Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Το εύστοχο άρθρο του Αντ. Πανούτσου περί εθνικής παιδείας


Εθνική παιδεία
Αντώνης Πανούτσος
(Πηγή : http://www.protothema.gr/)
«Ανδρα μόι έννεπε, μόυσα πολύτροπος». Στις διφθόγγους είχαμε ένα πρόβλημα, αλλά το νόημα έβγαινε. Ο Χέλμουτ προσπαθούσε να απαγγείλει Ομηρο.
Με ερασμιακή προφορά όπως τον μαθαίνουν στα classics στη Γερμανία, αλλά αρχαία. Αυτά που έμαθε και αμέσως ξέχασε κάθε Ελληνας που πήγε γυμνάσιο και λύκειο.
Καταληπτό σε κάθε Ελληνα πολίτη που έχει πάει στο γυμνάσιο. Ξέχασε; Οχι ακριβώς. Αυτές οι άπειρες ώρες της διδασκαλίας, ακόμα και στον πιο αδιάφορο, άφησαν κάτι. Από τα οικογενειακά του «Δαρείου και Παρυσάτιδος γίγνονται παίδες δύο» μέχρι το «φιλοκαλούμεν  τε γαρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας» που ξεσήκωνε θύελλα ενθουσιασμού, τα Αρχαία δεν ήταν απλώς ένα μάθημα, ήταν Το Μάθημα. Προνόμιο και κατάρα. Κατάρα γιατί έπρεπε να μαθαίνεις μια μπελαλίδικη ορθογραφία και γραμματική και προνόμιο γιατί άκουγες τους καθηγητές να σου λένε ότι στο εξωτερικό όποιος είναι μορφωμένος έπρεπε να τα ξέρει. Και εσύ είχες την ευκαιρία να τα μάθεις πιο εύκολα επειδή η γλώσσα σου ήταν η γλώσσα τους.
Η υποτυπώδης επικοινωνία με τον Χέλμουτ στα αρχαία ήταν το «και μάλλον Ελληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας παρά τους της κοινής φύσεως μετέχοντας» του Ισοκράτη. Ο Γερμανός έλεγε: «Στην ευρωπαϊκή κουλτούρα είναι τόσο σημαντικά που κάθισα να τα μάθω. Αλλά εσύ είσαι τυχερός, τα ξέρεις από τη μάνα σου». Με την πρόταση Ρεπούση τα Αρχαία παύουν να είναι κομμάτι της βασικής παιδείας. Θα είναι προαιρετικά. Για τους μαθητές που θα επιλέγουν Ανθρωπιστικές Σπουδές, θα είναι ένα μάθημα χρήσιμο στην επιστήμη τους, ενώ για τους άλλους προαιρετικό. Πώς θα διάλεγες να κάνεις Γαλλικά αντί για Αγγλικά; Κάπως έτσι. Με αποτέλεσμα απόφοιτοι ανωτάτων σχολών να πηγαίνουν με ξένο φίλο τους στο μουσείο και να έχουν πρόβλημα να καταλάβουν μια αρχαία επιγραφή, σαν να έχει γραφτεί σε ξένη γλώσσα.
Με την υποβάθμιση των Αρχαίων δημιουργούνται και παράπλευρες ζημιές. Από τον Παπαρρηγόπουλο μέχρι τον Ροΐδη και τον Παπαδιαμάντη, οι Ελληνες συγγραφείς που έγραψαν πριν το «Ταξίδι μου» του Γιάννη Ψυχάρη, πρώτο έργο στη δημοτική το 1905, γίνονται από δυσνόητοι έως ακατανόητοι. Στο ερώτημα «και ποιος τους διαβάζει;», η απάντηση είναι ότι η μέση παιδεία γι’ αυτό υπάρχει. Για να δίνει τα μέσα. Και τα αρχαία ετυμολογικά είναι πολύτιμα. Από τα «εύμορφος» και «δύσμορφος» καταλαβαίνεις ότι το «ευ-» είναι καλό και το «δυσ-» κακό στην αρχή της λέξης, γνώση που σου επιτρέπει να καταλαβαίνεις το νόημα σε λέξεις ακόμα και όταν δεν τις ξέρεις.
Η άποψη ότι τα Αρχαία δεν έχουν καμία πρακτική εφαρμογή δεν έχει νόημα. Εχουν μεγαλύτερη για να καταλάβεις τι διαβάζεις και τι ακούς απ’ ό,τι η Φυσική για να καταλάβεις γιατί βρέχεσαι. Το γυμνάσιο και το λύκειο δεν είναι για να μαθαίνουν τέχνες. Είναι για να δίνουν εθνική παιδεία. Και αν σταματήσουν, η ταυτότητα μετά θα αναζητάται στο χρώμα, στο αίμα, στο DNA και σε άλλα πολύ καταστροφικά.
Τα Θρησκευτικά
Τα Θρησκευτικά είναι μια άλλη ιστορία από τα Αρχαία. Την εποχή που τα διδάχτηκα ήταν μια απαρίθμηση ειδικών γνώσεων τύπου τι είναι το καλυμμαύχι, αρχιτεκτονικών αρχών τι είναι οι βασιλικές και εκκλησιαστής ιστορίας όπως για τους εικονοκλάστες, που εκτός του ότι κέρδιζαν τους εικονομάχους κέρδιζαν και το γέλιο της τάξης.
Ποιον αφορούν
Καταλαβαίνω το νόημα της Εκκλησίας ως κοινή ταυτότητα σε δύσκολες εποχές, όπως συμβαίνει και με τη γλώσσα. Αλλά το μέχρι πότε ο Αβραάμ συνέχιζε να το κάνει με τη Σάρα και πώς φοράμε τα άμφια που μας δίδασκαν όταν ήμουν σχολείο είναι ειδικά θέματα. Η Ορθοδοξία λόγω ιστορικού προηγούμενου μπορεί να παραμένει επίσημη θρησκεία. Ποιος όμως φοράει το στιχάριο και ποιος έχει δικαίωμα να στέλνει το Αγιο Πνεύμα αφορά λιγότερο τους μαθητές και περισσότερο την ορθόδοξη haute couture και τους κούριερ.