Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

Το εξαιρετικό άρθρο του Αν. Καρπετόπουλου για την Τουρκία του Ερντογάν


Ο... ερντογανικός κόσμος
Του Αντώνη Καρπετόπουλου
(Πηγή : http://www.sport.gr)
Εφυγα από το Γκαζιαντέπ έπειτα από πέντε μέρες διαμονής και πιστεύω ότι κάποια σημεία της πόλης αυτής που είναι κοντά στα σύνορα με τη Συρία θα τα βλέπω στα όνειρά μου ή στους εφιάλτες μου.
Είχα ακούσει πριν πάω για πρώτη φορά το 2005 στην Κωνσταντινούπολη ότι η μεγάλη Πόλη είναι ο τόπος που καταλαβαίνεις τις αντιθέσεις μεταξύ Δύσης και Ανατολής: τις είδα και είναι κι αυτός ένας λόγος που την Πόλη τη λάτρεψα. Όμως στην Κωνσταντινούπολη οι αντιθέσεις είναι τόσο πολύ ενταγμένες στην εικόνα ώστε αποκτούν χαρακτηριστικά πίνακα ζωγραφικής που λατρεύεις για τις λεπτομέρειες: στο βάθος της νέας ερντογανικής Τουρκίας το είδος των αντιθέσεων, απλά δεν περιγράφεται! 
Το Γκαζιαντέπ είναι μια πόλη 1 εκατ 600 χιλιάδων κατοίκων, παλιά όσο και η ιστορία του εμπορίου μεταξύ Περσών και Ελλήνων. Η παρουσία ενός αρχικού οικισμού καταγράφεται στην ελληνιστική περίοδο και υπάρχει ένα μουσείο στην πόλη, όπου μπορεί να δεις μωσαϊκά και αγαλματάκια που σου επιτρέπουν να καταλάβεις ότι Ελληνες και Ρωμαίοι έφτασαν σε αυτά εδώ τα μέρη πιθανότατα μέσω Κύπρου, ήδη από το 150 π.Χ. 
Στις επιγραφές του μουσείου διαβάζεις ότι υπήρχε μια πόλη στην περιοχή που αναφέρεται ως Kings Landing, πράγμα που είχε πλάκα γιατί παραπέμπει στους Λάνιστερ. Ωστόσο το φτωχό Γκαζιαντέπ, περικυκλωμένο από την τουρκική έρημο δεν μπορεί να ήταν χώρα βασιλιάδων ποτέ: η χρησιμότητα του ήταν ότι λειτουργούσε σαν σταθμός για τους καμηλιέρηδες της ερήμου που πηγαίνοντας προς τα παράλια, έβρισκαν εδώ καταφύγιο. 


Είναι να απορείς τι είδους οικονομία αναπτύχθηκε σε αυτό τον περίεργο ξερότοπο ώστε να κρατήσει σε αυτά τα μέρη πάνω από 1,5 εκατομμύρια ψυχές. Πιθανότατα λίγη κτηνοτροφία και λίγη γεωργία αρκούσαν μέχρι μετά τον β' παγκόσμιο πόλεμο, όταν και  ξεκίνησε ένα είδος βιομηχανικής ανάπτυξης, που ο Θεός να την πει έτσι. Η περιοχή έγινε γνωστή για τα ασημικά της και τα φιστίκια της κι αργότερα για τη μαζική παραγωγή μπακλαβά. Και μετά ήρθε ο Ερντογάν. 
Το κόμμα του Ερντογάν (πρωτο)κέρδισε το Δήμο της πόλης πολύ πριν αυτός ξεκινήσει την πορεία προς την Κωνσταντινούπολη. Όταν έγινε πρωθυπουργός (ή «νέος Σουλτάνος» όπως ειρωνικά λένε οι Τούρκοι ευρωπαϊστές), αυτή η περιοχή υπήρξε μια από τις πρώτες του προτεραιότητες. Κοντά σχετικά υπάρχουν δυο λίμνες: η εκτροπή των υδάτων τους με φράγματα δημιούργησε μια δυνατότητα για νέες καλλιέργειες – το Γκαζιαντέπ βρέθηκε ξαφνικά να παράγει ελιές. 
Προέκυψε μια άνθηση της κτηνοτροφίας και ξαφνικά άρχισαν να εμφανίζονται στην περιοχή τα πρώτα σοβαρά εργοστάσια. Και στην τρίτη τετραετία του Ερντογάν ξεκίνησε το θαύμα της οικοδομής: σήμερα υπάρχει ένα νέο κομμάτι στο Γκαζιαντέπ με θηριώδεις πολυκατοικίες 30 και 40 ορόφων που ακόμα δεν έχουν ολοκληρωθεί και που τις βλέπεις στη μέση του πουθενά. Είναι σαφές ότι η πρόθεση είναι να μεταφερθεί σε αυτό το καινούργιο κομμάτι, που έχει μια ψευτοαμερικάνικη αισθητική, ολόκληρη η πολύ φτωχή παλιά πόλη.


Είναι δεδομένο ότι τα δεκάδες χιλιάδες χαμόσπιτα στα οποία στεγάζονται οικογένειες που έχουν 5 και 8 παιδιά, θα εξαφανιστούν αφού η φανερή πρόθεση είναι να μεταφερθεί ο κόσμος αυτός στη νέα υπό κατασκευή μεγαλούπολη: οι υποδομές, δρόμοι κτλ, ήδη δημιουργούνται. Προσοχή, όμως: βλέποντας αυτές τις θηριώδης κατασκευές καταλαβαίνεις ότι η όποια επιτυχημένη μετάλλαξη της πόλης θα εξαρτηθεί από τις αντοχές της τουρκικής οικονομίας. Σε πέντε – έξι χρόνια αυτό το απίστευτο πράγμα που γεννιέται ή θα είναι ένα είδος «Μανχάταν των φτωχών» στην Ανατολία ή θα είναι το χειρότερο «Μπρόνξ της οικουμένης». 
Πού είναι το πρόβλημα; Ότι υπάρχει παράλληλα με το πολύ φτωχό Γκαζιαντέπ, των υπαίθριων αγορών, των τσιγκενέ μαχαλάδων και των χωμάτινων σοκακιών, ένα Γκαζιαντέπ, ας πούμε ευρωπαϊκό – μια συμπαθητική πόλη περίπου 300 χιλιάδων κατοίκων στην πλατεία του κέντρου της οποίας δεσπόζει, όχι τυχαία, το άγαλμα του Κεμάλ. Δεν είναι μια όμορφη πόλη αυτό το κομμάτι του Γκαζιαντέπ, αλλά έχει τα καφέ και τα εστιατόρια του, τους εμπορικούς του δρόμους, το γήπεδό του, τα μεγάλα ξενοδοχεία, ακόμα και μια σειρά από μαγαζιά που δίνουν την αίσθηση μιας κάποιας νυχτερινής ζωής – πράγμα άξιο αναφοράς σε μια πόλη στην οποία η κατανάλωση αλκοόλ μετά τις 10:30 το βράδυ απαγορεύεται. Αυτή η πόλη αισθάνεται φανερά ότι περιορίζεται και ότι περικυκλώνεται από κάτι νέο, που δεν της μοιάζει και συγχρόνως είναι και τρομακτικά τεράστιο. Και φανατικά με τον Ερντογάν. 
Ολες αυτές τις μέρες που ήμουν εκεί, διάφορα τηλεοπτικά κανάλια μεταδίδουν τις ομιλίες του Ερντογάν. Υπήρχε κόσμος, πολύς κόσμος, που μαζεύονταν μπροστά σε μαγαζιά που πουλάνε τηλεοράσεις για να ακούν τα διαγγέλματα: ήταν κόσμος κατά βάση φτωχός που έχει την προσδοκία να αποκτήσει το πολυπόθητο διαμέρισμα στην πολυκατοικία – τέρας που δημιουργείται στην περιφέρεια και που ονειρεύεται πως θα φύγει από το χαμόσπιτο που αντί για σκεπή έχει ένα ηλιακό θερμοσίφωνα και μια δορυφορική κεραία. Αυτόν τον κόσμο τον παρακολουθεί με αγωνία ένας άλλος κόσμος που αισθάνεται ότι σε λίγο καιρό μπορεί το δικό του κομμάτι της πόλης να είναι συνώνυμο της παρακμής – κατάλοιπο μιας  εποχής που η Τουρκία ονειρεύονταν να γίνει Ευρώπη και η οποία για τον Ερντογάν και τους πιστούς του τελείωσε. 
Υποτίθεται ότι οι δυτικόφιλοι Τούρκοι ανησυχούν για την αύξηση του ισλαμισμού κτλ. Νομίζω ότι αυτές είναι ανησυχίες των Ευρωπαίων και των Αμερικάνων κυρίως που φοβούνται μήπως μια νέα επιτυχία ενός νέου οικονομικού σχεδίου του Ερντογάν έχει ως συνέπεια να τον διαδεχτεί κάποια στιγμή ένας νέος Ερντογάν πιο θρησκευόμενος. Στην Τουρκία η συνύπαρξη των δυο κόσμων υπάρχει χρόνια τώρα- αν τώρα προέκυψε ένα πρόβλημα είναι γιατί προκύπτει ένας νέος κόσμος, όχι απλά ισλαμικός, αλλά Ερντογανικός: ένας κόσμος έτοιμος να κατοικήσει σε αυτές τις νέες πόλεις που δημιουργεί αυτή η εντυπωσιακή όσο και χαώδης οικιστική ανάπτυξη. 
Η Τουρκία φανερά την τελευταία δεκαετία ζει τη μεταβολή που δημιουργεί η εσωτερική της μετανάστευση: στο Γκαζιαντέπ τα τελευταία πέντε χρόνια ο πληθυσμός αυξήθηκε γύρω στο 20%, προστέθηκαν στην πόλη πάνω από 300 χιλιάδες άνθρωποι από τα γύρω διάσπαρτα χωριά της ερήμου. Αυτός ο πληθυσμός προσδοκά την ώρα που η προηγούμενη αστική τάξη μοιάζει να ψυχοπλακώνεται. Αυτή η γιγάντια μεταβολή δεν επιτρέπει συμβιβασμούς: είμαι περίεργος πως θα λήξει το έργο…