στο εσωτερικό τής Κίνας, και οι ιαπωνικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να πρέπει να βρίσκονται στην Κίνα για να εξυπηρετούν την εν λόγω αγορά. Ιάπωνες ειδικοί αναμένουν ότι οι ιαπωνικές επενδύσεις θα ανακάμψουν, αλλά δεν είναι σίγουροι αν θα αυξηθούν τόσο γρήγορα όσο το έκαναν στο παρελθόν. Το βασικό πολιτικό ζήτημα είναι ότι οι κινεζικές εταιρείες και οι Κινέζοι αξιωματούχοι είναι αρκετά ανήσυχοι για να στείλουν αντιπροσωπείες στο Τόκιο προκειμένου να επιδιώξουν περισσότερες επενδύσεις, καθώς το Πεκίνο προκαλεί την Ιαπωνία με την ανακήρυξη τής ADIZ.
Μέχρι στιγμής, το Πεκίνο έχει συγκατατεθεί στην κίνηση των επιχειρήσεων και των περιφερειακών ηγετών για καλύτερες οικονομικές σχέσεις παρά την σκληρή γραμμή τής κινεζικής πολιτικής ασφαλείας. Αλλά υπάρχουν και εκείνοι στην Κίνα που επιθυμούν ακόμα περισσότερα: ότι η βελτίωση των οικονομικών δεσμών πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να βοηθήσει να θεραπευθούν οι σχέσεις συνολικά. Ο Yang Bojiang, αναπληρωτής διευθυντής τού Ινστιτούτου Ιαπωνικών Σπουδών τής Κινεζικής Ακαδημίας Κοινωνικών Επιστημών, έγραψε στην Ημερησία τής Κίνας που ανήκει στο Κομμουνιστικό Κόμμα, «Αν η σχέση Κίνας-Ιαπωνίας καταρρεύσει, καμιά από τις δύο χώρες δεν μπορεί να αντέξει να αναλάβει το στρατηγικό κόστος. Για να σπάσει το αδιέξοδο στις σχέσεις και να ωθηθούν οι διμερείς δεσμοί πίσω σε μια θετική τροχιά, το κλειδί στο εγγύς μέλλον είναι να ενισχυθεί η συνεργασία, να μειωθεί η αντιπαράθεση, και να γίνεται σωστός χειρισμός στα θέματα των διμερών σχέσεων». Η Κίνα σίγουρα δεν είναι μονόπλευρη για το πώς να ασχοληθεί με την Ιαπωνία.
Οι ιαπωνικές εταιρείες παρακολουθούν πολύ στενά το εάν η επίσκεψη του Άμπε στο μνημείο Γιασουκούνι θα διακόψει, ή έστω και προσωρινά θα αντιστρέψει, την οικονομική εξομάλυνση. Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχουν αναφορές για εκτεταμένο κινεζικό μποϊκοτάζ σε ιαπωνικά προϊόντα, πόσω μάλλον για βανδαλισμούς και ταραχές όπως το 2012. Υπήρξαν κάποιες εκκλήσεις για μποϊκοτάζ στο Weibo, το κινεζικό αντίστοιχο του Twitter. Μια προσωρινή μείωση των πωλήσεων αυτοκινήτων και των τουριστικών επισκέψεων στην Ιαπωνία δεν θα αποτελέσει έκπληξη και, αν είναι αρκετά σοβαρή, θα μπορούσε ακόμη και να αποδειχθεί σαν «το καναρίνι στο ανθρακωρυχείο». Αλλά, σε αντίθεση με το 2012, τα κρατικά μέσα ενημέρωσης δεν έχουν υιοθετήσει μια σκληρή αντίδραση. Για παράδειγμα, στις 27 Δεκεμβρίου, οι Global Times που συνδέονται με το Κομμουνιστικό Κόμμα δημοσίευσαν ένα editorial με έκκληση για αντίμετρα, αλλά περιορίστηκαν στην παρεμπόδιση των Ιαπώνων πολιτικών που επισκέφθηκαν το Γιασουκούνι να ταξιδέψουν στην Κίνα για πέντε χρόνια. Την επόμενη μέρα δημοσίευσαν ένα κύριο άρθρο ενάντια στο μαζικό μποϊκοτάζ ή ακόμα και στις μαζικές διαδηλώσεις. Αν ο αντι-ιαπωνικός εθνικισμός που ανατροφοδοτείται από το κινεζικό καθεστώς οδηγήσει σε αρκετές ιδιωτικές δράσεις, το Πεκίνο μπορεί να μην έχει άλλη επιλογή από το να συμπορευθεί - τουλάχιστον για λίγο. Αυτό είναι που συνέβη στο παρελθόν. Όμως, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, οι ιαπωνικές πηγές μας δεν βλέπουν κανένα σημάδι επανάληψης του 2012.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

* Ο RICHARD KATZ είναι συντάκτης στο δισεβδομαδιαίο newsletter, The Oriental Economist Alert.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/140615/richard-katz/why-chinese-j...

Συνδέσεις:
[1] http://www.foreignaffairs.com/articles/140367/david-a-welch/whats-an-adiz
[2] http://www.foreignaffairs.com/articles/139451/richard-katz/mutual-assure...