Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

Η άλλη άποψη για τη Μάργκαρετ Θάτσερ από τον Guardian



Στα χρόνια της Μάργκαρετ Θάτσερ
Του Ian Mcewan - The Guardian
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
«Μάγκι. Μάγκι. Μάγκι. Εξω. Εξω. Εξω». Αυτή η απαίτηση της Αριστεράς τελικά έγινε πραγματικότητα. Σε αμέτρητες διαδηλώσεις της δεκαετίας του ’80 αυτό το σύνθημα εξέφραζε κάτι παράδοξο: την οικειότητα που είχαμε με αυτή τη γυναίκα και ταυτόχρονα την απόρριψη όλων όσα εκπροσωπούσε.
Για όλους εμάς που εξοργιζόμασταν από την αντιπάθειά της για το βρετανικό κράτος πρόνοιας, λατρεύαμε να τη μισούμε. Μας εξανάγκασε να αποφασίσουμε τι ήταν πραγματικά σημαντικό.
Σε κάθε κριτική εναντίον της Μάγκι Θάτσερ ενυπήρχε αδιόρατος σεξισμός. Οι φεμινίστριες την αποκήρυξαν διότι αν και γυναίκα, ουδέποτε υπήρξε «αδελφή ψυχή». Αυτό, όμως, που συνένωσε όλους τους πολέμιους ήταν η υποψία ότι η Μάργκαρετ Θάτσερ, η κόρη του μπακάλη, ήθελε να δώσει «τιμή» στην ανθρώπινη αξία, ότι δεν είχε καρδιά και κυρίως ότι αδιαφορούσε για τoυς αυθορμητισμούς που δένουν τους ανθρώπους σε κοινωνία.
Αν, όμως, οι σημερινοί αναγνώστες του Guardian σαν ταξιδιώτες του χρόνου επέστρεφαν στη δεκαετία του 1970 ίσως να θύμωναν βλέποντας ότι το αυριανό τηλεοπτικό πρόγραμμα αποτελούσε κρατικό μυστικό που δεν μοιραζόταν στον Τύπο. Η ειδική άδεια δημοσίευσης είχε δοθεί αποκλειστικά στους Radio Times (δεν είναι μυστήριο ότι πωλούσαν επτά εκατομμύρια τεύχη την εβδομάδα). Ηταν επίσης παράνομο να βάλεις προέκταση στο τηλέφωνό σου. Επρεπε να περιμένεις έξι εβδομάδες να το κάνει κάποιος μηχανικός. Υπήρχε στην αγορά μόνον ένας αυτόματος τηλεφωνητής, εγκεκριμένος από το κράτος, ενώ μπορεί η τοπική υπηρεσία ηλεκτρικής ενέργειας να αποδεικνυόταν άκρως εχθρικό μέρος. Η Θάτσερ διέλυσε όλα αυτά τα κρατικά μονοπώλια με τις ιδιωτικοποιήσεις και άλλαξε την καθημερινότητά μας τόσο ώστε να θεωρούμε δεδομένα όσα απολαμβάνουμε σήμερα.
Bέβαια πληρώσαμε για όλα αυτά με έναν κόσμο πιο σκληρό, πιο ανταγωνιστικό και πιο επιρρεπή στη γοητεία του χρήματος.
Οσο παράδοξο και αν φαίνεται, στα χρόνια της Θάτσερ ήκμασε ξανά το βρετανικό μυθιστόρημα. Σπάνια οι κυβερνήσεις πυροδοτούν άνθηση των Καλών Τεχνών, αλλά η Θάτσερ πάντα ανυπόμονη με τη ζωή οδήγησε τους συγγραφείς σε νέα πεδία. Η γενικότερη δυσαρέσκεια για τον νέο κόσμο που αποκάλυπτε μπροστά στα μάτια μας ήταν αυτό που προσέλκυσε πολλούς συγγραφείς να της αντιταχθούν, περισσότερο ηθικά παρά πολιτικά .
Οσοι μας κατηγόρησαν για την εμμονή μας με τη Θάτσερ, δεν είχαν την παραμικρή ιδέα για το πόσο συγκλονιστική ήταν αυτή η γυναίκα. Ισχυρή, επιτυχημένη, γνώστης των πάντων, εκνευριστική και κατά τη γνώμη μας... λάθος σε όλα.
Ομως, δεν της αντιτάχθηκαν όλοι οι συγγραφείς. Ο Φίλιπ Λάρκιν επισκέφθηκε την πρωθυπουργική κατοικία, όπου η πρωθυπουργός του απήγγειλε ένα δικό του στίχο «ο νους σου παραμένει ανοικτός σαν ένα συρτάρι γεμάτο μαχαίρια». Βέβαια, οι αναφορές στο επεισόδιο αυτό ποικίλλουν και ίσως η Θάτσερ να έκανε κάποιο λάθος. Αλλά δεν υπάρχει μεγαλύτερος τρόπος για να επαινέσεις έναν λογοτέχνη από το να αναφέρεις κάποιο έργο του. Φυσικά ο Λάρκιν συγκινήθηκε.
Ισως κάποιος να υποθέσει ότι οι σύμβουλοι τής έδωσαν στίχους προς απομνημόνευση ή ότι ζήτησε να δει ορισμένους . Η επιλογή, όμως, της ταιριάζει γάντι.
Οταν ο αποβιώσας Κρίστοφερ Χίτσενς θήτευε ως πολιτικός ρεπόρτερ του New Statesman, διόρθωσε την πρωθυπουργό, που με τη σειρά της του έδωσε τη σωστή απάντηση. Η Θάτσερ είχε δίκιο και ο Χίτσενς άδικο. Τότε του ζήτησε να σταθεί όρθιος μπροστά της ώστε να τον «χτυπήσει μαλακά» με τα χαρτιά της.Επειτα από χρόνια και πολλές διηγήσεις του ίδιου επεισοδίου, ακουγόταν ότι η Θάτσερ του ζήτησε να σκύψει και τον χτύπησε στα οπίσθια.
Πάντα υπήρχε ένα ερωτικό στοιχείο στην εθνική μας εμμονή με τη Θάτσερ. Από τη χρήση του όρου σαδομονεταρισμός ώς τον τρόπο με τον οποίο οι πανίσχυροι υπουργοί έσκυβαν μπροστά της και τη διαρκή κριτική για τη θηλυκότητά της από τους πολέμιούς της, η Θάτσερ μαγνήτιζε τη μαζοχιστική πλευρά των ανδρών.

* O κ. Ian McEwan είναι συγγραφέας των βιβλίων «Εξιλέωση» και «Αμστερνταμ», για το οποίο τιμήθηκε με βραβείο Μπούκερ.