Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2013

Άρθρο του Foreign Affairs για τον πλέον καταζητούμενο του Κιργιστάν


Ο πλέον καταζητούμενος του Κιργιστάν
Η περίεργη περίπτωση του Ευγένιου Γκούρεβιτς
Philip Shishkin
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr/)
Από όλες τις ημέρες που θα μπορούσε να αρρωστήσει, αυτή ήταν η χειρότερη δυνατή ημέρα. Ο Ευγένιος Γκούρεβιτς (Eugene Gourevitch), κάποτε κορυφαίος επενδυτικός τραπεζίτης τής Κιργιζίας και έμπιστος της κυβερνώσας οικογένειας, ήταν τώρα ένας καταζητούμενος.

Ήταν άνοιξη του 2010, και η διεφθαρμένη κυβέρνηση του μικρού αυτού έθνους τής Κεντρικής Ασίας είχε μόλις ανατραπεί από μια αιματηρή εξέγερση. Κατά ειρωνικό τρόπο, η ίδια η κυβέρνηση ήταν ένα σάπιο προϊόν ενός προγενέστερου πραξικοπήματος, που από αισιοδοξία κακώς ονομάστηκε ως η «επανάσταση της τουλίπας» το 2005. Αν και η πολιτική αναταραχή συγκλόνισε την χώρα εκ των έσω, το Κιργιζιστάν ανέλαβε έναν υπερμεγέθη ρόλο στην διεθνή σκηνή. Ο πόλεμος στο κοντινό Αφγανιστάν οδήγησε την Ουάσιγκτον να δημιουργήσει μια στρατιωτική βάση δίπλα στο κύριο αεροδρόμιο του Κιργιστάν. Η αμερικανική παρουσία ανησυχούσε την Μόσχα, παλιά αυτοκρατορική προστάτιδα της Κιργιζίας που διατήρησε μια δική της βάση εκεί. Και η γειτονική Κίνα ήταν, επίσης, ανήσυχη για την επέκταση της αμερικανικής επιρροής τόσο κοντά στα σύνορά της.
Τίποτα από αυτά δεν είχε μεγάλη σημασία για τον Γκούρεβιτς. Το κεφάλι του ταλαντευόταν δεξιά-αριστερά καθώς πάλευε να μείνει ξύπνιος στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου που τον φυγάδευε από το Κιργιστάν. Ο Γκούρεβιτς ήταν τόσο άρρωστος που δεν παρατήρησε ούτε ότι το αυτοκίνητο ρολάριζε πέρα από τα σύνορα στο γειτονικό Καζακστάν. Τουλάχιστον, εκεί ήλπιζε ότι κατευθύνεται. Έπρεπε να εμπιστευθεί την συνοδεία του, δύο σκοτεινούς Τσετσένους πράκτορες στους οποίους είχε κάνει μια απλή προσφορά: Θα τον περάσουν λαθραία έξω από την χώρα, και αυτός θα τους πληρώσει. Ακριβώς το πόσο θα καθοριζόταν αργότερα. Ο Γκούρεβιτς δεν ήταν σε θέση να παζαρέψει. Έπρεπε να σώσει τον εαυτό του από τους επαναστάτες που αποδύθηκαν στο κυνήγι των συνεργατών τού πρώην καθεστώτος, ιδιαίτερα εκείνων με γνώση τών οικονομικών υποθέσεων τού ανατραπέντος προέδρου Κουρμανμπέκ Μπακίγεφ και του περιβάλλοντός του. Και ο Γκούρεβιτς ήταν στην κορυφή τού καταλόγου αυτού.
Μόλις δύο μήνες νωρίτερα, ο Γκούρεβιτς ζούσε μια πολύ ωραία ζωή. Πλήρης από μετρητά και διασυνδέσεις, προσωποποιούσε την εικόνα ενός πετυχημένου τραπεζίτη επενδύσεων. Μια κολακευτική τηλεοπτική συνέντευξη από εκείνες τις εποχές έδειχνε έναν Γκούρεβιτς με αυτοπεποίθηση, ντυμένο με σκούρο μπλε κοστούμι, λαμπερή κίτρινη γραβάτα και ασορτί μανικετόκουμπα. Στην κάμερα, ο ίδιος υποτίμησε τις φήμες σχετικά με την φύση του ξεσπάσματος της Κιργιζίας ως «φθόνο τής επιτυχίας μας».
Η πρώτη ρωγμή στην φήμη του εμφανίστηκε τον Μάρτιο του 2010, ένα μήνα πριν από την επανάσταση. Μετά από χρόνια κοσκινίσματος σύνθετων χρηματοοικονομικών συναλλαγών, οι εισαγγελείς στην Ιταλία άσκησαν ποινικές διώξεις εναντίον δεκάδων υπόπτων σε ένα τολμηρό σχήμα που είχε καρπωθεί από το ιταλικό δημόσιο εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε παράνομες επιστροφές φόρου. Ο Γκούρεβιτς ήταν μεταξύ των κατηγορουμένων στην υπόθεση της Ιταλίας. Η αντιπολίτευση του Κιργιστάν είχε την τιμητική της. Για χρόνια υπήρχαν ανεπιβεβαίωτες φήμες σχετικά με τα οικονομικά κόλπα τού καθεστώτος Μπακίγεφ. Και τώρα, για πρώτη φορά, θα μπορούσε κανείς να τα φορτώσει όλα σε έναν άνδρα. Και τι βολικός άνθρωπος ήταν: ένας σοβιετο-εβραίος μετανάστης στις Ηνωμένες Πολιτείες, έμπιστος του γιού τού προέδρου, και τώρα κατηγορούμενος ως συνεργάτης τής ιταλικής μαφίας. Ακόμα, στις αρχές τής ηλικίας των 30, ο Γκούρεβιτς είχε ήδη χτίσει ένα ενδιαφέρον βιογραφικό που περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, μια αγχωτική θητεία στα αφρικανικά οικονομικά. Σύμφωνα με τα δικά του λεγόμενα, σύρθηκε σε αντισυμβατικά επιχειρηματικά σχέδια. Ένα από τα πολλά έργα του στην Κιργιζία ήταν να διευθύνει το ύψους 300.000.000 δολαρίων αναπτυξιακό κεφάλαιο της χώρας.
Τώρα, μετά την ανατροπή τού καθεστώτος Μπακίγεφ, ο Γκούρεβιτς βρέθηκε στο στόχαστρο. Πήρε την γυναίκα και την κόρη του και τράπηκαν σε φυγή. Η περιφραγμένη κοινότητά τους είχε γίνει στόχος εκδικητών που αναζητούν τους συνεργάτες τού πρώην καθεστώτος. Μέσω των φρουρών του, ο Γκούρεβιτς κανόνισε να νοικιάσουν ένα διαμέρισμα στο Μπισκέκ, όπου κρύφτηκε η οικογένειά του. Όταν ο Γκούρεβιτς και η σύζυγός του έκαναν ένα γρήγορο ταξίδι στο παλιό νοικιασμένο σπίτι τους για να πάρουν μερικά ρούχα, οικογενειακά άλμπουμ, καθώς και άλλα προσωπικά αντικείμενα, αντιμετώπισαν τον ιδιοκτήτη, ο οποίος, με ένα κυνηγετικό όπλο στο χέρι, τους είπε να φύγουν και να μην ξαναγυρίσουν. «Είναι αστείο σήμερα έστω και να μιλάμε για αυτά τα πράγματα, αλλά κάποιος εκεί έξω στο Μπισκέκ φοράει τα κοστούμια και τις γραβάτες μου», μου είπε ο Γκούρεβιτς.
ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΜΑΤΙ
Ο Γκούρεβιτς είχε σημαντικότερα πράγματα για να ανησυχεί από την απώλεια των ρούχων του. Έπρεπε να φύγει από το Κιργιστάν. Θα ήταν πολύ πιο εύκολο για την γυναίκα και την κόρη του να ξεγλιστρήσουν, επειδή τα ονόματά τους ήταν απίθανο να είναι σε τυχόν σημαντικές διεθνείς μαύρες λίστες. Έτσι ο Γκούρεβιτς πλήρωσε κάποιον με 20 χιλιάδες δολάρια να τις οδηγήσει μέσω τής επίσημης διέλευσης των συνόρων Κιργιζίας-Καζακστάν, όπου τα αμερικανικά διαβατήριά τους σφραγίστηκαν και πήραν με ασφάλεια τον δρόμο τους προς την πρωτεύουσα του Καζακστάν, Αλμάτι, και στη συνέχεια τη Νέα Υόρκη.
Ο Γκούρεβιτς δεν μπορούσε να ταξιδέψει μαζί τους. Επιπλέον τού ανθρωποκυνηγητού τής Κιργιζίας, ήταν επίσης το αντικείμενο μιας «κόκκινης ειδοποίησης» τής Interpol που ζητούσε την σύλληψη και έκδοσή του για το ιταλικό κατηγορητήριο. Έχοντας φυγαδεύσει την οικογένειά του, πέρασε τέσσερις ημέρες βηματίζοντας μέσα στο νοικιασμένο διαμέρισμά του στην Μπισκέκ μελετώντας πώς να ξεφύγει από την χώρα όπου μόλις δύο μήνες νωρίτερα ήταν ένας πρίγκιπας με σοφέρ. Εκεί τον βρήκαν οι μυστηριώδεις Τσετσένοι. Ο Γκούρεβιτς υποπτεύεται ότι τους προσέγγισαν οι άνδρες τής παλιάς ασφάλειάς του. Το καλό πράγμα με τους Τσετσένους ήταν ότι δεν είχαν καμία υστεροβουλία, ούτε πολιτικές βεντέτες, ούτε κάποια δικαιολογημένη οργή για το παρελθόν τού Γκούρεβιτς. Ενδιαφέρονταν μόνο για τα χρήματά του. Αυτό ήταν, όμως, και το κακό με τους Τσετσένους.
Έτσι, πήγαν στο Καζακστάν, χρησιμοποιώντας μονοπάτια λαθρεμπόρων που απέφυγαν τα επίσημα σημεία ελέγχου. Μόλις έφτασαν στην Αλμάτι, ο Γκούρεβιτς πήρε τον λογαριασμό: 20 εκατομμύρια δολάρια. Έχοντας ακόμα υψηλό πυρετό, ο Γκούρεβιτς νόμιζε ότι παράκουσε. Αλλά οι Τσετσένοι δεν αστειεύονταν. «Ήθελαν 20.000.000 δολάρια, αλλιώς θα με σκότωναν», είπε ο Γκούρεβιτς. Μάζεψε όλες τις δυνάμεις τής πειθούς του για να κάνει τους Τσετσένους να δεχθούν λιγότερα. Παρά τις φήμες για τον φανταστικό πλούτο του, ο Γκούρεβιτς υποστήριξε ότι δεν ήταν τόσο πλούσιος. Η πραγματική πληρωμή του, μου είπε, θα είχε γίνει με την αρχική δημόσια εγγραφή τής Asia Universal Bank (AUB), το κορυφαίο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της χώρας. Κατά τα προηγούμενα χρόνια, η τράπεζα είχε αναπτυχθεί ξεκινώντας από μια σκοτεινή startup εταιρεία και φτάνοντας να γίνει μια μεγάλη διεθνής επιχείρηση νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, που ωφελούσε άμεσα το περιβάλλον τού Μπακίγεφ, σύμφωνα με τους ερευνητές τής Κιργιζίας. Αν και ο ιδιοκτήτης τής τράπεζας αρνήθηκε τις κατηγορίες, η νέα κυβέρνηση δεν έχασε χρόνο στην διάλυση και την εθνικοποίησή της. Η αρχική δημόσια εγγραφή, φυσικά, δεν έγινε ποτέ.
Ο Γκούρεβιτς είπε στους Τσετσένους ότι το μόνο που είχε ήταν 600.000 δολάρια σε έναν τραπεζικό λογαριασμό στην AUB - τα οποία ήταν πλέον άχρηστα. Ο Γκούρεβιτς είχε επίσης έναν χρηματιστηριακό λογαριασμό σε άλλη τράπεζα, με 400.000 δολάρια. Οι Τσετσένοι τον υποχρέωσαν να καλέσει τον τραπεζίτη του και να επιβεβαιώσει αυτόν τον αριθμό, ενώ οι ίδιοι άκουγαν. Τα πήραν όλα καθώς και το διαβατήριο του Γκούρεβιτς, και τον άφησαν να φύγει.
Απομονωμένος στην Αλμάτι χωρίς έγγραφα ή χρήματα, ο Γκούρεβιτς πήγε εκεί που πάνε οι ταξιδιώτες Αμερικανοί όταν μπαίνουν σε μπελάδες: στο προξενείο των ΗΠΑ. Σε συνεννόηση με τον Αμερικανό δικηγόρο του, ο Γκούρεβιτς επινόησε ένα περίπλοκο σχέδιο: Να παραδοθεί στις αμερικανικές Αρχές για το ιταλικό ένταλμα σύλληψής του και να εκδοθεί στην Αμερική, οπότε θα μπορούσε να ασχοληθεί με τα νομικά ζητήματά του από εκεί. Στην πραγματικότητα, ο Γκούρεβιτς ήθελε να χρησιμοποιήσει τα νομικά προβλήματά του με την Ιταλία ως διαβατήριο εξόδου από τα νομικά προβλήματά του στην Κιργιζία, κρίνοντας έξυπνα ότι αυτά τα τελευταία θα είναι πολύ πιο σοβαρά για την υγεία και την ασφάλειά του. «Δεν περίμενα (οι Ηνωμένες Πολιτείες) να στείλουν ένα ελικόπτερο ή ένα αεροπλάνο για μένα, αλλά περίμενα κάτι», είπε ο Γκούρεβιτς. «Εάν ένας καταζητούμενος εγκληματίας έρχεται να παραδοθεί στην πατρίδα του, σκέφτηκα ότι θα προβούν σε κάποιες ενέργειες για να με πάνε στην Αμερική». Αλλά οι Αμερικανοί, μου είπε, δεν ενδιαφέρθηκαν. Αντ’ αυτού, του εξέδωσαν ένα νέο διαβατήριο και τον έστειλαν να βρει τον δρόμο του. (Επικαλούμενη λόγους απορρήτου, η αμερικανική πρεσβεία στο Καζακστάν αρνήθηκε να σχολιάσει την υπόθεσή του, εκτός από το να πει ότι ο Γκούρεβιτς είχε κάνει μια πολύ σύντομη επίσκεψη στο προξενείο).
Τα χρήματα ήταν επίσης ένα θέμα. Οι Τσετσένοι τον είχαν ξεπαραδιάσει. Έτσι, προς το παρόν, ο Γκούρεβιτς ήταν άφραγκος, μια ασυνήθιστη κατάσταση για αυτόν. Η βοήθεια τελικά ήρθε από έναν παλιό του φίλο, τον Μαξίμ Μπακίγεφ, τον νεότερο γιο τού έκπτωτου προέδρου και τώρα, επίσης, φυγά. Μετά από μια σύντομη παραμονή στις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλα διεθνή ταξίδια, ο Μαξίμ είχε πάει στην Βρετανία όπου ζήτησε πολιτικό άσυλο. Του χορηγήθηκε άδεια διαμονής, ενώ οι βρετανικές αρχές αξιολογούσαν την αίτησή του. Ο Μαξίμ κατηγόρησε τους νέους ηγέτες τής Κιργιζίας ότι προσπαθούν «να με κάνουν αποδιοπομπαίο τράγο για το χάος στην χώρα», και στη συνέχεια απέφυγε την δημοσιότητα.
Όσο αδίστακτος ήταν προς τους εχθρούς του, ο Μαξίμ μπορούσε επίσης να είναι πιστός σε αυτούς που έκρινε χρήσιμους, και ο Γκούρεβιτς υποτίθεται ότι ενέπιπτε σε αυτήν την κατηγορία. Όπως σύντομα θα γινόταν σαφές, ο Μαξίμ είχε πολύ προσοδοφόρους λόγους για να κρατήσει τον Γκούρεβιτς ασφαλή και ελεύθερο, οπότε τον έβγαλε από το Καζακστάν. Ο προορισμός ήταν η Λευκορωσία, η μοναχική ευρωπαϊκή δικτατορία, όπου ο πατέρας του, ο ανατραπείς πρόεδρος Μπακίγεφ, είχε ήδη εγκατασταθεί.
ΠΙΣΩ ΣΤΙΣ ΗΠΑ
Γιατί ο ισχυρός άνδρας τής Λευκορωσίας, Αλεξάντερ Λουκασένκο, ήταν τόσο πρόθυμος να καλοδεχθεί την δυναστεία Μπακίγεφ; Ένας λόγος ήταν η αλληλεγγύη μεταξύ δικτατόρων. Για χρόνια, ο εκκεντρικός πρόεδρος της Λευκορωσίας αντιμετώπισε ένα αποδιοργανωμένο αλλά επίμονο κίνημα εγχώριας αντιπολίτευσης. Φυλάκισε μερικούς αντιπάλους, έστειλε άλλους στην εξορία, και τους χλεύασε όλους ως μαριονέτες των ξένων. Έχρισε τον οκτάχρονο γιο του ως διάδοχό του και τον έντυσε με στρατιωτικές στολές και καλοραμμένα πολιτικά κοστούμια. Το 2002, διέταξε την κατασκευή ενός τερατώδους, γυάλινου κτιρίου που ορθώνεται ψηλά πάνω από το μονότονο τοπίο τού ανατολικού Μινσκ. Διαμορφωμένο σαν ένα πολύπλευρο διαμάντι, το κτίριο λάμπει στο σκοτάδι με εναλλαγές στον φωτισμό του. Στεγάζει την εθνική βιβλιοθήκη. Το γρήγορο ανέκδοτο που βγήκε είναι ότι, στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα διαστημόπλοιο έτοιμο να εκτιναχτεί μακριά σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και να πάρει τον Λουκασένκο και το μικρό ένοπλο παρακολούθημά του σε όποιο εξωγήινο σύμπαν τούς έχει δημιουργήσει.
Ενώ είναι ακόμα εγκλωβισμένος στη Γη, ο Λουκασένκο αποκαλύφθηκε ότι είναι το τρομερό παιδί τής Ευρώπης και δεν μπορούσε να χάσει την ευκαιρία να περιφρονήσει τους ξένους επικριτές του. Η πρόσξκληση σε έναν μη επιθυμητό πουθενά έκπτωτο ξένο δικτάτορα να έρθει να μείνει στην Λευκορωσία πρέπει να έδωσε μεγάλη ικανοποίηση στον «εξωγήινο» Λουκασένκο. Εκτός αυτού, πρόσθεσε ο Γκούρεβιτς, «ο Λουκασένκο κατάλαβε ότι οι Μπακίγεφ δεν θα ζούσαν απλώς εκεί, αλλά θα έκαναν και επενδύσεις». Τοπικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι ο Μπακίγεφ αγόρασε ένα πολυτελές σπίτι για 2 εκατομμύρια δολάρια στα περίχωρα του Μινσκ, όπου ζούσε με μια νεαρή Κιργίζια, την ανεπίσημη δεύτερη σύζυγό του.
Προσγειωνόμενος στο Μινσκ, ο Γκούρεβιτς βγήκε εκτός τού δικτύου επιβολής τού διεθνούς δικαίου. Παρευρέθηκε και σε ένα πάρτι γενεθλίων για τον πρώην πρόεδρο της Κιργιζίας, που φάνηκε να είναι σε καλή διάθεση. Αλλά, ο Γκούρεβιτς δεν ήθελε να είναι φυγάς για το υπόλοιπο της ζωής του. Ήθελε να ασχοληθεί με τις ιταλικές κατηγορίες, να διαπραγματευθεί μια ποινή ή ακόμα και να κάνει κάποιο χρόνο φυλακή εάν ήταν απολύτως απαραίτητο. Την δίωξη στην Κιργιζία ήθελε να αποφύγει. Τελικά, ο Γκούρεβιτς μού είπε ότι ο ίδιος και ο δικηγόρος του έπεισαν τους Ιταλούς να επιτρέψουν στον ατιμασμένο επενδυτικό τραπεζίτη να επιστρέψει στη Νέα Υόρκη και να συνεχίσει την διαπραγμάτευση των ενδεχόμενων όρων τής ιταλικής τιμωρίας του.
Καθώς περίμενε την επίλυση της υπόθεσης της Ιταλίας, ο Γκούρεβιτς ζούσε χωρίς σταθερή απασχόληση. «Δεν πρόκειται να είναι βγω έξω και να βρω μια δουλειά με το ιστορικό που έχω, αλλά ευτυχώς υπάρχουν και άλλα πράγματα που μπορώ να κάνω. Παίζω στο χρηματιστήριο για λίγο χαρτζιλίκι», μου είπε. Περιστασιακές φωτογραφίες με φοίνικες και στιγμιότυπα από τον ωκεανό που ανέβασε ο ίδιος στο Twitter δείχνουν ότι δεν πεθαίνει από την πείνα.
Ρώτησα τον Γκούρεβιτς αν είχε τύψεις για αυτά που είχε κάνει στην Κιργιζία, και το ερώτημα τον έκανε να σκεφτεί για μια στιγμή πριν απαντήσει. «Οι ευκαιρίες που είδα εκεί ήταν πέρα από οτιδήποτε είχα φανταστεί στη ζωή μου», είπε τελικά. «Και νομίζω ότι έχασα την σωστή προοπτική με μερικούς τρόπους σε ορισμένα πράγματα που έχω κάνει, και που δεν έπρεπε να έχω κάνει». Σταμάτησε για να υπερασπιστεί τα πεπραγμένα του, γεγονός που υποδηλώνει ότι όταν όλα τα κακά αφαιρεθούν από όλα τα καλά, θα εξακολουθεί να υπάρχει κάτι «καθαρά θετικό» για την Κιργιζία.
Εκείνη την εποχή, δεν είχα καμία δυνατότητα να γνωρίζω ότι αυτός ο άνθρωπος με το χνουδωτό πουλόβερ που έπινε καπουτσίνο εξύφαινε άλλη μια συνωμοσία που ήταν εντυπωσιακή, ακόμη και σύμφωνα με τα υψηλά στάνταρ που κάποιος πλέον περιμένει από ένα σχέδιο του Γκούρεβιτς. Στις αρχές Σεπτεμβρίου τού 2011, ερευνητές τής αμερικανικής Securities and Exchange Commission (SEC, είναι η «Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς» των ΗΠΑ), παρατήρησε ότι κάτι περίεργο συνέβαινε με τις μετοχές της Global Industries, Ltd, μιας μικρής εταιρείας τής Λουιζιάνα που κατασκευάζει υπεράκτιες εξέδρες άντλησης πετρελαίου και αγωγούς στον Κόλπο τού Μεξικού. Μια μέρα εκείνου του μήνα, κάποιος που χειριζόταν έναν χρηματιστηριακό λογαριασμό σε μια αυστριακή τράπεζα αγόρασε μέχρι και 1.500.000 δολάρια σε μετοχές τής Global, αντιπροσωπεύοντας περίπου το ένα δέκατο του συνολικού όγκου συναλλαγών τής εταιρείας στο χρηματιστήριο Nasdaq. Ο ίδιος αγοραστής επανήλθε για περισσότερα το επόμενο πρωί, αγοράζοντας άλλα 2.000.000 δολάρια σε μετοχές τής Global, και πάλι περίπου το ένα δέκατο του ημερήσιου όγκου.
Ο μυστηριώδης αγοραστής γνώριζε προφανώς κάτι που το υπόλοιπο της αγοράς δεν ήξερε, ένα κομμάτι πληροφοριών που ήταν έτοιμο να βγάλει τις μετοχές τής Global από την αφάνεια της μικρής κεφαλαιοποίησης και να τις κάνει πολύ πιο πολύτιμες. Η αγωνία κράτησε για τρεις ημέρες έως ότου μια γαλλική εταιρεία ανακοίνωσε την εξαγορά τής Global Industries με ένα υψηλό πρίμιουμ επί τής τιμής τής μετοχής της. Ο αγοραστής μυστήριο πούλησε αμέσως τις μετοχές τής Global και κέρδισε 1,7 εκατ. δολάρια. Οι συναλλαγές είχαν το προφίλ ενός κλασικού συστήματος εκμετάλλευσης εμπιστευτικών πληροφοριών, αλλά τα λαγωνικά τής SEC δεν μπόρεσαν να προσδιορίσουν τον τελικό δικαιούχο. Κατάφεραν, όμως, να παγώσουν τις εισπράξεις τής τελικής πώλησης των μετοχών, καθιστώντας το κέρδος θεωρητικό.
Στο Λονδίνο, ο Μαξίμ Μπακίγεφ ήταν έξω φρενών, γιατί επρόκειτο για τα χρήματά του. Και ήταν ο Γκούρεβιτς που έδινε τις εντολές, με βάση εσωτερικές πληροφορίες που αγοράστηκαν από έναν βρετανό χρηματιστή με καλές συνδέσεις, αλλά με εμφανείς οικονομικές δυσκολίες. Ο λόγος που το ξέρουμε είναι διότι ο Γκούρεβιτς κατέγραφε κρυφά τις συνομιλίες του με τον χρηματιστή προς όφελος του FBI. Ξεκινώντας στα τέλη τού 2011, ο πολιορκημένος οικονομολόγος είχε γίνει εμπιστευτικός πληροφοριοδότης τού FBI, βοηθώντας την κυβέρνηση των ΗΠΑ να οικοδομήσει μια ποινική υπόθεση εναντίον τού Μαξίμ και του δύσμοιρου χρηματιστή, σύμφωνα με τα έγγραφα αμερικανικού δικαστηρίου.
ΠΕΡΙΕΡΓΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ
Πώς έπεισε το FBI τον Γκούρεβιτς να μιλήσει; Ενώ ο Γκούρεβιτς ξεκουραζόταν ήσυχα στην Λευκορωσία, αποσυμπιεζόμενος μετά την απόδρασή του από το Κιργιστάν και σκεπτόμενος το επόμενο εγχείρημα του, ένας Αμερικανός δικαστής εξέδωσε ένταλμα για την σύλληψή του. Αυτό έκανε τον Γκούρεβιτς καταζητούμενο σε τρεις χώρες: στην Ιταλία με την κατηγορία τού ξεπλύματος χρήματος, στην Κιργιζία με την κατηγορία τής απάτης και της υπεξαίρεσης, και τώρα στις Ηνωμένες Πολιτείες με την κατηγορία τού εκβιασμού. Οι Αμερικανοί ερευνητές ισχυρίστηκαν ότι κάποια στιγμή κατά την διάρκεια της θητείας του στο κόσμο της υψηλής οικονομίας της Κιργιζίας, ο Γκούρεβιτς είχε στήσει μια συνωμοσία εκβιασμού. Ο στόχος του δεν ήταν ξεκάθαρος στο δικαστικό έγγραφο που είδα, αλλά με δεδομένο το ενδιαφέρον των αμερικανικών υπηρεσιών επιβολής τού νόμου στο θέμα αυτό, πιθανώς εμπλέκεται μια εταιρεία ή ένα άτομο που είναι συνδεδεμένοι με τις ΗΠΑ. Οι κατηγορίες εμφανίστηκαν αρκετά σοβαρές στον Γκούρεβιτς ώστε να ζητήσει επιείκεια, παραδίδοντας τον Μαξίμ.
Ξοδεύοντας τον χρόνο του στο Λονδίνο, μετά την επανάσταση που τερμάτισε την διακυβέρνηση του Κιργιστάν από την οικογένειά του, ο Μαξίμ δεν είχε χάσει καθόλου χρόνο στην προσπάθειά του να πολλαπλασιάσει την περιουσία του. Μέσα από μια εικονική εταιρεία με έδρα τη Νέα Ζηλανδία, έστησε έναν τραπεζικό λογαριασμό στην Λετονία, «φορτωμένο» με κινητές αξίες ύψους 45 εκατομμυρίων αμερικανικών δολαρίων, σύμφωνα με τα έγγραφα του αμερικανικού δικαστηρίου. Με την ευλογία τού Μαξίμ, ο Γκούρεβιτς χρησιμοποίησε τον λογαριασμό για εκμετάλλευση εμπιστευτικών πληροφοριών, χρησιμοποιώντας πληροφορίες «αιχμής» που παρέχονταν από τον Tayyib Ali Munir, τον χρηματιστή στο Λονδίνο, ο οποίος αποκτούσε τις επενδυτικές πληροφορίες του από ένα δίκτυο καλά διασυνδεδεμένων πηγών, συμπεριλαμβανομένου ενός πρώην διευθυντή τού Χρηματιστηρίου τής Νέας Υόρκης.
Οι πληροφορίες δεν ήταν πάντοτε σωστές. Το 2011, ο Γκούρεβιτς και ο Μαξίμ επένδυσαν 9 εκατομμύρια δολάρια σε μετοχές τής InterMune, μιας μικρής αμερικανικής εταιρείας βιοτεχνολογίας, μετά από πληροφορίες τού Munir ότι σύντομα θα εξαγοραστεί από μια μεγάλη φαρμακευτική εταιρεία η οποία ενδιαφέρεται για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας της. Καθώς οι μήνες περνούσαν και η συγχώνευση δεν υλοποιείτο, ο Γκούρεβιτς και ο Μαξίμ βρέθηκαν να κάθονται πάνω σε ένα σωρό μετοχών που έχαναν γρήγορα την αξία τους. Αντίθετα, η πληροφορία για την επικείμενη εξαγορά τής Global Industries αποδείχθηκε ακριβής. Αλλά, ο Γκούρεβιτς και ο Μαξίμ στιγμάτισαν μια τέλεια συναλλαγή με εμπιστευτικές πληροφορίες αφήνοντας την απληστία τους να θολώσει την κρίση τους και αγοράζοντας τόσες πολλές μετοχές που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ειδοποιήθηκε και «πάγωσε» την συναλλαγή.
Από τότε που ο Γκούρεβιτς μετέδωσε κατευθείαν όλο το σχέδιο στο FBI, ο Munir συνελήφθη και κατηγορήθηκε για εκμετάλλευση εμπιστευτικών πληροφοριών («εσωτερική πληροφόρηση»). Ομολόγησε την ενοχή του τον Οκτώβριο του 2012. Δεν είναι δημοσίως γνωστά πολλά για τον Munir. Ο δικηγόρος του μου είπε ότι είναι «ένας ανθρωπάκος», αν και φαίνεται να είχε χρυσές κοινωνικές διασυνδέσεις. Τον ίδιο Οκτώβριο, ο Μαξίμ συνελήφθη στο Λονδίνο με ένταλμα από τις ΗΠΑ που ζητά την έκδοσή του στις Ηνωμένες Πολιτείες με την κατηγορία τής συνωμοσίας για την διάπραξη απάτης με μετοχές. Μήνες αργότερα, οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απέσυραν ήσυχα τις κατηγορίες εναντίον τού Μαξίμ. Αν και δεν δόθηκε ποτέ επίσημη αιτιολογία, έχουν υπάρξει αναφορές για προβλήματα με τα αποδεικτικά στοιχεία τής υπόθεσης. Η απόφαση των ΗΠΑ να μην ασκήσει δίωξη στον Μαξίμ εξόργισε τη νέα κυβέρνηση της Κιργιζίας, που τον κατηγόρησε ότι κατάκλεψε την χώρα όσο κυβερνούσε ο πατέρας του.
ΑΠΟΔΙΟΠΟΜΠΑΙΟΣ ΤΡΑΓΟΣ
Τον τελευταίο καιρό, το πολιτικό «τρενάκι τού τρόμου» στο Κιργιστάν φάνηκε να επιβραδύνει λίγο. Παρά το γεγονός ότι την επανάσταση του 2010 την ακολούθησε ένα ξέσπασμα βίας μεταξύ εθνοτήτων, και υπάρχουν περιστασιακές διαδηλώσεις που στοχεύουν σε περιστασιακές αδικίες, δεν υπήρξαν περαιτέρω επαναστάσεις. Και με τον αφγανικό πόλεμο να πλησιάζει στο τέλος του, η Ουάσιγκτον θεωρεί ότι η πικρία για την στρατιωτική βάση της στο Κιργιστάν δεν αξίζει πια τον κόπο. Σε λίγους μήνες η βάση θα κλείσει και ορισμένες δραστηριότητές της θα πρέπει να μετακινηθούν στην Ρουμανία.
Τελευταία φορά που άκουσα τον Γκούρεβιτς ήταν τον Οκτώβριο του 2013. Ήταν σε κατ’ οίκον περιορισμό στην Ιταλία, εξακολουθώντας να αγωνίζεται για την παλιά υπόθεση φορολογικής απάτης που του προσέδωσε για πρώτη φορά διεθνή φήμη. Ο Γκούρεβιτς εξακολουθούσε να ελπίζει να επιτύχει μια διευθέτηση με τους Ιταλούς και να ταξιδέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες για να ασχοληθεί με μια απροσδιόριστη μήνυση. Στον πυρήνα της, η ιστορία του δείχνει το πώς γίνονται οι μπίζνες σε πολλές γωνιές τού μετασοβιετικού κόσμου, όπου αρπακτικά παράσιτα αποκτούν πρόσβαση στα παγκόσμια οικονομικά και κάνουν χρήση μεσαζόντων και υπεράκτιων εταιρειών. Ο ίδιος ο Γκούρεβιτς λέει ότι έχει μετατραπεί σε αποδιοπομπαίο τράγο για αμαρτίες που δεν είναι δικές του. Και παρ’ όλη τη νομική καταδίωξη, είναι ακόμα σε θέση να αστειεύεται για αυτό. Μέχρι πρόσφατα, το προφίλ του στο Twitter έγραφε ως εξής: «Πρώην τραπεζίτης. Χρηματιστής. Άθεος. Άνθρωπος της οικογένειας. Γεννημένος για να σκορπίζει την δυστυχία νοερά και ενστικτωδώς. Ο πλέον καταζητούμενος της Κιργιζίας. Ούτε κατά διάνοια γκάνγκστερ».

Προσαρμοσμένο από το βιβλίο Restless Valley: Revolution, Murder, and Intrigue in the Heart of Central Asia του Philip Shishkin, που έχει εκδοθεί από τον οίκο Yale University Press. Copyright c 2013 by Philip Shishkin. Με την άδεια του εκδότη.

* Ο PHILIP SHISHKIN είναι συνεργάτης στο Asia Society στην έδρα Bernard Schwartz και πιο πρόσφατα συγγραφέας τού βιβλίου με τίτλο Restless Valley: Revolution, Murder and Intrigue in the Heart of Central Asia [1], από το οποίο είναι προσαρμοσμένο αυτό το κείμενο. Published by Yale University Press. Copyright c 2013 by Philip Shishkin. Με την άδεια του εκδότη.


Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/140233/philip-shishkin/kyrgyzstan...

Συνδέσεις:
[1] http://www.amazon.com/Restless-Valley-Revolution-Intrigue-Central/dp/030...