Τρίτη 28 Μαΐου 2013

Το εύστοχο άρθρο του Αν. Πανούτσου για το πόσο ενδιαφέρει τον πολίτη το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο


Πόσο ενδιαφέρει τον πολίτη το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο;
Του Αντώνη Πανούτσου
(Πηγή : http://www.protothema.gr)
Μια χώρα έχει πάντα προβλήματα. Μπορεί να έχει βγει από πόλεμο και οι άνθρωποι να μην έχουν να φάνε ή μπορεί να έχει ευημερήσει και το μεγαλύτερο πρόβλημα των πολιτών της να είναι, για παράδειγμα, η αισθητική.
Εκεί έρχεται η κυβέρνησή της και ιεραρχεί τις προτεραιότητες. «Πρώτα θα κοιτάξουμε να φάει ο κόσμος και μετά θα δούμε τι χρώμα θα βαφτούν οι τοίχοι». Από την ιεράρχηση και από τη λύση των προβλημάτων η κυβέρνηση θα κριθεί και οι πολίτες θα αποφασίσουν στις επόμενες εκλογές αν θα την ξαναψηφίσουν.
 Ανάγκη για αντιρατσιστική πολιτική υπάρχει και το πρόβλημα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με φράσεις όπως «δεν είμαι εγώ ρατσιστής, εσύ είσαι μαύρος». Αλλο όμως πολιτική και άλλο νόμος. Γιατί νόμος υπήρχε, ήταν του 1979, και τιμωρούσε την τέλεση εγκληματικής πράξης από ρατσιστικό μίσος ως επιβαρυντική περίπτωση. Μόνο που, ως συνήθως, με 4 καταδίκες σε 34 χρόνια ήταν ανενεργός. Σε κάθε λογική χώρα με πραγματικούς πολιτικούς το θέμα δεν θα ήταν ένας νέος νόμος, που έχοντας μεγαλύτερες ποινές θα ήταν ακόμα πιο δύσκολο να εφαρμοστεί, αλλά μια εντολή στα υπουργεία Προστασίας του Πολίτη και Δικαιοσύνης να δίνεται ιδιαίτερη σημασία στα εγκλήματα με ρατσιστική χροιά. Και μετά η κυβέρνηση να ασχοληθεί με μεγαλύτερα προβλήματα, όπως για παράδειγμα να βρει δουλειά στο 27% των πολιτών.
Η Ν.Δ. θα μπορούσε να περάσει το νομοσχέδιο, όμως δεν το ψηφίζει επειδή τα αδικήματα θα γίνουν ιδιώνυμα και είναι αντισυνταγματικό. Με την προληπτική επιστράτευση των καθηγητών η Ν.Δ. έδειξε για το τι είναι και τι δεν είναι συνταγματικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει το θέμα επειδή, αν ψηφιστεί, θα είναι νίκη του και, αν όχι, θα φαίνεται ότι η Ν.Δ. είναι δέσμια των ακροδεξιών μελών της. Τη ΔΗΜ.ΑΡ. δεν την πειράζει να κουβεντιάζεται το θέμα μέχρι να εξαντληθεί η τετραετία ή η υπομονή όλων και το ΚΚΕ… στην κοσμάρα του: είναι εναντίον επειδή υπάρχει κίνδυνος να χτυπηθούν οι αγώνες της εργατικής τάξης, που δεν χτυπιούνται όταν το δικαστήριο βγάζει τις απεργίες παράνομες και καταχρηστικές αλλά θα χτυπηθούνε με το Αντιρατσιστικό. Το ΠΑΣΟΚ και ιδιαίτερα ο Βενιζέλος θέλουν το καινούριο επειδή αναφέρεται σε ενώσεις προσώπων που τιμωρούνται ή ψυχορραγούν, όπου εύκολα μπαίνει η Χρυσή Αυγή. Τέλος, τον χορό κλείνει η Χρυσή Αυγή, που ζητάει αντιρατσιστικό νόμο - υπέρ όμως των Ελλήνων. Ετσι, την επόμενη φορά που τα τάγματα εφόδου Πακιστανών σπάσουν γραφεία του κόμματος στην Κυψέλη, θα μπορούν να καταγγείλουν τους Πακιστανούς ως ρατσιστές και να τους βάλουν μέσα. Και τώρα που όλοι έκαναν το κομμάτι τους, ας σκεφτούν ένα πράγμα: εκτός από ένα hardcore κομμάτι ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και κάποιους της ΔΗΜ.ΑΡ., τον Ελληνα πολίτη ελάχιστα τον ενδιαφέρει ένα αντιρατσιστικό νομοσχέδιο. Οταν θα έχει δουλειά και ασφάλεια, μπορεί να σκεφτεί τους άλλους. Τώρα έχει να ασχοληθεί με τον εαυτό του και με το ίδιο ελπίζει ότι θα ασχολούνται οι πολιτικοί που ψήφισε.
Οι μουσουλμάνοι
Το περιστατικό με τους δύο ισλαμιστές που φωνάζοντας «Αλαχού Ακμπάρ» έσφαξαν με μαχαίρια και μπαλτά Αγγλο στρατιώτη προφανώς δεν είναι συνηθισμένο. Επειδή όμως κανένας δεν έχει ακούσει για προτεστάντη να γίνεται ανθρώπινη βόμβα ή για βουδιστή να οδηγεί αυτοκίνητο γεμάτο εκρηκτικά ή για σιντοϊστή να τινάζει τον χώρο τερματισμού του μαραθωνίου, μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι το 99% των τρομοκρατικών ενεργειών γίνεται από μουσουλμάνους.
Τα τζαμιά
Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε μουσουλμάνος πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εγκληματίας, αλλά ότι η πείρα διδάσκει πως μερικά πράγματα που δεν προσέχθηκαν σε άλλες χώρες καλό είναι να τα προσέξουμε. Πρώτο, το θέμα των τζαμιών, όπου ορισμένα στην Αγγλία έχουν γίνει τόποι εκπαίδευσης φανατικών. Στην Ελλάδα η λύση μπορεί να είναι πολλά μικρά τζαμιά, που δύσκολα όμως θα αστυνομεύονται, ή ένα μεγάλο που θα αστυνομεύεται ευκολότερα, θα δημιουργήσει όμως στον περίγυρό του γκέτο. Μια προσωρινή λύση είναι να αφήσουμε την κατάσταση ως έχει και βλέπουμε. Το μόνο ασυγχώρητο θα είναι -για να ικανοποιήσουμε τις ευαισθησίες των Ευρωπαίων- να βιαστούμε να πάρουμε λύση την οποία στο μέλλον θα πληρώσουμε.