Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

Ένα απολύτως εύστοχο άρθρο του Αντ. Πανούτσου περί τρομοκρατίας και επικοινωνιακής τακτικής


Τρομοκρατία και επικοινωνιακή τακτική
Του Αντώνη Πανούτσου
Η απόφαση της κυβέρνησης να κάνει την τρομοκρατία προτεραιότητα δεν με εντυπωσιάζει. Μια χύτρα που σκάει στο Mall είναι πολύ πιο πιασάρικη από έναν οικονομολόγο που προσπαθεί να εξηγήσει τον δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή και ευκολότερο να αντιμετωπιστεί από την ανεργία 1,5 εκατομμύριο πολιτών.
Η κυβέρνηση δεν έχει παρά να πιάσει αυτόν που έβαλε τη χύτρα, και αν κρατάει και ένα καλάσνικοφ στα χέρια του ακόμα καλύτερα. Και αν έχει και συνεργούς. Και αν είναι από αστική οικογένεια των βορείων προαστίων και έχει πάει στη Σχολή Μωραΐτη ή το Κολλέγιο. Και αν έχει και μια μαμά να έχει γράψει ένα βιβλίο για τη Μύκονο και αν… Αν όλα αυτά συμβαίνουν, μια κοινωνία που ταλαιπωρείται και βρίσκει παρηγοριά να βλέπει τους έχοντες και κατέχοντες να δυστυχούν θα έχει κάτι να ασχολείται. Και αν και κάποιοι αστυφύλακες έριξαν και κάτι ψιλές και βούλωσαν μερικά μάτια, δεν έγινε και καμιά μεγάλη ζημιά. Το αντίθετο μάλλον. Μόνο που μια κυβέρνηση πρέπει να είναι πολύ τυχερή για να τις έρθουν όλα όπως τα θέλει. Εκτός, αν η ίδια φτιάχνει την τύχη της.
Προφανώς, η Ν.Δ. δεν έστησε την ιστορία του Βελβεντού Κοζάνης. Η ληστεία, η απαγωγή του οδοντιάτρου, η σύλληψη και η προσαγωγή δεν είχαν προσχεδιαστεί. Οι επικοινωνιακοί χειρισμοί άρχισαν μετά τον ξυλοδαρμό και το ρετουσάρισμα των φωτογραφιών τους στο Photoshop. Και η επικοινωνιακή κίνηση που σκότωσε ήταν η εμφάνιση των συλληφθέντων με φανερά τα σημάδια της κακοποίησης. Για την ακρίβεια, επιδεικνύοντας το γεγονός ότι είχαν κακοποιηθεί. Από εκείνη τη στιγμή η Ν.Δ. παρέσυρε τον ΣΥΡΙΖΑ σε ένα επικοινωνιακό αδιέξοδο, με τις κινήσεις του, όπως σε κάποια ματ στο σκάκι, να γίνονται υποχρεωτικές.
Από προϊστορία και βάση ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν υποχρεωμένος να υπερασπιστεί τέσσερις κακοποιημένους. Ακόμα χειρότερα, οι τέσσερις κρατούμενοι -γιατί σαν μπλοκ προβλήθηκαν- ήταν νεαροί των βορείων προαστίων, που είχαν πάει στη Σχολή Μωραΐτη ή στο Κολλέγιο, που έκαναν την πλάκα τους παίζοντας τους επαναστάτες, που οι μαμάδες τους είχαν περίεργα ξενικά ονόματα, που είχαν απαγάγει έναν οδοντίατρο ο οποίος πήγαινε στην δουλειά του και είχαν συλληφθεί από συνομηλίκους τους αστυφύλακες των 700 ευρώ. Αν στην Ελλάδα του Γρηγορόπουλου και των Αγανακτισμένων μια τέτοια υπεράσπιση είχε μικρές πιθανότητες επιτυχίας, στην Ελλάδα του 1,5 εκατομμυρίου ανέργων δεν είχε καμία. Οσο πιο δυναμικά υπεράσπιζε τους τέσσερις ο ΣΥΡΙΖΑ, τόσο έχανε στο ευρύ εκλογικό σώμα, που στην Ελλάδα του 2013 απαιτεί μηδενική ανοχή. Οσο πιο αδύναμα τους υπεράσπιζε ο ΣΥΡΙΖΑ, τόσο έχανε στο δυναμικό κομμάτι του εσωτερικού του, που απαιτούσε δυναμική στάση κατά της αστυνομικής βίας. Η δυσκολία των δύο καρπουζιών στην ίδια μασχάλη φάνηκε από τις χλιαρές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας για ένα θέμα που σε άλλες εποχές ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε κάψει το κέντρο της Αθήνας.
Εγινε; Υπήρξε απόφαση να προβληθεί αντί να κρυφτεί η κακοποίηση των συλληφθέντων; Ακόμα και στην Ελλάδα, όπου κανένα στόμα δεν μένει κλειστό, δεν θα το μάθουμε ποτέ, αφού οι επιτυχημένοι κατάσκοποι και επικοινωνιολόγοι παίρνουν τις μεγαλύτερες επιτυχίες τους στον τάφο.
Το ξύλο
Η υποψία ότι ένα μεγάλο κομμάτι της κακοποίησης των συλληφθέντων προβλήθηκε ξεκινάει από προσωπική εμπειρία. Το μακρινό 1970 στην Υπηρεσία Ασφαλείας στον Κεντρικό Λιμένα Πειραιώς (για τους φίλους του, ΚΛΠ).
Σε μια όχι και πολύ gay friendly εποχή, ένα περιπολικό του Λιμενικού είχε συλλάβει έναν gay (την εποχή εκείνη, πούστη) να κάνει πεολειχία (για τους φίλους τους, πίπες) βράδυ στην Πειραϊκή. Ο συλληφθείς είχε παραδοθεί στο γραφείο της Ασφαλείας στο Κεντρικό, είχε κλειστεί σε ένα κελί και είχε μια συνομιλία με έναν λιμενοφύλακα φρουρό που του είπε: «Ρε, δεν ντρέπεσαι; Τι θα έλεγε η αδελφή μου αν σε έβλεπε να κάνεις τσιμπούκια;» Για να πάρει την απάντηση: «Για να ήταν τέτοια ώρα στην Πειραϊκή, κι αυτή τσιμπούκια θα έκανε». Το χιούμορ δεν εκτιμήθηκε από τον φρουρό που μπήκε στο κελί και τον σακάτεψε στο ξύλο στέλνοντάς τον με σπασμένα πλευρά στο Τζάνειο.
O συνταγματάρχης
Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι ο ξυλοδαρθείς ήταν ανιψιός κάποιου συνταγματάρχη του Στρατού σε μια εποχή όπου οι συνταγματάρχες μέτραγαν. Ο οποίος συνταγματάρχης έμαθε από την αδελφή του ότι τον είχαν στείλει κάτι λιμενικοί στο νοσοκομείο, είχε πάρει τηλέφωνο τον διοικητή της Ασφαλείας και του είχε πει: «Συνταγματάρχης Ετσι και Ετσι. Ερχομαι να σας πηδήξω όλους». Στο ΚΛΠ είχε πέσει πανικός, μέχρι που ένας ανθυπασπιστής είπε: «Αφήστε το σε μένα». Πήρε τον λιμενοφύλακα που είχε δείρει τον gay αγκαζέ και του είπε: «Πάμε για σουβλάκια;» - και βγαίνοντας από την πύλη τού έχωσε μια μπουνιά που τον άφησε τάβλα με σπασμένο ζυγωματικό.
Η λύση
Οταν ο συνταγματάρχης ήρθε, ο διοικητής τού λέει: «Εχετε όλα τα δίκια, αλλά και ο ανιψιός σας θεριό ανήμερο. Τον πιάσαμε να πηδάει μια γκόμενα στην Πειραϊκή και όταν τον φέραμε εδώ πλακώθηκε με τους φρουρούς και τον έναν τον έστειλε στο νοσοκομείο». «Α, το παλιόπαιδο... Ετσι ήταν από μικρός», είπε ο συνταγματάρχης και αποχώρησε χαρούμενος που είχε τέτοιο τσαμπούκι ανίψι. Γιατί οι άνθρωποι στις κρίσεις μπορούν να γίνουν τα πάντα. Από gay μποξέρ και από ανθυπασπιστές του λιμενικού επικοινωνιολόγοι.