Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Ένα ενδιαφέρον άρθρο για το ποιος εκβιάζει τις εκλογές


Ποιος εκβιάζει τις εκλογές;
Του Γιώργου Π. Τερζή
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Το Μέγαρο Μαξίμου το αρνείται. Αλλά δεν χωράει αμφιβολία ότι το επιτελείο του Αντώνη Σαμαρά φλέρταρε με την ιδέα των πρόωρων εκλογών.

Επιδίωξε να τις προκαλέσει τον Ιούνιο, με όχημα το «λουκέτο» της ΕΡΤ. Ωστόσο, οι αντιδράσεις από το εξωτερικό, άτυπες μεν ισχυρότατες δε, αλλά και το κόλπο γκρόσο του Ευάγγελου Βενιζέλου που έμεινε στην κυβέρνηση, «αδειάζοντας» τον Φώτη Κουβέλη, απέτρεψαν το σενάριο. Φάνηκε να τις σκέφτεται και τις προηγούμενες εβδομάδες, με αφορμή τις εξελίξεις περί τη Χρυσή Αυγή. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ ήταν, μεταξύ άλλων, μια ιδιαιτέρως σκληρή αντίδραση του Ευάγγελου Βενιζέλου που τις απέτρεψε, καθώς προφανώς ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν θέλει να πάει με μονοψήφια δημοσκοπικά ποσοστά στις κάλπες.
Οι εκλογές δεν έγιναν, και όμως για άλλη μία φορά όλοι σχεδόν μιλούν γι’ αυτές. Ο πρωθυπουργός φέρεται να διαμηνύει προς τους συνομιλητές του την πρόθεσή του να εξαντλήσει την 4ετία. Το είπε, τουλάχιστον τρεις φορές, κατά τις δημόσιες τοποθετήσεις του στο Ισραήλ, πλέκοντας επιπλέον και το εγκώμιο της «ισχυρής συνεργασίας» που έχει με τον Ευάγγελο Βενιζέλο.
Διεξαγωγή εθνικών εκλογών το 2016, στο τέλος δηλαδή της 4ετίας, προϋποθέτει ότι η Ν.Δ. καθώς –μην ξεχνάμε– και ο κυβερνητικός της εταίρος, το ΠΑΣΟΚ, θα εξέλθουν με... αμυχές από δύο εκλογικές αναμετρήσεις (τον Μάιο θα ψηφίσουμε για Ευρωκοινοβούλιο και Τοπική Αυτοδιοίκηση), από μία εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας και, κυρίως, από την κοινωνική αντίδραση και την κόπωση των βουλευτών της. Πρόκειται, ομολογουμένως, για ένα σενάριο με υψηλό επίπεδο δυσκολίας και πλήθος αβεβαιοτήτων, αλλά επί του παρόντος ας δεχτούμε τον στόχο των δύο κυβερνητικών εταίρων να εξαντλήσουν την 4ετία ως απολύτως ειλικρινή και ας έρθουμε σε όσα συζητούνται από το απόγευμα της Δευτέρας και τη συνεδρίαση του Eurogroup. «Αν με πιέσετε για νέα μέτρα, θα πάμε σε εκλογές» φέρεται, σύμφωνα με κάποια τουλάχιστον ΜΜΕ, να διαμηνύει ο πρωθυπουργός προς τους πιστωτές της χώρας. Από κοντά, σειρά στελεχών που είτε αναδεικνύουν το ίδιο δίλημμα (όχι μέτρα ή εκλογές), όπως ο κ. Αδ. Γεωργιάδης, είτε επισημαίνουν με ένταση ότι δεν μπορεί να υπάρξει οποιοδήποτε νέο περιοριστικό μέτρο μέσω αυτής της Βουλής, όπως οι Κ. Μητσοτάκης, Ντ. Μπακογιάννη, Μιλτ. Βαρβιτσιώτης και άλλοι.
Επί της ουσίας, οι φωνές των γαλάζιων βουλευτών λειτουργούν ενισχυτικά στην προσπάθεια Σαμαρά. «Δέχομαι πίεση, κοινωνική και πολιτική, δεν περνάνε τα νέα μέτρα» μπορεί να ισχυριστεί, ειδικά από τη στιγμή που οι «φωνασκούντες» εμφανώς δεν ανήκουν στην ομάδα των λαϊκιστών. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, ανεβάζουν ψηλά τον πήχυ της διαπραγμάτευσης, ειδικά εάν στο «όχι» της Αθήνας οι εταίροι της χώρας απαντήσουν με ένα δικό τους «όχι».
Τι συμβαίνει, λοιπόν;
Εκδοχή πρώτη. Η Αθήνα εγκλωβίστηκε στη λογική ενός success story και της ανάγκης μη περαιτέρω επιβάρυνσης των πολιτών και έσπευσε να προδιαγράψει το τέλος των Μνημονίων παραγνωρίζοντας την πραγματικότητα και τις διαθέσεις των πιστωτών. Και πλέον παίζει τα πολιτικά της ρέστα. Εκδοχή δεύτερη. Αντιμέτωποι με τις εσωτερικές τους αντιφάσεις, οι εκπρόσωποι της τριμερούς επιχειρούν εκείνοι να κερδίσουν χρόνο ανοίγοντας μέτωπα με την ελληνική πλευρά. Παρά το γεγονός ότι ακούγεται σχήμα οξύμωρο, οι Ευρωπαίοι, αν και θέλουν να «δέσουν» την Ελλάδα με κάποιου είδους μνημόνιο, δεν είναι καθόλου εύκολο να το πράξουν πριν από τις ευρωεκλογές. Γιατί τότε, θα πρέπει να εξηγήσουν τους λόγους χορήγησης νέων κεφαλαίων στην Ελλάδα, που κατά τα λοιπά επιτυγχάνει τους στόχους της. Αυτό ισχύει, κατεξοχήν, και με το ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους. Εκδοχή τρίτη, όπως μου τη μετέφερε παλαιός έμπειρος κοινοβουλευτικός: Οι πιστωτές έχουν αποφασίσει ότι θα «χάσουν χρήματα στην Ελλάδα», αλλά δεν μπορούν να εξηγήσουν πώς αυτό θα συμβεί με μία κυβέρνηση που ακολούθησε πιστά όλες τις οδηγίες. Εξωθούν, συνεπώς, τα πράγματα στα άκρα προκειμένου να υπάρξει κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα και δι’ αυτής να μπουν σε εφαρμογή οι όποιες λύσεις.
Από την εξέλιξη των πραγμάτων, με πλέον πιθανή αυτή ενός ακόμη συμβιβασμού, θα φανεί ποιος τελικά εκβιάζει τη διεξαγωγή εκλογών, αλλά και πόσο καλά έχει σταθμίσει το πιθανό αποτέλεσμα αυτών.