Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013

Ένα εύστοχο άρθρο του Αντ. Πανούτσου ότι οι εξωπραγματικές φορολογίες στραγγαλίζουν τον ανταγωνισμό


Οι εξωπραγματικές φορολογίες στραγγαλίζουν τον ανταγωνισμό
Αντώνης Πανούτσος
Αν κάποιος αντί για το ΕΕΤΗΔΕ, το γνωστό χαράτσι, πάει στην Εφορία με ένα πορτοπαράθυρο και πει «Εγώ είμαι σωστός πολίτης, μόνο που δεν έχω λεφτά.
Τόσα περίπου πρέπει να είναι, αλλά αν είναι παραπάνω να σας φέρω και μερικά πλακάκια», θα του απαντήσουν «Πλάκα κάνετε, κύριε;». Και αν του το πουν, με ποια λογική και δικαίωμα; Οτι ένας άνθρωπος που αγόρασε ένα σπίτι πριν από 10 ή 20 χρόνια θα πρέπει να κρατάει καβάτζα το 1% της σημερινής αξίας του σπιτιού του σε μετρητά για να το δώσει επειδή το κράτος για μια δεκαετία δανειζόταν τα κέρατά του για να τα ακουμπάει στο Δημόσιο; Ακόμα και στο Βυζάντιο ή στην Τουρκοκρατία, όπου φόρος για τους αγρότες ήταν το 10% της σοδειάς τους, κανένας αυτοκράτορας ή πασάς δεν σκέφτηκε να ζητάει από έναν που βγάζει στάρι να του δίνει ροδάκινα. Το ελληνικό κράτος, χωρίς να μπορεί να ιδιωτικοποιήσει ή να απολύσει κι έχοντας την ανάγκη ρευστού, ζητάει χρήμα από εκεί που δεν υπάρχει - και το πρόβλημα είναι φανερό στους αριθμούς.
Φέτος τον Ιανουάριο το κράτος εισέπραξε από φόρους 4,324 δισ. ευρώ. Είναι 571 εκατ. ευρώ λιγότερα από τον περασμένο Ιανουάριο και 243 εκατ. ευρώ λιγότερα από τις προβλέψεις του. Η μείωση των κρατικών εσόδων έχει διαφορετικές αιτίες. Ενας λόγος είναι οι μειωμένες εισπράξεις του ΦΠΑ, αφού με τη μείωση της αγοραστικής δύναμης μειώθηκε και η κατανάλωση. Εδώ η ζημιά δεν είναι μεγάλη. Στην Ελλάδα, από τα φασόλια που είναι τούρκικα μέχρι τις μοτοσικλέτες που είναι ιαπωνικές, τα πάντα ήταν εισαγωγής. Αρα μειώθηκαν τα έσοδα από τον ΦΠΑ, αλλά βελτιώθηκε το ισοζύγιο των εισαγωγών - εξαγωγών. Η ζημιά είναι τα έσοδα που δεν εισπράττονται επειδή δεν υπάρχουν λεφτά να εισπραχτούν. Αμεσοι φόροι, δηλαδή, που επιβάλλονται για σπίτια ή αυτοκίνητα που αγοράστηκαν σε εποχές όπου το χρήμα υπήρχε και η φορολογία δεν υπήρχε, ενώ σήμερα ισχύει το αντίστροφο. Η προσπάθεια των πολιτών να πληρώσουν τους φόρους φαίνεται και από τις μειώσεις στις καταθέσεις τα τελευταία δύο χρόνια. Ενα ποσοστό πήγε στο εξωτερικό, ένα άλλο όμως μεγάλο έμεινε στην Ελλάδα, το οποίο για μικρή περίοδο παρέμενε κάτω από το στρώμα - μέχρι να χρησιμοποιηθεί για να πληρωθεί η Εφορία.
Νομίζω ότι το κράτος προσπαθεί να δημιουργήσει έναν άτυπο κατώτατο μισθό. Να χρωστάει ο πολίτης στην Εφορία από οφειλές και προσαυξήσεις τόσα που ανεξάρτητα από τι βγάζει να του μένει ένας δεδομένος μισθός, ας πούμε ένα χιλιάρικο. Ενδιαφέρον σχέδιο, με ένα, όμως, μειονέκτημα: μια κοινωνία του χιλιάρικου θα είναι τόσο ανταγωνιστική όσο και οι σοβιετικές. Η κυβέρνηση Σαμαρά, που πέτυχε να κρατήσει την Ελλάδα στο ευρώ, αποτυγχάνει στο σημείο που ως δεξιά κυβέρνηση δεν θα έπρεπε να έχει πρόβλημα. Διατηρώντας εξωπραγματικές φορολογίες στραγγαλίζει τον ανταγωνισμό. Η λύση στην Ελλάδα δεν θα έρθει μέσα από περισσότερους φόρους, αλλά από λιγότερο κράτος. 
Ο φόρος εισοδήματος
Το 1861 οι Αμερικανοί για πρώτη φορά πλήρωσαν φόρο εισοδήματος. Μέχρι τότε τα λεφτά που έβγαζε κάποιος του ανήκαν εξ ολοκλήρου και ο πρώτος φόρος μπήκε για να καλυφθούν τα έξοδα του πολέμου μεταξύ Βορρά και Νότου. Προφανώς ο φόρος δεν καταργήθηκε ποτέ, όπως δεν καταργήθηκαν εκείνοι για τα κέρδη των εταιρειών που πρωτομπήκαν στις αρχές του 20ού αιώνα.
Για κάθε εποχή
Σε κάθε εποχή υπήρχαν φόροι. Για τους αγρότες η «καμινάδα», η εστία, το hearth όπως το έλεγαν οι Αγγλοι, το κάθε οίκημα που άναβε τσουκάλι -ώστε να διαχωρίζεται από τους στάβλους, τα χοιροστάσια και τα μαντριά- ήταν ο πιο κλασικός φόρος, συνήθως 1/10 της σοδειάς. Για τους εμπόρους των πόλεων οι διάφοροι δασμοί που επιβάλλονταν στα προϊόντα όταν πέρναγαν τις πύλες της πόλης. Πάντα, όπως και σήμερα, το είδος πολυτελείας είχε μεγαλύτερους δασμούς, ενώ το κοινής χρήσης μικρούς ή καθόλου, με το ψωμί από την αυτοκρατορική Ρώμη μέχρι και το τέλος του Βυζαντίου να είναι δωρεάν για τους κατοίκους των πόλεων. Εξ ου και το «άρτος και θεάματα», που ήταν οι δύο δωρεάν προσφορές του αυτοκράτορα στους κατοίκους των πόλεων.
Οι απαιτήσεις
Σήμερα ο πολίτης πληρώνει τους περισσότερους φόρους στην Ιστορία, αλλά έχει και τις μεγαλύτερες απαιτήσεις. Το «τι κάνει το κράτος;» αφορά την ποιότητα του αέρα μέχρι και το χειμερινό δρομολόγιο της άγονης γραμμής. Και μη νομίζετε ότι πάντα έτσι ήταν. Θυμάμαι, παιδί στη δεκαετία του ’50, τη Δραπετσώνα να είναι σκεπασμένη από κίτρινο καπνό χωρίς κανένας να νομίζει ότι αφορά το κράτος και τα πλοία να πηγαίνουν μία φορά τον μήνα στις άγονες γραμμές χωρίς κανείς να δίνει σημασία.
Υποκρισία
Τα κινήματα «Δεν πληρώνω» είναι υποκριτικά. Υποκριτικά γιατί δεν βασίζονται στο «τι ωραία θα ήταν αν όλοι δεν πληρώναμε», αφού αν όλοι δεν το πληρώνανε δεν θα υπήρχε, αλλά στο «εγώ δεν πληρώνω και δεν πειράζει, αφού θα βρεθούν άλλοι». Επίσης, όμως, θεωρώ ανόητη τη λογική «τι με νοιάζουν τα λεφτά του κράτους; Δικά μας είναι;». Είναι δικά μας, πρέπει να μας νοιάζουν, και για το ότι αφήσαμε ένα κράτος να δανείζεται και να τα σκορπάει θα είμαστε άξιοι της μοίρας μας αν το αφήσουμε να επαναληφθεί.