Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2013

Ένα πολύ καλό άρθρο για τη διαφορετική αντίληψη για τον χρόνο στους ανθρώπους


Η διαφορετική αντίληψη για τον χρόνο
Είναι θέμα μαθηματικών, βιολογίας ή μνήμης, που κάνουν τα παιδικά μας χρόνια να φαντάζουν σαν αιώνας;
Της Ασπασίας Δασκαλοπούλου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Σχεδόν κάθε 30άρης θα σου πει ότι ο χρόνος περνάει όλο και πιο γρήγορα, και ορόσημα της εβδομάδας, όπως το βράδυ της Κυριακής, ή του έτους, όπως τα Χριστούγεννα, φαίνεται να φτάνουν ολοένα και πιο γρήγορα βδομάδα με τη βδομάδα ή χρόνο με το χρόνο. Γιατί o χρόνος λοιπόν φαίνεται να πατάει γκάζι όσο μεγαλώνουμε;

Μια από τις πιο γνωστές προσεγγίσεις στηρίζεται καθαρά στα μαθηματικά. Οπως εξηγεί η Κλόντια Χάμοντ, συγγραφέας του βιβλίου «Time Warped» ή Χρόνος Παραμορφωμένος: «Στην ηλικία των 40 ετών, μια χρονιά αποτελεί το ένα τεσσαρακοστό της ζωής μας, ενώ στην ηλικία των οκτώ ετών, μια χρονιά καταλαμβάνει ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος της». Γνωστή ως θεωρία των αναλογιών, ο Γάλλος φιλόσοφος του 19ου αιώνα Πολ Ζανέ αναφέρεται σε αυτή λέγοντας: «Αναπολώντας τα οκτώ ή δέκα τελευταία χρόνια στο σχολείο, νομίζεις ότι διήρκεσαν έναν αιώνα, ενώ τα τελευταία οκτώ ή δέκα χρόνια της ζωής σου, φαίνεται να διήρκεσαν μία ώρα».
Είναι όμως μόνο αυτό που κάνει ένα καλοκαίρι της παιδικής μας ηλικίας να φαντάζει σαν μια ολόκληρη ζωή;
Μια εξήγηση αποδεκτή από μεγάλο κομμάτι των επιστημόνων που ασχολούνται με το ζήτημα της αντίληψης του χρόνου έρχεται από τον χώρο της ψυχολογίας. Τα παιδιά καλούνται να ανακαλύψουν τον κόσμο. Οσο πιο «φρέσκος» είναι κάποιος στη ζωή τόσο περισσότερες πρωτόγνωρες πληροφορίες και ερεθίσματα δέχεται και τραβούν την προσοχή του. Στριμώχνοντας λοιπόν πολλά ερεθίσματα σε έναν περιορισμένο χρόνο, δίνεται η αίσθηση ότι μία μέρα, μία εβδομάδα ή ένα καλοκαίρι διαρκούν πολύ περισσότερο από όσο στην πραγματικότητα, γιατί περισσότερες πληροφορίες αποθηκεύονται στη μνήμη μας.
Ενώ αυτό φαίνεται να έχει κάποια λογική βάση, τα επιστημονικά δεδομένα που θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν κάτι τέτοιο είναι ακόμα λίγα και αποσπασματικά. «Θυμάμαι το 2009, όταν διορθώναμε με κάποιους συναδέλφους ένα επιστημονικό άρθρο σχετικά με το πώς ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τον χρόνο. Καλέσαμε τότε 14 ερευνητές για να το συζητήσουμε και καταλήξαμε με δέκα διαφορετικές θεωρίες πάνω στο τραπέζι», λέει ο Μαρκ Βίτμαν, ερευνητής στο Ινστιτούτο Ψυχολογίας και Ψυχικής Υγείας IGPP, του Φράιμπουργκ της Γερμανίας, και ειδικός σε θέματα αντίληψης χρόνου.
Μια νέα έρευνα, που δημοσιεύτηκε τον προηγούμενο μήνα στο επιστημονικό περιοδικό «Animal Behaviour», φαίνεται να δίνει μια νέα διάσταση στο ζήτημα της αντίληψης του χρόνου βάζοντας στο παιχνίδι την επιστήμη της βιολογίας. Μήπως δεν είναι μόνο τα μαθηματικά και οι μνήμες μας, που κάνουν τα παιδικά μας χρόνια να φαντάζουν αιώνας; Μήπως από κατασκευής τους τα παιδιά έχουν διαφορετική αντίληψη του χρόνου;
«Η έμπνευση ήρθε σε έναν σταθμό τρένου, μια μέρα που πήγαινα στη δουλειά. Η προσοχή μου ήταν καρφωμένη πάνω σε δύο μικρά παιδιά που φάνταζαν στα μάτια μου σαν να ζουν σε έναν κόσμο ο οποίος εξελίσσεται με πιο γρήγορους ρυθμούς», λέει ο καθηγητής Ζωολογίας Αντριου Τζάκσον. Η σκέψη αυτή τον συνόδεψε σε ολόκληρη τη διαδρομή μέχρι το εργαστήριό του στο Τμήμα Ζωολογίας του Πανεπιστημίου Τρίνιτι, της Ιρλανδίας. Αν παιδιά και ενήλικοι βιώνουν τον χρόνο σε διαφορετικές ταχύτητες, τότε τι συμβαίνει μεταξύ των διαφορετικών ζωικών ειδών, αναρωτήθηκε ο Τζάκσον.
Δύο από τους διδακτορικούς του φοιτητές ανέλαβαν αμέσως να το διερευνήσουν. Οι Κέβιν Χίλι και Λουκ ΜακΝάλι συγκέντρωσαν, ανέλυσαν και συνέκριναν στοιχεία από έρευνες πάνω σε ζώα και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα μικρόσωμα ζώα, με γρήγορους ρυθμούς μεταβολισμού, αντιλαμβάνονταν τον χρόνο να κυλάει πιο αργά σε σύγκριση με μεγαλόσωμα ζώα με πιο αργούς ρυθμούς μεταβολισμού.
Το πείραμα
Πώς όμως «ρωτάς» ένα ζώο πώς αντιλαμβάνεται το πέρασμα του χρόνου; Το πείραμα περιλαμβάνει έναν φακό που αναβοσβήνει με όλο και πιο γρήγορο ρυθμό. Μέχρι ενός σημείου το μάτι μπορεί να διακρίνει ότι το φως είναι διακοπτόμενο, ενώ από μια ταχύτητα και πάνω το μάτι δεν βλέπει εναλλαγές του φωτός, αλλά συνεχές φως. Από έρευνες σε ανθρώπους, και συγκεκριμένα σε αθλητές, έχει παρατηρηθεί ότι αυτοί που μπορούν να διακρίνουν το άναψε-σβήσε του φωτός όταν ο ρυθμός εναλλαγής φωτός-σκότους είναι πολύ γρήγορος ανέφεραν ότι βλέπουν τις μπάλες να τους πλησιάζουν σε πιο αργή κίνηση, δηλαδή είχαν πιο «ξεχειλωμένη» αντίληψη του χρόνου.
Οταν οι Χίλι και ΜακΝάλι έκαναν το ίδιο πείραμα σε ζώα διαπίστωσαν ότι, για παράδειγμα, ένας σκίουρος μπορεί να διακρίνει πιο γρήγορες εναλλαγές φωτός σε σύγκριση με έναν σκύλο, κάτι που σύμφωνα με τους Ιρλανδούς ερευνητές συνεπάγεται ότι ο σκίουρος βλέπει τη ζωή σε πιο αργή κίνηση.
«Tα παιδιά έχουν πράγματι την ικανότητα να διακρίνουν πιο γρήγορες εναλλαγές φωτός-σκότους από τους ενήλικες και με αυτό τον τρόπο προσλαμβάνουν μεγαλύτερο όγκο οπτικών πληροφοριών», λέει ο Τζάκσον. «Παρότι τα παιδιά είναι πιο μικρόσωμα από τους ενηλίκους, είναι πιθανότερο η παραπάνω παρατήρηση να συνδέεται με τον υψηλότερο ρυθμό του μεταβολισμού των μικρών παιδιών, ο οποίος μειώνεται με την πάροδο των ετών», εξηγεί. Για να εξαχθεί όμως ένα ασφαλές συμπέρασμα σχετικά με το αν ο αυξημένος ρυθμός μεταβολισμού των παιδιών είναι αυτός που τα κάνει να βλέπουν τον κόσμο σε αργή κίνηση, θα χρειαστούν περισσότερες και στοχευμένες έρευνες.
Οι αντιδράσεις του εγκεφάλου
«Αν νιώθεις το σώμα σου, νιώθεις τον χρόνο» ισχυρίζεται ο Βίτμαν. Για παράδειγμα, όταν είμαστε φοβισμένοι ο χρόνος φαίνεται να κυλά αργά, γιατί όλες μας οι αισθήσεις είναι σε εγρήγορση, εξηγεί.
Για να αποδείξει την υπόθεσή του, ο Βίτμαν με την ερευνητική ομάδα του, έκαναν εμπειρικά πειράματα σε ανθρώπους, κατά τα οποία έβαζαν τους συμμετέχοντες να ακούν ήχους διαφορετικής διάρκειας. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι η διάρκεια του ερεθίσματος ήταν ακριβώς η ίδια με τη διάρκεια ενεργοποίησης μιας συγκεκριμένης περιοχής του εγκεφάλου, του λεγόμενου νησιωτικού φλοιού, που ο ρόλος της είναι να δέχεται σήματα από σωματικά ερεθίσματα. Με άλλα λόγια, ο Βίτμαν προτείνει ότι ο άνθρωπος μπορεί να εκτιμήσει τη διάρκεια του χρόνου, κάνοντας χρήση των σωματικών ερεθισμάτων που δέχεται.
Αλλες έρευνες έχουν δείξει επίσης ότι όσο μεγαλύτερες οι νοητικές απαιτήσεις μιας άσκησης, τόσο μεγαλύτερη νομίζουμε ότι είναι η διάρκειά της. Ο Ντέιβιντ Ιγκλμαν, νευροεπιστήμονας στην Ιατρική Σχολή Baylor του Τέξας, παρατήρησε ότι ένα επαναλαμβανόμενο ερέθισμα φάνταζε πιο σύντομο σε διάρκεια από ένα πρωτόγνωρο ίδιας διάρκειας.
Ο Βίτμαν, ενώ τονίζει ότι «υπάρχουν ακόμα πολλά κενά στην έρευνα της αντίληψης του χρόνου», εκτιμά ότι το γεγονός ότι τα παιδιά βιώνουν περισσότερα νέα σωματικά και νοητικά ερεθίσματα και επίσης ζουν πιο έντονα το παρόν –μπορούν και αισθάνονται δηλαδή καλύτερα την κάθε στιγμή– σε σχέση με τους ενήλικες, θα μπορούσε ίσως να εξηγήσει σε ένα βαθμό γιατί τα παιδιά νιώθουν τον χρόνο να κυλά πιο αργά.
Είναι όμως τελικά η διαφορετική αντίληψη της διάρκειας του χρόνου που κάνει ένα παιδί να μην μπορεί να περιμένει μισή ώρα μέχρι να φάει το παγωτό που του έχεις υποσχεθεί;
«Πολλές έρευνες στον τομέα των νευροεπιστημών» λέει η Σιλβί Ντρουά-Βολέ, καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Blaise Pascal της Γαλλίας, «έχουν δείξει ότι η ανυπομονησία των μικρών παιδιών οφείλεται στη μειωμένη ικανότητα προσοχής αλλά και εκτίμησης του πραγματικού χρόνου, που είναι αποτέλεσμα του ανώριμου ακόμα παιδικού εγκεφάλου». Συγκεκριμένα, η περιοχή εκείνη του εγκεφάλου που ονομάζεται προμετωπιαίος φλοιός και συνδέεται με την αυτοσυγκράτηση και την παρορμητικότητα, δεν είναι πλήρως ανεπτυγμένη σε μικρά παιδιά, κάτω των επτά ή οκτώ ετών, εξηγεί η Ντρουά-Βολέ.
Ο Ρίτσαρντ Φρίντμαν, καθηγητής ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή Weill Cornell της Νέας Υόρκης, σε πρόσφατο άρθρο του στους The New York Times προτείνει: «Aν θέλεις να επιβραδύνεις το πέρασμα του χρόνου, γίνε πάλι φοιτητής, κάνε κάτι καινοτόμο, ή κάτι που να απαιτεί μεγάλη προσπάθεια. Πήγαινε στη δουλειά σου από άλλο δρόμο ή διακοπές σε ένα άγνωστο μέρος».
Τα καλά κρυμμένα μυστικά των οπτικών ψευδαισθήσεων
Vanderbilt University
Το λογότυπο των Ολυμπιακών Αγώνων του 1984 στο Λος Αντζελες περιλαμβάνει κόκκινα, λευκά και μπλε αστέρια, όμως το λευκό αστέρι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει: Είναι μια οφθαλμαπάτη. Παρομοίως, oι λευκές γραμμές στο λογότυπο της IBM είναι μια ψευδαίσθηση.
Και τα δύο λογότυπα εκμεταλλεύονται μια κοινή οπτική ψευδαίσθηση, κατά την οποία ο εγκέφαλος, στην όψη ενός ασυνεχούς φόντου, βλέπει σχήματα και επιφάνειες που δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα.
«Είναι παραισθήσεις χωρίς τη λήψη ναρκωτικών» λέει ο Αλεξάντερ Μάιερ, καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Vanderbilt του Τενεσί των ΗΠΑ και επικεφαλής ομάδας νευροεπιστημόνων που εντόπισε την περιοχή του εγκεφάλου που ευθύνεται γι’ αυτά τα «απατηλά σχήματα».
Στις 30 Σεπτεμβρίου, σε δημοσίευσή τους στη διαδικτυακή έκδοση του επιστημονικού περιοδικού Proceedings of the National Academy of Sciences, ο Μάιερ και η ερευνητική του ομάδα αναφέρουν ότι ανακάλυψαν μια ομάδα νευρώνων, ή νευρικών κυττάρων, στον οπτικό φλοιό του εγκεφάλου, που ενεργοποιούνται μόνο όταν βλέπουμε ένα σχήμα που δημιουργεί οπτική ψευδαίσθηση, δηλαδή που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει, ενώ παραμένουν αδρανείς όταν βλέπουμε ένα σχεδόν όμοιο σχήμα που όμως δεν κρύβει οφθαλμαπάτη.
Ερευνες έχουν δείξει ότι μια μεγάλη ποικιλία ζωικών ειδών, όπως πίθηκοι, γάτες, κουκουβάγιες, χρυσόψαρα, ακόμα και μέλισσες επίσης αντιλαμβάνονται αυτά τα απατηλά σχήματα. Αυτό έχει οδηγήσει τους επιστήμονες στο συμπέρασμα ότι η ικανότητα αυτή του εγκεφάλου αναπτύχθηκε ώστε τα ζώα να εντοπίζουν τους θηρευτές και τα θηράματα που κρύβονται στους θάμνους, εξασφαλίζοντας έτσι την επιβίωσή τους.
Παρόλο που οι επιστήμονες έχουν ανακαλύψει τα απατηλά αυτά σχήματα εδώ κι έναν αιώνα, μόλις τα τελευταία 30 χρόνια άρχισαν να μελετούν τους μηχανισμούς που χρησιμοποιεί ο εγκέφαλος για να ερμηνεύσει ερεθίσματα που σχετίζονται με τις αισθήσεις.
Στα θηλαστικά, η περιοχή του εγκεφάλου που επεξεργάζεται τα οπτικά ερεθίσματα, ονομάζεται οπτικός φλοιός και αποτελείται από πέντε διαφορετικές περιοχές που αναφέρονται ως V1 έως V5.
Ο οπτικός φλοιός V1 δέχεται ερεθίσματα από τα μάτια και τα ταξινομεί λαμβάνοντας υπόψη κάποιες βασικές ιδιότητές τους, όπως ο προσανατολισμός, το χρώμα και η τοποθεσία. Από εκεί, το ερέθισμα χτυπάει την πόρτα της περιοχής V2, όπου μεταξύ άλλων διεργασιών εντοπίζονται οι διαφορές στα σήματα που λαμβάνονται από τα δύο μάτια, δημιουργώντας τη διόφθαλμη όραση. Μετά, η πληροφορία παίρνει τον δρόμο είτε προς το «Μοναπάτι του Πού», είτε προς το «Μονοπάτι του Τι».
«Κάναμε λοιπόν την υπόθεση ότι η περιοχή V4 του οπτικού φλοιού, ή “Μονοπάτι του Τι”, που σχετίζεται τόσο με την αναγνώριση αντικειμένων όσο και με την οπτική προσοχή, παίζει ρόλο στις οπτικές ψευδαισθήσεις» λέει η Μισέλ Κοξ, βασική ερευνήτρια της συγκεκριμένης μελέτης.
Για να ελέγξουν την υπόθεσή τους, οι Αμερικανοί ερευνητές έκαναν πειράματα σε πιθήκους. Αρχικά, έψαξαν να βρουν ποιοι νευρώνες στην περιοχή V4 του εγκεφάλου αντιστοιχούν σε διαφορετικά σημεία του αμφιβληστροειδούς των πιθήκων. Στη συνέχεια έβαλαν τους πιθήκους να κοιτούν μια οθόνη με μια οπτική ψευδαίσθηση που ονομάζεται «τετράγωνο Kanizsa». Βλέποντας αυτή την εικόνα ο εγκέφαλος δημιουργεί ένα φωτεινό λευκό τετράγωνο στο κέντρο, το οποίο στην πραγματικότητα δεν υφίσταται. Οσο οι πίθηκοι κοιτούσαν την εικόνα, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι οι νευρώνες που αντιστοιχούν στην απεικόνιση του απατηλού αυτού τετραγώνου, άρχισαν να ενεργοποιούνται.
Οταν, όμως, έβαλαν τους πιθήκους να δουν μια παρόμοια εικόνα στην οποία οι κύκλοι είχαν αντίθετο προσανατολισμό, ώστε να μη σχηματίζεται το λευκό τετράγωνο στο κέντρο, οι ίδιοι αυτοί νευρώνες παρέμεναν ανενεργοί.
«Ο εγκέφαλος δρα όπως ένας ντετέκτιβ» είπε ο Μάιερ. «Αντιδρά σε ερεθίσματα του περιβάλλοντος κάνοντας όσο το δυνατόν καλύτερες υποθέσεις σχετικά με το πώς αυτά συνδυάζονται μεταξύ τους. Στην περίπτωση όμως αυτών των οπτικών ψευδαισθήσεων, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι λανθασμένο».
Ατυχος κυνηγός τριφυλλιών
The New York Times
Ε.: Γιατί η σύζυγός μου εντοπίζει με ευκολία τετράφυλλα τριφύλλια από όρθια θέση, ενώ εγώ ακόμα κι αν ψάχνω πεσμένος στα γόνατα δεν βρίσκω ποτέ;
Α.: Η συνηθισμένη στρατηγική περιλαμβάνει την αναγνώριση μοτίβων, «σαν να βρίσκεις ένα τετράγωνο μέσα σε μια θάλασσα από τρίγωνα», είπε ο Μαρκ Ντίνκιν, διευθυντής της νευρο-οφθαλμολογικής κλινικής στο Νοσοκομείο Presbyterian της Νέας Υόρκης.
Σε αυτό εμπλέκεται ένα πολύπλοκο δίκτυο νευρώνων, είπε. Πρώτον, χρειάζεται να βλέπεις καθαρά, να έχεις ευαισθησία στο χρώμα και στις αντιθέσεις που κάνουν τα φύλλα να ξεχωρίζουν το ένα από το άλλο. «Υποθέτοντας ότι ο αμφιβληστροειδής και το οπτικό σου νεύρο είναι υγιή, τότε αυτές οι λειτουργίες είναι πιθανότατα άθικτες, επομένως γιατί να μην μπορείς να εντοπίσεις τα τυχερά τριφύλλια;» ρώτησε ο Ντίνκιν. «Η απάντηση μπορεί να κρύβεται στον οπτικό σου φλοιό».
«Η πληροφορία από το μάτι φτάνει στον οπτικό φλοιό του εγκεφάλου, εκεί αναλύεται και στέλνεται στην περιοχή εκείνη του εγκεφάλου που εξειδικεύεται στον εντοπισμό σχημάτων. Από εκεί, η πληροφορία προωθείται στον κροταφικό λοβό, όπου συγκρίνεται με ήδη γνωστές εικόνες.
Εάν δεν υπάρχει κάποια σοβαρή εγκεφαλική βλάβη, προσθέτει ο Ντίνκιν, τότε πιθανώς το πρόβλημα να έγκειται στην προσοχή και την τεχνική. Η προσοχή είναι ένας σημαντικός παράγοντας, να επικεντρώνεσαι δηλαδή μόνο στο σχήμα και να παραβλέπεις τις περιττές λεπτομέρειες. Σε ό,τι αφορά την τεχνική, είναι πιο αποτελεσματικό να στέκεσαι όρθιος και να σαρώνεις την περιοχή με το βλέμμα, ενώ η ταχύτητα δεν θα αργήσει να βελτιωθεί με την εξάσκηση.