Τρίτη 10 Ιουλίου 2012

Ένα ενδιαφέρον άρθρο για τις μυστικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στο Πακιστάν



Αεροπορικές επιδρομές ή διπλωματικές σχέσεις;
Tου David Ignatius - Aρθρογράφου της Washington Post
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_2_01/07/2012_487584)
Καθώς οι σχέσεις της Ουάσιγκτον με το Πακιστάν κατέρρεαν τους τελευταίους 18 μήνες, συζήτηση μεγάλης σημασίας διεξαγόταν στην αμερικανική πρεσβεία στο Ισλαμαμπάντ γύρω από το εύρος των μυστικών επιχειρήσεων της CIA και τις επιπτώσεις τους στις διπλωματικές επιδιώξεις των ΗΠΑ.
Οι βασικοί εμπλεκόμενοι στη συζήτηση αυτή ήταν ο Κάμερον Μάντερ, πρεσβευτής από τον Οκτώβριο του 2010, καθώς και διάφοροι σταθμάρχες της CIA, που υπηρέτησαν υπό αυτόν. Το τεχνικό ζήτημα της διένεξης αφορούσε το εάν ο πρεσβευτής, ως επικεφαλής της διπλωματικής αποστολής, είχε το δικαίωμα να ασκήσει βέτο στις επιχειρήσεις της CIA, τις οποίες θεωρούσε ικανές να προκαλέσουν μακροπρόθεσμη ζημία στις σχέσεις των δύο χωρών. Ο Μάντερ φαίνεται ότι έχασε τη μάχη αυτή.
Το θέμα σε αυτή την περίπτωση αφορά τη ζεύξη επιχειρήσεων μη επανδρωμένων αεροσκαφών και διπλωματίας. Το ερώτημα είναι καίριο για την κυβέρνηση Ομπάμα, που έχει αυξήσει σημαντικά τη χρήση τέτοιων αεροσκαφών από τη CIA, για να πλήξει στόχους της Αλ Κάιντα σε Πακιστάν, Υεμένη και Σομαλία. Για τη συνύπαρξη των μυστικών αυτών όπλων με τις επιδιώξεις της διπλωματίας, ελάχιστη συζήτηση έχει γίνει.
Σε αυτή την εποχή διαρροών, οφείλω να τονίσω ότι οι πληροφορίες μου δεν προέρχονται από τη CIA, ούτε και από τον πρέσβη Μάντερ, που ανακοίνωσε την πρόθεσή του να αποχωρήσει από την υπηρεσία μέσα στο καλοκαίρι για προσωπικούς λόγους. Οι πηγές μού περιέγραψαν τη συζήτηση στην πρεσβεία του Ισλαμαμπάντ, εκτιμώντας ότι το θέμα αυτό αξίζει μεγαλύτερης προβολής και δημόσιας συζήτησης.
Ο Μάντερ έφθασε στο Πακιστάν με τη δύσκολη αποστολή να αντικαταστήσει την Αν Πάτερσον, τη δημοφιλή και αξιόλογη διπλωμάτισσα, που διατηρούσε αγαστή συνεργασία με τον σταθμάρχη της CIA Τζον Μπένετ. Ο Μπένετ διορίστηκε τον Ιούλιο του 2010 επικεφαλής των μυστικών επιχειρήσεων. Τον Μπένετ αντικατέστησε πολλά υποσχόμενος νέος σταθμάρχης, ο οποίος αναγκάστηκε όμως να αποχωρήσει μετά την αποκάλυψη της θέσης του τον Δεκέμβριο του 2010. Η ταυτότητα του σταθμάρχη αποκαλύφθηκε χάρη σε νομική προσφυγή θυμάτων αμερικανικού βομβαρδισμού με μη επανδρωμένο αεροσκάφος, με τη «βοήθεια» των πακιστανικών μυστικών υπηρεσιών.
Ο επόμενος σταθμάρχης έφθασε στο Ισλαμαμπάντ στις 26 Ιανουαρίου 2011, μόλις μία ημέρα πριν από τη σύλληψη του πράκτορα της CIA Ρέιμοντ Ντέιβις για τη δολοφονία δύο Πακιστανών. Ο νέος σταθμάρχης, βετεράνος μυστικών αποστολών στην Ανατολική Ευρώπη, φέρεται να ζήτησε η υπόθεση να τύχει χειρισμού σύμφωνα με «μοσχοβίτικους κανόνες», που σημαίνει με άκαμπτο τρόπο, λες και η υπηρεσία είχε να κάνει με εχθρικό κράτος. Ο Μάντερ αρχικά ακολούθησε τη συμβουλή αυτή, αλλά εντέλει εγκαινίασε τις δικές του συνομιλίες με την πακιστανική πλευρά.
Οι συνομιλίες του Μάντερ με τους Πακιστανούς βοήθησαν στην αποφυλάκιση του Ντέιβις τον Μάρτιο του 2011, μετά την καταβολή «λύτρων αίματος» στις οικογένειες των θυμάτων, σύμφωνα με τον φυλετικό κώδικα. Αν και ο Ντέιβις ήταν ελεύθερος, η υπόθεση προκάλεσε μεγάλη οργή στη χώρα, ενώ η ένταση στην πρεσβεία οξύνθηκε και αυτή. Ο νέος σταθμάρχης αποχώρησε τον Ιούλιο του 2011, εν μέρει λόγω προβλημάτων υγείας, αλλά και εξαιτίας της αντιπαράθεσής του με τον Μάντερ.
Ως πρεσβευτής, ο Μάντερ υπέθεσε ότι θα είχε τον τελευταίο λόγο για κάθε ενέργεια της πρεσβείας επί πακιστανικού εδάφους. Η Πάτερσον διέθετε αυτήν τη δυνατότητα βέτο, παρότι δοκιμάστηκε σπάνια καθώς βρέθηκε συνήθως να συμφωνεί με τη CIA. Ο Μάντερ, όμως, φέρεται να διαφώνησε με την έμφαση της κυβέρνησης Ομπάμα στις αεροπορικές επιδρομές μη επανδρωμένων αεροσκαφών, φοβούμενος πως ο ρυθμός και ο χρόνος των επιδρομών υπέσκαπταν τα μακροχρόνια συμφέροντα των ΗΠΑ στο Πακιστάν, προς όφελος βραχυπρόθεσμων επιτυχιών στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας.
Οι τριβές στις σχέσεις ΗΠΑ – Πακιστάν οξύνθηκαν ιδιαίτερα μετά τις 2 Μαΐου 2011, ημέρα της επιχείρησης στην Μποταμπάντ, που οδήγησε στον θάνατο του Οσάμα μπιν Λάντεν. Ανάλογη όξυνση γνώρισε και η «ενδοπρεσβειακή» αντιπαράθεση. Ο Μάντερ φέρεται να υποστήριζε τις επιθέσεις εναντίον «αξιόλογων» επώνυμων στόχων και επιθέσεις εναντίον τρομοκρατών λίγο πριν από την τέλεση της πράξης τους, όπως για παράδειγμα τον βομβαρδισμό παγιδευμένου αυτοκινήτου στο δρόμο προς το στόχο του. Ο πρέσβης αμφισβήτησε, όμως, τις λεγόμενες «επιχειρήσεις με υπογραφή», στις οποίες το όνομα του στόχου δεν είναι γνωστό. Κάποιες φορές οι επιχειρήσεις αυτές παράγουν αποτελέσματα, όπως ο βομβαρδισμός του Ιουνίου 2011 που σκότωσε τον Ιλιάς Κασμίρι, έναν από τους πιο επικίνδυνους μαχητές της Αλ Κάιντα.
Το ζήτημα του πρεσβευτικού βέτο απασχόλησε τα ανώτατα κλιμάκια της αμερικανικής διπλωματίας. Αν και το υπουργείο Εξωτερικών διαδραματίζει σημαντικό διοικητικό ρόλο, η τελική απόφαση στη διένεξη αυτή αφορά την προεδρία και τη διεύθυνση της CIA. Ο στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους, όμως, έχει συμφωνήσει πολλάκις με τον Μάντερ, καθώς μοιράζεται την άποψή του για το υψηλό μακροπρόθεσμο κόστος των βομβαρδισμών με μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Ο σκεπτικισμός του Πετρέους φαίνεται να έχει προκαλέσει όξυνση των σχέσεών του με τον επικεφαλής του αντιτρομοκρατικού κέντρου της CIA.
Πέρυσι, είχα γράψει για τον Ομπάμα ότι έχει γίνει «επικεφαλής μυστικών στρατιωτικών επιχειρήσεων», ένας ρόλος που μοιάζει να του αρέσει πολύ. Ο πρόεδρος πρέπει, όμως, να θυμάται ότι είναι και επικεφαλής της διπλωματίας.