Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Άρθρο για τον Κρέζιμιρ Τσόσιτς, από τους μεγαλύτερους Ευρωπαίους μπασκετμπολίστες


Ο παίκτης που ξεπέρασε τα δεδομένα της εποχής
Ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς ανέδειξε ένα νέο τρόπο παιχνιδιού στη θέση του σέντερ
Του Σταθη Δημολα
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Κάθε μεγάλη διοργάνωση, όπως αυτή που διεξάγεται αυτές τις μέρες στη Σλοβενία, αποτελεί ευκαιρία για την ανάδειξη νέων προσωπικοτήτων που θα μείνουν για πάντα στο πάνθεον της Ιστορίας.
Το ευρωπαϊκό μπάσκετ έχει την τύχη να απαριθμεί δεκάδες σπουδαίους παίκτες που άφησαν ανεξίτηλο το στίγμα τους στα παρκέ που αγωνίστηκαν και, σίγουρα, διαθέτει αρκετό χώρο για τους επόμενους. Μία από τις εμβληματικότερες μορφές του αλλά και από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες του αθλητισμού ήταν και ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς. Ο Γιουγκοσλάβος σέντερ δεν ήταν απλώς ένας πρωτοπόρος του αθλήματος, αλλά και ένας άνθρωπος που βοήθησε σημαντικά στην εξέλιξη του μπάσκετ σε όλα τα επίπεδα. «Το μπάσκετ επινοήθηκε από Αμερικανούς και τελειοποιήθηκε από Γιουγκοσλάβους», αναφέρει μία ρήση που προφανώς έχουν… επινοήσει οι «πλάβι», με τον Τσόσιτς, πάντως, να την επιβεβαιώνει.
Γεννήθηκε στο Ζάγκρεμπ στις 26 Νοεμβρίου 1948 και μεγάλωσε στο Ζάνταρ, όπου με την τοπική ΚΚ έκανε το επαγγελματικό του ντεμπούτο σε ηλικία 16 ετών. Οι εμφανίσεις του συνδυάστηκαν με τρία πρωταθλήματα και μία πρόσκληση, το 1970, από το αμερικανικό πανεπιστήμιο Μπρίγχαμ Γιανγκ της Γιούτα, γνωστό και ως «πανεπιστήμιο των Μορμόνων». Η απόφαση αυτή άλλαξε όλη του τη ζωή.
Οι Αμερικανοί εντυπωσιάστηκαν τόσο από τα προσόντα του νεαρού Τσόσιτς όσο και από τις ικανότητές του. Με ύψος 2,11 μ. αλλά αρκετά αδύνατος, ο «Κρέζο» έπαιζε περισσότερο με το μυαλό του παρά με το σώμα του. Ηταν από τους πρώτους σέντερ που μπορούσε να σουτάρει εξαιρετικά από μέση απόσταση και να πασάρει σαν πλέι μέικερ, εμφανίζοντας έναν τρόπο παιχνιδιού που τον μετέτρεπε σε απόλυτα ολοκληρωμένο παίκτη για τα δεδομένα της εποχής. Ηταν από τους πρώτους που τελειοποίησαν το «χουκ» που αργότερα έκανε διάσημο ο Τζαμπάρ και, επίσης, πολύ πριν από τον Σαμπόνις έδειξε ότι και οι ψηλοί μπορούν να πασάρουν.
Το ΝΒΑ δεν έχασε την ευκαιρία και το 1972 έσπασε τα… ταμπού που αφορούσαν τους Ευρωπαίους παίκτες και τον επέλεξε δύο συνεχόμενες χρονιές στα ντραφτ. Πρώτα στο νούμερο 144 οι Μπλέιζερς και την επόμενη χρονιά οι Λέικερς στο νούμερο 84. Η μετακίνηση στο ΝΒΑ θα σήμαινε την απομάκρυνσή του από την αγαπημένη του Γιουγκοσλαβία, με αποτέλεσμα ο Τσόσιτς, έχοντας κερδίσει τον σεβασμό των Αμερικανών, να γυρίσει στην πατρίδα του για να ξεκινήσει μία νέα καριέρα, έχοντας, όμως, και νέα στάση ζωής. Ο Τσόσιτς έχοντας ασπαστεί τη διδασκαλία των Μορμόνων και από τη θέση του κήρυκα της «Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών» θα μοιράσει το ενδιαφέρον του μέχρι και την τελευταία μέρα της ζωής του, στις 25 Μαΐου 1995, ανάμεσα στο μπάσκετ και τη θρησκεία.
Η επιστροφή του στη Γιουγκοσλαβία το 1973 συνδυάστηκε με δύο ακόμη πρωταθλήματα για την ΚΚ Ζαντάρ και ακολούθησε μια επιτυχημένη καριέρα στην Μπρεστ Λιουμπλιάνας (σημερινή Ολύμπια), τη Σινουντίν Μπολόνια (σημερινή Βίρτους), όπου πανηγύρισε δύο πρωταθλήματα Ιταλίας και έκλεισε την καριέρα του στην Τσιμπόνα με ακόμη ένα πρωτάθλημα αλλά και έναν πολυπόθητο ευρωπαϊκό τίτλο, το Κυπελλούχων το 1982.
Ωστόσο, η καταξίωση για τον Τσόσιτς ήρθε μέσα από τις επιτυχίες με την Εθνική ομάδα της Γιουγκοσλαβίας, η οποία ήταν το μοναδικό αντίπαλον δέος της πανίσχυρης Σοβιετικής Ενωσης, μαζί με την οποία μπορούσαν να κοιτάξουν στα μάτια τους Αμερικανούς.
Μια «χρυσή» κληρονομιά
Αγωνίστηκε σε 9 Ευρωμπάσκετ, 4 Παγκόσμια Πρωταθλήματα και 4 Ολυμπιακούς Αγώνες κατακτώντας συνολικά 14 μετάλλια, εκ των οποίων τα έξι χρυσά, τα επτά αργυρά και ένα χάλκινο. Μόνο ο Σοβιετικός Σεργκέι Μπέλοφ έχει περισσότερα (15). Ωστόσο, η κληρονομιά του στην Εθνική ομάδα δεν κοστολογείται σε μετάλλια, αλλά σε… διαδόχους. Οταν το 1985 ανέλαβε τη θέση του προπονητή, φρόντισε να προωθηθεί άμεσα το νέο αίμα του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ. Κούκοτς, Ράτζα, Τζόρτζεβιτς, Ντίβατς, Πάσπαλι πέρασαν από τα χέρια του Τσόσιτς, ο οποίος φρόντισε να εξελίξει και να ανδρώσει τους σπουδαίους αυτούς παίκτες.
Ισως η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του Βλάντε Ντίβατς. Ο «Κρέζο» ήταν από τους πρώτους που είχαν ανακαλύψει το ταλέντο του Ντίβατς και φρόντιζε να τον προπονεί προσωπικά ο ίδιος από μικρή ηλικία. Σε ηλικία 18 ετών ο Ντίβατς έκανε ένα μοιραίο λάθος στον ημιτελικό του Μουντομπάσκετ το 1986 κόντρα στην ΕΣΣΔ, το οποίο και στοίχισε την ήττα στην ομάδα του. Μετά τη λήξη του αγώνα, ο νεαρός τότε σέντερ απαρηγόρητος ήθελε να σταματήσει το μπάσκετ, επειδή θεωρούσε ότι δεν ήταν φτιαγμένος γι’ αυτό το άθλημα. Στον μικρό τελικό κόντρα στη Βραζιλία ο Τσόσιτς τον ξεκίνησε βασικό δίνοντάς του το μήνυμα ότι τον πιστεύει.
Ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος του μπάσκετ επιχείρησε να αφήσει το στίγμα του και στην Ελλάδα, αλλά σε λάθος εποχή. Η ΑΕΚ στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές του ’90 δεν ήταν η καταλληλότερη επιλογή για έναν οραματιστή του μπάσκετ. Προσπάθησε να αλλάξει πολλά στον «Δικέφαλο», αλλά η οικονομική κατάσταση της ομάδας ήταν αξεπέραστο εμπόδιο. Κάποιοι θυμούνται ακόμα τους Ντέγιαν Μποντιρόγκα και Ντράγκαν Τάρλατς να προπονούνται σε νεαρή ηλικία στο «Γεώργιος Μόσχος» με κιτρινόμαυρη εμφάνιση…
Η αναγνώριση και η βαθιά πίστη στη θρησκεία
Στα μόλις 47 χρόνια της ζωής του ο Κρέζιμιρ Τσόσιτς πρόλαβε να κατακτήσει τους στόχους που είχε θέσει, αλλά δεν πρόλαβε να ορίσει καινούργιους. Οσοι τον γνώρισαν μιλούν για έναν εκρηκτικό και συνάμα ήπιο χαρακτήρα, ο οποίος τη μία στιγμή εκδήλωνε την οργή του προς συμπαίκτες, αντιπάλους, διαιτητές και την ακριβώς επόμενη στιγμή τους αγκάλιαζε χαμογελαστός. Ξεχωριστή αξία έχουν τα λόγια του επίσης σπουδαίου Ντίνο Μενεγκίν, ο οποίος στην αυτοβιογραφία του «Βήματα ενός γίγαντα: η ζωή μου από ψηλά» μιλά με δέος για τον μεγάλο αντίπαλό του. «Τον θαύμαζα και ομολογώ ότι ήταν το αδύνατο σημείο μου. Μπορούσε να κάνει τα πάντα. Για μένα ήταν ο πρώτος παίκτης, συμπεριλαμβανομένου και αυτών του ΝΒΑ, που μπορούσε να αγωνιστεί και στις πέντε θέσεις του γηπέδου. Ηταν ένας σέντερ με μυαλό πλέι μέικερ». Ο Μενεγκίν επίσης χαρακτηρίζει τον Τσόσιτς «γενναιόδωρο» και «άνθρωπο με αρχές».
Για την μπασκετική του εικόνα ευθύνεται σίγουρα το ταλέντο του. Για την προσωπικότητά του, όμως, τον σημαντικότερο ρόλο έπαιξε η αφοσίωσή του στη θρησκεία. Μετέφρασε όλο το βιβλίο του Μόρμον, όπως επίσης τις «Διδαχές και Διαθήκες» της Εκκλησίας του στην κροατική γλώσσα, ακολούθησε πιστά το αρκετά αυστηρό πρωτόκολλο της «Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών» και μετά την ανεξαρτητοποίηση της Κροατίας εντάχθηκε στο διπλωματικό Σώμα, υπηρετώντας στην πρεσβεία της χώρας στην Ουάσιγκτον.
Η δίψα του για να προσφέρει από όποιο πόστο μπορούσε έσβησε στις 25 Μαΐου 1995, έπειτα από μια μάχη την οποία δεν μπορούσε να κερδίσει. Πέθανε στη Βαλτιμόρη από ένα ανίκητο είδος καρκίνου στο αίμα, το λέμφωμα Non-Hodgkin. Είναι θαμμένος στο κοιμητήριο Μιρογκόι του Ζάγκρεμπ, λίγα μέτρα μακριά από έναν άλλον μεγάλο θρύλο, τον Ντράζεν Πέτροβιτς.